Η πιο παράξενη μεταγραφή όλων των εποχών

Τέτοιες μέρες του 1998 στο βραζιλιάνικο πρωτάθλημα η Κορίνθιανς αντιμετώπισε τη Βάσκο στο Μαρακανά. Με το παιχνίδι στο 0-0 η Κορίνθιανς κέρδισε στο δεύτερο ημίχρονο ένα φάουλ μερικά μέτρα μπροστά από το κέντρο. Αν και η απόσταση θεωρείται απαγορευτική για σουτ για το 99% των ποδοσφαιριστών, καθώς μιλάμε για ένα σημείο που βρίσκεται περίπου 40 μέτρα μακριά από την εστία, ένας βραχύσωμος μελαμψός τύπος πήρε μερικά μέτρα φόρα. Για τυπικούς λόγους και μόνο, τρεις ποδοσφαιριστές της Βάσκο στήθηκαν για ένα υποτυπώδες τείχος.

Ο μεσοεπιθετικός της Κορίνθιανς εκτέλεσε το φάουλ με αρκετή δύναμη με το δεξί και η μπάλα ξεκίνησε την ταχύτατη πορεία της στον αέρα. Χάρη στην κάμερα πίσω από την εστία γνωρίζουμε πως στα πρώτα δευτερόλεπτα της διαδρομής η μπάλα κατευθυνόταν προς τη δεξιά (από τη δική του οπτική) γωνιά του τερματοφύλακα. Λίγο μετά την προσπέραση του τείχους όμως, η μπάλα άλλαξε γνώμη και έστριψε, βάζοντας πλώρη προς το κέντρο της εστίας. Ο τερματοφύλακας που είχε ήδη κάνει κίνηση προς τη γωνία δεν πρόλαβε να αλλάξει κι αυτός κατεύθυνση και η μπάλα καρφώθηκε χωρίς καμία αντίσταση στα δίχτυα κοντά στο κέντρο του τέρματος. Tο γκολ αυτό έκρινε τελικά το παιχνίδι, καθώς ήταν το μοναδικό. Εκτελεστής του φάουλ ήταν ο Μαρσελίνιο Καριόκα. Ένας από τους τρεις παίκτες που στέκονταν στο τείχος, τον οποίο μάλιστα η κάμερα κατέγραψε να γυρίζει το κεφάλι του και να παρακολουθεί την κατάληξη του σουτ εμβρόντητος, ήταν ο 23χρονος τότε Ζουνίνιο Περναμπουκάνο.

Μπορεί στην Ευρώπη όταν μιλάμε για κορυφαίους εκτελεστές φάουλ το μυαλό να πηγαίνει αυτόματα στον Ζουνίνιο, στη Βραζιλία όμως σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου δεν είναι τόσο εύκολη η επιλογή. Εκεί όταν η κουβέντα πηγαίνει στον καλύτερο το όνομα του Μαρσελίνιο Καριόκα τοποθετείται συχνά δίπλα σε αυτό του Ζίκο και λίγο ψηλότερα από αυτό του Ζουνίνιο. Μια επιλογή που προφανώς βασίζεται και στο ότι τον έναν τον έβλεπαν κάθε εβδομάδα στα βραζιλιάνικα γήπεδα ενώ ο άλλος αγωνιζόταν στο γαλλικό πρωτάθλημα. Σε ένα μεγάλο αφιέρωμα που έγινε πριν λίγα χρόνια ζητήθηκε από όλους τους φημισμένους Βραζιλιάνους εκτελεστές φάουλ, παλιούς και σύγχρονους (από Ροναλντίνιο και Ρ. Κάρλος μέχρι Ριβελίνο και Μπράνκο), να ψηφίσουν το δικό τους Τοπ-3. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν: Νο1 ο Ζίκο, Νο2 ο Μαρσελίνιο Καριόκα. Το 2016 η Globo απεύθυνε το ερώτημα στους αναγνώστες της. Δεκάδες χιλιάδες Βραζιλιάνοι ψήφισαν και η πρώτη δυάδα παρέμεινε ακλόνητη. Ο Ζίκο ήταν πρώτος με 68.000 ψήφους, ο Μαρσελίνιο δεύτερος με 62.000 και ο Ζουνίνιο τρίτος με 60.000. Καθόλου τυχαία όταν ο Ζουνίνιο ρωτήθηκε για το στυλ που χρησιμοποιεί στις εκτελέσεις η απάντηση του ήταν: “H έμπνευση μου ήταν ο Μαρσελίνιο, αυτόν προσπαθούσα να αντιγράψω. Ήταν ο πρώτος που είδα να εκτελεί φάουλ με τέτοιο τρόπο που κάνει τη μπάλα να χορεύει στον αέρα.”

Κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά πόσα γκολ έχει βάλει με φάουλ ο μικροκαμωμένος Μαρσελίνιο αν και σε βίντεο υπάρχουν τουλάχιστον 81. Μια έρευνα κατέγραψε περισσότερα από 90 χωρίς όμως διευκρινήσεις για το πόσα θεωρούνται επίσημα, καθώς κάποια πιθανόν μπήκαν σε φιλικά. Όλοι όμως οι Βραζιλιάνοι συμφωνούν ότι το δεξί του πόδι, που μπορούσε να σκοράρει από οπουδήποτε, ήταν “Pé-de-Anjo” (Πόδι του Αγγέλου). Το εντυπωσιακό είναι ότι αυτό το πόδι ήταν κυριολεκτικά μικροσκοπικό, καθώς όπως λένε οι συμπατριώτες του φορούσε νούμερο παπούτσι 36!

Ο Μαρσελίνιο ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη των 80s στη Φλαμένγκο, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα και το κύπελλο, και το 1993 μετακόμισε στην Κορίνθιανς. Η αλλαγή περιβάλλοντος τον δυσκόλεψε τον πρώτο καιρό. Για πρώτη φορά έφευγε από το Ρίο, δηλαδή την πόλη που μεγάλωσε, ενώ έχανε και το μεγάλο προνόμιο να παίζει ως γηπεδούχος στο Μαρακανά. Εκ των υστέρων η μεταγραφή αποδείχτηκε ευεργετική για την καριέρα και τη ζωή του. Στην «Τιμάο» απέκτησε πρωταγωνιστικό ρόλο, αναδείχθηκε καλύτερος παίκτης σε αρκετές περιπτώσεις και κέρδισε το κύπελλο το 1995 και το περιφερειακό πρωτάθλημα. Οι εμφανίσεις του έπεισαν τους ανθρώπους της Βαλένθια να ξοδέψουν ένα σεβαστό για την εποχή ποσό για να τον αποκτήσουν και το 1997 πέρασε τον Ατλαντικό για να δοκιμάσει την τύχη του στην Πριμέρα. Η εμπειρία δεν πήγε και πολύ καλά. Αν και στο Μεστάγια συνυπήρξε με τον Ρομάριο, ο Ρανιέρι δεν ενθουσιάστηκε ποτέ με το μη ευρωπαϊκό στιλ παιχνιδιού του. Οι συμμετοχές του στο πρώτο μισό της σεζόν ήταν μετρημένες στα δάχτυλα των δυο χεριών και μετά από μερικούς μήνες όλοι ήξεραν πως ήταν θέμα χρόνου να βρεθεί μια λύση για να αποχωρήσει. Ο μάνατζερ του ξεκίνησε επαφές με όλους τους ενδιαφερόμενους, με πρώτη επιλογή να είναι η επιστροφή στην πατρίδα. Κανένας όμως δεν θα μπορούσε να προβλέψει τι είδους λύση βρέθηκε τελικά.

Την εποχή εκείνη, δηλαδή τις πρώτες μέρες του 1998, ο Εντουάρντου Ζοζέ Φάρα έκλεινε μια δεκαετία στη θέση του προέδρου της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας του Σάο Πάολο, μιας από τις πιο ισχυρές ΠΟ της χώρας. Με το ποδόσφαιρο της περιοχής να περνάει κρίση και αγωνιστικά αλλά και οικονομικά, ο 60χρονος πρόεδρος είχε μια έκλαμψη. Μια πολύ περίεργη έκλαμψη. Η πολιτεία του χρειαζόταν μια καλή ώθηση για να αναθερμανθεί το ενδιαφέρον του κόσμου και για να αποκτήσει ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο στο εγχώριο πρωτάθλημα. Ο Μαρσελίνιο Καριόκα είχε φτιάξει τα προηγούμενα χρόνια ένα πολύ καλό όνομα εντός συνόρων. Ένα κι ένα κάνουν δυο. Ο παίκτης έπρεπε πάση θυσία να γυρίσει εκεί που έλαμπε πριν μεταναστεύσει. Το σε ποια ομάδα θα αγωνιζόταν ήταν μια λεπτομέρεια. Το βασικό ήταν να παίξει σε μια από τις τέσσερις μεγάλες της περιοχής, δηλαδή μια εκ των Κορίνθιανς, Σάο Πάολο, Σάντος ή Παλμέιρας.

Για να υλοποιήσει αυτή την ιδέα έβαλε σε εφαρμογή το πιο κουλό σχέδιο μεταγραφής που έχει υπάρξει ποτέ. Αγόρασε ο ίδιος τον ποδοσφαιριστή από τη Βαλένθια, πληρώνοντας τα 7 εκατομμύρια δολάρια που ζητούσαν οι Ισπανοί με τα χρήματα της ΠΟ του Σάο Πάολο. Με απλά λόγια, ο παίκτης άνηκε πλέον προσωρινά στην τοπική ποδοσφαιρική ομοσπονδία! Για να αποφασιστεί σε ποια από τις τέσσερις ομάδες της περιοχής θα δοθεί όμως, χρειαζόταν κάποιο αξιοκρατικό σύστημα. Κι αυτό βρέθηκε χάρη στη μεγάλη μόδα της εποχής (όχι μόνο στη Βραζιλία), τις τηλεφωνικές γραμμές 090!

Ο Ζοζέ Φάρα ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 1998 ότι για μερικές ημέρες θα λειτουργήσουν στην ομοσπονδία τέσσερις διαφορετικές γραμμές 090, μια για κάθε ομάδα. Όποιος συγκέντρωνε το μεγαλύτερο αριθμό κλήσεων, κοινώς όποιας ομάδας οι οπαδοί ήθελαν περισσότερο τον παίκτη, θα αποκτούσε τον Καριόκα τζάμπα, με πληρωμένο μάλιστα το συμβόλαιο του για το πρώτο εξάμηνο! Ακούγεται τρελό αλλά συνέβη. Στην πραγματικότητα, ο Φάρα δεν είχε πρόθεση να βάλει μέσα την ομοσπονδία μόνο και μόνο για να ισχυροποιήσει το ποδόσφαιρο της περιοχής του. Κάθε κλήση στις γραμμές αυτές κόστιζε 3 βραζιλιάνικα reals. Αν οι κλήσεις ήταν αρκετές (η ομοσπονδία πόνταρε πως θα ξεπεράσουν κατά πολύ το ένα εκατομμύριο), η απόσβεση θα ήταν άμεση, ενώ αν ήταν πολλές, πιθανόν να έμενε κι ένα σεβαστό υπόλοιπο στα ταμεία της. Οπότε με ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια.

Το πρωτότυπο εγχείρημα εξελίχθηκε σε ένα μικρό φιάσκο. Όπως συμβαίνει συνήθως στο ποδόσφαιρο, κάποιοι από τους οπαδούς των άλλων τριών ομάδων δεν ψήνονταν ιδιαίτερα να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία ανταγωνισμού για κάποιον που είχε παίξει με τη φανέλα της Κορίνθιανς και είχε κάνει και δηλώσεις πόσο ευτυχισμένος είναι εκεί. Εξ αρχής φάνηκε πως οι μόνοι που το είδαν ζεστά ήταν οι οπαδοί της «Τιμάο», που ήθελαν φυσικά να τον δουν πάλι στα ασπρόμαυρα κι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος, αφού τα οικονομικά του συλλόγου βρισκόταν σε τραγική κατάσταση. Αν και η διαφορά υπέρ της Κορίνθιανς ήταν μεγάλη από τις πρώτες μέρες, οι υπεύθυνοι διέδιδαν πως όλα κρέμονται σε μια κλωστή, ελπίζοντας πως θα πείσουν περισσότερους αναποφάσιστους οπαδούς να σηκώσουν το τηλέφωνο. Το κουλό πείραμα απέτυχε. Αν και ποτέ δεν δημοσιοποιήθηκαν επίσημα τα νούμερα, οι πληροφορίες των τοπικών ΜΜΕ έλεγαν πως οι κλήσεις δεν ξεπέρασαν τις 500.000 και ότι η ομοσπονδία μπήκε για τα καλά μέσα.

Κερδισμένη από την όλη υπόθεση ήταν μόνο η Κορίνθιανς. Οι οπαδοί της επικράτησαν άνετα με ένα 62,5% των κλήσεων, αφήνοντας πολύ πίσω τη Σάο Πάολο (28,3%). Οι άλλες δυο έμειναν πολύ πιο χαμηλά, σε μονοψήφιο νούμερο. Ο Καριόκα επέστρεψε εκεί που πραγματικά ήθελε (αν και στις τυπικές δηλώσεις που είχε αναγκαστεί να κάνει είχε πει ότι όποια ομάδα κι αν κερδίσει αυτός θα φερθεί σαν σωστός επαγγελματίας και θα τα δώσει όλα γι’αυτήν) και με την προσθήκη του η Κορίνθιανς επέστρεψε στην κορυφή. Μέσα στα επόμενα τρία χρόνια η ομάδα κατέκτησε δυο εθνικά πρωταθλήματα, δυο περιφερειακά πρωταθλήματα και το Διηπειρωτικό κύπελλο του 2000. Στο διάστημα αυτό ο Καριόκα έγραψε 52 γκολ και 40 ασίστ, κέρδισε αρκετά από τα ατομικά βραβεία των διοργανώσεων εκείνων και πέρασε στην ιστορία του συλλόγου ως ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια της.

Μέχρι και σήμερα είναι ο ποδοσφαιριστής με τις περισσότερες ασίστ στην ιστορία της, είναι στις πρώτες θέσεις στις κατακτήσεις τίτλων με τη φανέλα της αλλά και στα περισσότερα γκολ στο πρωτάθλημα. Τη μέρα που αποσύρθηκε, το 2010, μερικές δεκάδες χιλιάδες φίλοι της Κορίνθιανς πήγαν στο γήπεδο για να τον αποθεώσουν σε ένα φιλικό με την Ουρακάν. Κι όλα αυτά συνέβησαν χάρη σε μια γραφική ιδέα ενός προέδρου της τοπικής ΠΟ με αρκετή φαντασία.