Στην ταινία “The Way” του 2010, ο Μάρτιν Σιν ξεκινά ένα ταξίδι για τη Γαλλία για να παραλάβει τη σορό του γιου του (Εμίλιο Εστεβέζ) με τον οποίο οι σχέσεις τους δεν ήταν ιδιαίτερα καλές. Ο γιος του είχε αποφασίσει να κάνει το Camino de Santiago (τη διαδρομή του Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλα) μια προσκυνητική διαδρομή που ξεκινά από διάφορα σημεία σε Ισπανία και Γαλλία και την οποία πραγματοποιεί αρκετός κόσμος με τελικό προορισμό τον καθεδρικό του Σαντιάγο ντε Κομποστέλα στη βορειοδυτική Ισπανία. Στην ταινία, ο γιος του Μάρτι Σιν χάνει τη ζωή του στη διαδρομή, κάπου στα Πυρηναία. Ο πατέρας Τόμας Έιβερι ταξιδεύει για αυτόν τον τυπικό λόγο αρχικά στη Γαλλία, αλλά τελικά αποφασίζει να ακολουθήσει το ίδιο μονοπάτι. Η ταινία ασχολείται με το πώς αυτό το ταξίδι τελικά καταλήγει στο να ακολουθήσει κι ο ίδιος την παρόμοια διαδρομή και στην πορεία να έρθει πιο κοντά στον ίδιο τον εαυτό.
Σχεδόν την ίδια εποχή που κυκλοφόρησε η ταινία, ένας Ισπανός, ο Άλμπερτ Ριέρα, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του. Όχι για θρησκευτικούς λόγους, αλλά για ψυχολογικούς. Ο συνονόματος με τον «δικό μας» πρώην ποδοσφαιριστή και νυν προπονητή (κάτι που θα αναφέρουμε ξανά στη συνέχεια), αποφάσισε ότι χρειαζόταν μια αλλαγή. Εργαζόταν ως διασώστης κοντά στην καταλανική πόλη Γέιδα, σε μικρή απόσταση από τα Πυρηναία. Έκανε αυτή τη δουλειά για έξι χρόνια και όπως λέει σε συνέντευξή του την αγαπούσε, ενώ παράλληλα έπαιζε και ποδόσφαιρο ημιεπαγγελματικά. Ένιωσε όμως την ανάγκη για ένα διάλειμμα. Κάθε πρωί ξυπνούσε στις 7, έπιανε βάρδια στο ασθενοφόρο, μετά προπόνηση και τελικά γύριζε στο σπίτι του λίγο πριν τα μεσάνυχτα.
Ο Ριέρα δεν ήταν άμαθος από ταξίδια, οι διακοπές του είχαν προορισμό διάφορα μέρη του κόσμου, αλλά αυτή τη φορά δεν θα πήγαινε απλώς για διακοπές. Αποφάσισε να πάρει άδεια για έναν χρόνο και μάλιστα έπεισε και δυο φίλους του να έρθουν μαζί. Προορισμός: όσο πιο μακριά γίνεται. Νέα Ζηλανδία. Ανακάλυψε ότι η κυβέρνηση της χώρας έδινε βίζα ενός έτους σε Ισπανούς πολίτες και όπως θυμάται, υπήρχαν 200 διαθέσιμες θέσεις και αυτός και οι φίλοι του ήταν τα νούμερα 1, 2 και 3. Όχι μεγάλη ζήτηση.
Κάπου εδώ στην κουβέντα μπαίνει ο παράγοντας γονείς. Το “τι θα κάνεις παιδάκι μου εκεί πέρα“, “πώς θα τα βγάλεις πέρα” και όλα αυτά. Παρά το γεγονός ότι ο Άλμπερτ δεν είχε καμία όρεξη να παίξει μπάλα, ο πατέρας Ριέρα έκανε την έρευνά του (θυμάστε κάποτε που οι γονείς δεν είχαν ιδέες από Ίντερνετ και ήμασταν ασφαλείς;) και ανακάλυψε ότι η (όχι-και-τόσο) διάσημη Όκλαντ Σίτι είχε προπονητή έναν Καταλανό. Τον Ραμόν Τρουμπιλιέτς. «Άντε βρε αγοράκι μου, πατρίδα είναι ο άνθρωπος, στείλε του ένα e-mail, τι θα κάνεις για έναν χρόνο;», είπε ο μπαμπάς (ίσως όχι με αυτά τα λόγια), «Έλα ρε πατέρα τώρα, δεν θέλω πάλι να αρχίσω προπονήσεις», απάντησε ο γιος. Ο Ριέρα senior όμως επέμενε: «Θα γνωρίσεις και κόσμο» και έτσι, όπως κάθε καλός γιος, ο Άλμπερτ έστειλε ένα μέιλ στον Ραμόν με την ευχή να μην πάρει απάντηση.
Ο Άλμπερτ Ριέρα, ως παίκτης, στο Παγκόσμιο Κύπελο Συλλόγων του 2012 (στα δεξιά)
Μόνο που δύο ημέρες αργότερα η απάντηση ήρθε. Η Όκλαντ Σίτι έψαχνε χαφ είπε ο κόουτς. Μάλιστα ζήτησε βίντεο με τον Ριέρα, ο Ριέρα δεν είχε, αλλά θυμήθηκε ότι η παλιά του ομάδα έγραφε κάποιους αγώνες σε βίντεο. Έστειλε τους αγώνες και έλαβε νέα απάντηση, να πάει να δοκιμαστεί για μια βδομάδα. Στο σημείο αυτό να πούμε ότι η Όκλαντ λίγους μήνες πιο πριν είχε συμμετοχή στο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων του 2009 (η δεύτερη συμμετοχή της), κερδίζοντας μάλιστα την Αλ-Αχλί και χάνοντας στη συνέχεια από τη μεξικάνικη Ατλάντε για να κατακτήσει τελικά την 5η θέση με νίκη επί της Μαζέμπε από το Κονγκό. Αν είχε κάνει το θαύμα απέναντι στους Μεξικάνους θα έπαιζε με αντίπαλο την Μπαρτσελόνα του Μέσι στον ημιτελικό. Η ίδια αυτή ομάδα, έψαχνε παίκτη μέσω βίντεο από τα τοπικά της Καταλονίας. Και όπως θα δούμε, 15 χρόνια περίπου αργότερα, δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα.
Το Όκλαντ είναι μια πόλη της Νέας Ζηλανδίας με περίπου 1,5 εκατομμύριο κατοίκους
Ο Ριέρα πήγε τελικά στην Όκλαντ, παρά την γκρίνια των φίλων του («ήρθαμε για να ταξιδέψουμε, όχι για να παίξουμε μπάλα»), ο κόουτς Τρουμπιλιέτς ενθουσιάστηκε από τις δοκιμές και του έκανε συμβόλαιο δύο μηνών, μέχρι το τέλος της σεζόν. Ο Ριέρα είπε στους κολλητούς, ότι αυτό ήταν, δυο μήνες και μετά θα νοικιάσουν ένα βαν και θα γυρίσουν τις ομορφιές της Νέας Ζηλανδίας. Στο ενδιάμεσο, όπως διηγείται, ταξίδεψε στην Ταϊτή και τη Νέα Καληδονία με την ομάδα και κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ της Ωκεανίας. Η Όκλαντ Σίτι είναι η πολυνίκης του θεσμού, κυρίως γιατί οι ομάδες της Αυστραλίας δεν αγωνίζονται πλέον εκεί και έτσι οι αντίπαλοι είναι της πλάκας κατά κύριο λόγο.
Ποιος μαντεύει τη συνέχεια; Οι δυο μήνες δεν ήταν δυο μήνες. Ο κόουτς πρότεινε στον Άλμπερτ να παραμείνει εκεί και την επόμενη σεζόν, ο ίδιος (που όπως έχουμε καταλάβει δεν θέλει και πολύ για να πει “ναι”) αμφιταλαντεύτηκε, αλλά μόνο και μόνο η συμμετοχή του στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων και το ταξίδι στην Ιαπωνία ήταν κίνητρα για να πει το ναι. Ο Ριέρα τελικά έμεινε στην Όκλαντ Σίτι για ακόμα τρία χρόνια, κατέκτησε ακόμα δύο Τσάμπιονς Λιγκ Ωκεανίας (μάλιστα σε αυτό του 2011-12 βγήκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης) και έπαιξε σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων.
Ο κόουτς Ραμόν Τριμπουλιέτς, ο άνθρωπος που απαντώντας στο email του Ριέρα του άλλαξε τη ζωή
(μετά από ιστορική πρόκριση στα πέναλτι το 2014 στο Μαρόκο)
Πολλοί σε αυτό το σημείο θα πείτε: «Μα καλά είναι τόσο χάλια το ποδόσφαιρο στη Νέα Ζηλανδία; Η εθνική τους τα πάει καλά σχετικά, γίνεται η καλύτερη ομάδα να παίρνει παίκτες από τα ημιεπαγγελματικά της Ισπανίας και αυτοί να σαρώνουν;» Η απορία είναι εύλογη. Και η εξήγηση είναι απλή. Η Νέα Ζηλανδία δεν μπορεί να συντηρήσει επαγγελματικό πρωτάθλημα. Η Όκλαντ Σίτι είναι επίσημα η καλύτερη ομάδα της χώρας και η κορυφαία της Ωκεανίας, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι. Βλέπετε, η Νέα Ζηλανδία έχει κι άλλες ομάδες, επαγγελματικές, που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα της Αυστραλίας. Αυτό γίνεται εδώ και αρκετά χρόνια και (για να μην μπούμε σε βαρετές λεπτομέρειες) πλέον η χώρα έχει δυο επαγγελματικούς συλλόγους που παίζουν στην Αυστραλία, αποκλειστικά και μόνο. Μάλιστα, η Όκλαντ FC (με ιδιοκτήτη Αμερικάνο δισεκατομμυριούχο) βγήκε πρώτη και κατέκτησε φέτος τον τίτλο Πρέμιερ στην Αυστραλία, μια ομάδα που ιδρύθηκε μόλις τον Μάρτιο του 2024.
Με λίγα λόγια, φανταστείτε τη Νέα Ζηλανδία κάπως σαν τον Καναδά στο NBA. Παρότι δεν ανήκει στις ΗΠΑ (αν και ο τύπος με το πορτοκαλί μαλλί το παλεύει) οι κορυφαίες ομάδες της στο μπάσκετ παίζουν εκεί. Παρόλα αυτά, ο Καναδάς έχει το δικό του πρωτάθλημα μπάσκετ. Κάπως έτσι γίνεται και στη Νέα Ζηλανδία, απλά το ποδόσφαιρο στη χώρα είναι πολύ χαμηλότερου επιπέδου από το μπάσκετ στον Καναδά. Το γεγονός όμως ότι οι επαγγελματικές ομάδες της χώρας παίζουν στην Αυστραλία όπου διοικητικά στο ποδόσφαιρο ανήκει στην Ασία, τις εμποδίζει να παίζουν στις διεθνείς διοργανώσεις της Ωκεανίας (στην οποία ανήκει η Νέα Ζηλανδία). Και κάπως έτσι, οι ημι-επαγγελματίες της Όκλαντ Σίτι σαρώνουν στο τοπικό Τσάμπιονς Λιγκ και στη συνέχεια παίζουν και στα Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων.
Όλα αυτά είναι απαραίτητα να τα αναφέρουμε, μια που οι εμφανίσεις του Ριέρα έφεραν πρόταση από τη Γουέλινγκτον Φίνιξ, την επαγγελματική ομάδα της Νέας Ζηλανδίας που αγωνίζεται στο πρωτάθλημα Αυστραλίας. Επιτέλους, ο Ισπανός μπορούσε να βγάλει και χρήματα αφού ήταν πλέον στα 29 του για πρώτη φορά επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Ο κόσμος μαζευόταν για να τον δει, όχι εξαιτίας της αξίας του, αλλά επειδή νόμιζε ότι ήταν ο κανονικός Άλμπερτ Ριέρα, ο οποίος εκείνη την εποχή είχε φύγει από τον Ολυμπιακό και έπαιζε στην Τουρκία. Ο κόσμος αρχικά απογοητεύτηκε καθώς περίμενε τον παίκτη που είχε περάσει από τη Λίβερπουλ, αλλά τελικά, όταν μαθεύτηκε η ιστορία του, τον στήριξε και ο Ριέρα έπαιζε πολύ καλά. Μάλιστα, έφτασε στο απόγειο της καριέρας του όταν έπαιξε με τους All Stars του πρωταθλήματος Αυστραλίας, συμπαίκτης με τον Αλεσάντρο ντελ Πιέρο, απέναντι στη Γιουβέντους του Τέβες και του Πογκμπά.
Ο Άλμπερτ Ριέρα, ως προπονητής, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων του 2023
Μετά τις μεγάλες στιγμές δόξας, ο Ριέρα κατάλαβε ότι δεν την πάλευε στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο της Αυστραλίας με τα τεράστια ταξίδια και αποφάσισε μετά από τρεις χρονιές να φύγει από το Γουέλινγκτον και να επιστρέψει από τα γήπεδα με 30.000 κόσμο, σε αυτά με 500-1.000 άτομα. Ο Άλμπερτ έπαιξε για ακόμα πέντε χρόνια στην ερασιτεχνική Όκλαντ Σίτι και κατέκτησε φυσικά πολλούς τίτλους. Από το 2018 πήρε την υπηκοότητα και κάθε σκέψη για επιστροφή στην Ισπανία ανήκει στο παρελθόν. Πηγαίνει πλέον μόνο μια φορά τον χρόνο για να δει συγγενείς και φίλους. Κρέμασε τα παπούτσια του και έγινε αμέσως προπονητής σε μια άλλη ομάδα της Νέας Ζηλανδίας. Το 2021 ανέλαβε ως κόουτς στην Όκλαντ Σίτι και συνέχισε να συλλέγει τίτλους με την ομάδα (η Όκλαντ έχει κατακτήσει σχεδόν όλα τα Τσάμπιονς Λιγκ τα τελευταία χρόνια με ένα μικρό διάλειμμα, έχει φτάσει τα 13 πλέον), μια ιστορική μορφή του συλλόγου.
Τον περασμένο Ιανουάριο, προσωρινά σύμφωνα με τα όσα γράφονται, σταμάτησε να είναι προπονητής στην Όκλαντ για να αποκτήσει περισσότερες πιστοποιήσεις και να ξεκουραστεί μαζί με την οικογένειά του. Όπως είπε ο πρόεδρος “ο Ριέρα ούτε απολύθηκε, ούτε παραιτήθηκε”. Άντε βγάλε άκρη τώρα. Αλλά μιλάμε για ένα παλικάρι που έφυγε από τη Γέιδα το 2010 για να “ξελαμπικάρει” και τελικά βρέθηκε στην άλλη άκρη του κόσμου και έμεινε εκεί. Κάπως έτσι, πριν λίγες ημέρες ανέλαβε τον ποδοσφαιρικό γίγαντα του Βανουάτου (εντάξει, πλάκα κάνουμε) την Γκάλαξι F.C. Από την πλευρά της, η Όκλαντ Σίτι απευθύνθηκε σε έναν παλιό γνώριμό της. Τον κόουτς Πολ Πόσα που ήταν προπονητής της ομάδας από το 2008 ως το 2010. Στον ελεύθερο χρόνο του. Γιατί κανονικά ο άνθρωπος είναι οδοντίατρος και δουλεύει 4 ημέρες την εβδομάδα σε μια κλινική της πόλης από το 1991. Τις υπόλοιπες ημέρες αφήνει τον τροχό και τις οδοντάγρες και διδάσκει το 4-4-2 και το όβερλαπ.
Όταν οι παίκτες της Όκλαντ έμαθαν την κλήρωσή τους με τα μεγαθήρια
Και αν νομίζετε ότι ο προπονητής-οδοντίατρος είναι η εξαίρεση, φυσικά κάνετε λάθος. Υπάρχει ποδοσφαιριστής που είναι κουρέας, άλλος είναι δάσκαλος, κάποιος έχει σημαντική θέση προϊσταμένου σε εταιρεία με ηλεκτρικά εργαλεία, ενώ ο τζένεραλ μάνατζερ είναι μεσίτης. Ο τερματοφύλακας Κόνορ Τρέισι δουλεύει για περισσότερες από 40 ώρες την εβδομάδα στην μεγαλύτερη αποθήκη κτηνιατρικών φαρμάκων του Όκλαντ. Σε συνέντευξή του εμφανίζεται να οδηγεί παλετοφόρο και παράλληλα να ποζάρει με τη φανέλα και τα γάντια του τερματοφύλακα. Πέρα από τις 40 ώρες εκεί, έχει τέσσερις προπονήσεις την εβδομάδα, φυσιοθεραπεία και πρέπει να ακολουθεί και ειδική διατροφή (και όχι να βγαίνει για μπίρες με τα άλλα παιδιά μετά τη δουλειά στην αποθήκη). Και όλα αυτά για το μέγιστο των 150 δολαρίων μισθού που μπορεί να πάρει από τον ερασιτεχνικό του σύλλογο, σύμφωνα με τους κανονισμούς. «Τα ξοδεύω όλα στις βενζίνες», δηλώνει, καθώς αρκετές φορές κάνει διαδρομή δύο ωρών από τη δουλειά για την προπόνηση.
Ο Τρέισι όπως λέει δεν παραπονιέται, καθώς θα μπορέσει να παίξει αντίπαλος με την Μπάγερν, την Μπενφίκα και την Μπόκα, αλλά σίγουρα δεν είναι κάτι εύκολο. Όχι μόνο το να κερδίσει αυτές τις ομάδες, αλλά να καταφέρει αυτός και οι συμπαίκτες του να κάνουν το ταξίδι. Έπρεπε να μαζέψουν τις ημέρες άδειας από τις δουλειές τους για να τις χωρέσουν, καθώς με τις υποχρεώσεις της ομάδας θα λείπουν για οκτώ βδομάδες συνολικά σε ένα σύνολο δέκα μηνών. Ο κόσμος δεν μπορεί να το καταλάβει εύκολα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι δημοφιλές στη χώρα και οι ποδοσφαιριστές ακούνε την καζούρα των υπολοίπων ότι “πάνε διακοπές”, ενώ τα αφεντικά είναι στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Μην ξεχνάμε ότι οι παίκτες παίζουν στο Τσάμπιονς Λιγκ της χώρας. Ταξιδεύουν σε χώρες όπως η Ταϊτή και τα νησιά του Σολομώντα.
Η διαφορά ποιότητας είναι χαώδης
Η Όκλαντ στο πρώτο της παιχνίδι στο φετινό Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων έχασε με 10-0 από την Μπάγερν. Και πριν αρχίσετε να τα ρίχνετε στον κόουτς και να βγαίνετε στις εκπομπές στο ράδιο Όκλαντ για να φωνάζετε «γύρνα πίσω στην τερηδόνα σου μυρωδιά κόουτς», να πούμε ότι ο προπονητής. σύμφωνα με την ενημέρωση του συλλόγου, δεν κατάφερε να ταξιδέψει στις ΗΠΑ λόγω προσωπικών ζητημάτων, τουλάχιστον για το πρώτο παιχνίδι. Ίσως ο κύριος Πολ βρεθεί σε κάποιο από τα επόμενα παιχνίδια , ίσως και όχι. Όπως όμως και να ‘χει, τα 10 γκολ που έφαγε ο αποθηκάριος Τρέισι (και συνολικά η ομάδα) από την Μπάγερν είναι πολλά και τα κλισέ “πραγματικοί νικητές” ακούγονται αρκετά cringe. Η αλήθεια είναι όμως ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που κάνουν κανονικές δουλειές σε ένα απομακρυσμένο μέρος του κόσμου, εκεί που το ποδόσφαιρο δεν είναι θρησκεία, είναι άξιοι συγχαρητηρίων για την αγάπη τους, τις θυσίες τους και την επιμονή τους να ασχολούνται ερασιτεχνικά με την μπάλα. Όσα γκολ και αν φάνε. Είτε είναι ταξιδιώτες από την Ισπανία είτε οδοντίατροι από το Όκλαντ.