Από το 1913 (όταν και σύμφωνα με τους ιστορικούς έγινε το πρώτο επίσημο παιχνίδι μεταξύ Μπόκα Τζούνιορς και Ρίβερ Πλέιτ) μέχρι και σήμερα, οι ιστορίες, οι μύθοι, τα γκολ, οι διαμαρτυρίες, τα επεισόδια, οι τίτλοι είναι δεκάδες. Το συμπέρασμα όμως το ίδιο. Κάθε ντέρμπι, όσο αδιάφορο και να είναι φαινομενικά, σε όσο καλή ή κακή κατάσταση να βρίσκονται οι ομάδες, είναι το σημαντικότερο μέχρι το επόμενο. Με τα χρόνια όμως να περνούν, κάποια ξεχωρίζουν λίγο περισσότερο και μένουν στην ιστορία.
Στις 10 Απριλίου του 1981, στο λασπωμένο από την καταρρακτώδη βροχή Μπομπονέρα, στα πλαίσια της 10ης αγωνιστικής του πρωταθλήματος Μετροπολιτάνο, ο μόλις 21 ετών τυπάκος με το παρατσούκλι “άφρο” λόγω του μαλλιού του, έπαιζε το πρώτο του Superclásico. Το όνομά του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα και λίγο καιρό πριν, η Μπόκα είχε ξοδέψει περίπου 4 εκατομμύρια για να τον αποκτήσει από τους Αρχεντίνος Τζούνιορς όπου από τα 16 του χρόνια μάγευε. Οι “εκατομμυριούχοι” της Ρίβερ ως απάντηση έφεραν από τη Βαλένθια τον πρωταγωνιστή του προηγούμενου Μουντιάλ, τον Μάριο Κέμπες. Στις πρώτες εννιά αγωνιστικές, ο Μαραντόνα είχε σκοράρει έξι φορές και ήδη είχε αγαπηθεί από τον κόσμο. Αυτές οι αγάπες όμως σφραγίζονται στα ματς με τον μισητό αντίπαλο.
Η είσοδος της Μπόκα στο γήπεδο έγινε εν μέσω αποθέωσης, με χιλιάδες χαρτάκια από τον κόσμο που κρατούσε τις ομπρέλες και τραγουδούσε. Όπως δήλωναν πολλοί εκ των τότε πρωταγωνιστών, δεν είχαν ξαναδεί τόσο γεμάτο το Μπομπονέρα ξανά. Όπου κι αν κοιτούσες υπήρχε κόσμος, δεν υπήρχε καθόλου ελεύθερος χώρος, ο ένας πάνω στον άλλον. Ένα ντέρμπι γεμάτο σταρ, καθώς η Ρίβερ δεν ήταν τυχαία ομάδα εκείνη τη σεζόν. Εκτός από τον Κέμπες υπήρχαν παίκτες όπως ο Πασαρέλα, ο Μέρλο κι ο Χότα Χότα Λόπες.
Το χέρι του Θεού για πρώτη φορά
Μόλις στο 4′ βγήκε μια σέντρα από τα δεξιά. Ο Μαραντόνα έδωσε μάχη στον αέρα με τον τερματοφύλακα της Ρίβερ “Πάτο” Φιλιόλ και την κέρδισε. Την κέρδισε χρησιμοποιώντας το χέρι. Η μπάλα τού στρώθηκε κι αυτός την κλώτσησε στην αντίπαλη κενή εστία, έτοιμος να πανηγυρίσει. Ο διαιτητής όμως είχε δει την παράβαση, ακύρωσε το γκολ και έβγαλε κίτρινη. Μέσα στα όσα ακολούθησαν στον αγώνα, η φάση αυτή πέρασε απαρατήρητη ιστορικά. Γνωρίζοντας τι έγινε πέντε χρόνια αργότερα στο Μουντιάλ του 1986, ο Πίτερ Σίλτον θα ζήλευε τον τερματοφύλακα της Ρίβερ που δικαιώθηκε. Ο Ντιέγκο από τότε έδειχνε τι ήταν ικανός να κάνει για τη νίκη.
Το παιχνίδι ήταν πολύ βρώμικο, με το τερέν να το κάνει ακόμα πιο σκληρό. Η Ρίβερ έμεινε με 10 λόγω της αποβολής του Μέρλο για μια εκτός φάσης μπουνιά σε αντίπαλό του. Δυο λεπτά αργότερα τον ακολούθησε και ο Εσκουδέρο της Μπόκα. Ο Μαραντόνα χόρευε στη βροχή προσπαθώντας να αποφεύγει τους αντιπάλους που βαρούσαν στο ψαχνό. Με το σκορ στο 0-0 στο 1ο ημίχρονο, το ματς συνεχίστηκε στους ίδιους ρυθμούς και στο 2ο. Στο 55′, ο Μαραντόνα λίγο κάτω από το κέντρο απέφυγε ένα τάκλιν, δέχτηκε όμως και ένα δεύτερο από πίσω που τον έριξε σχεδόν δύο μέτρα μπροστά. Ο Ντιέγκο δεν σκέφτηκε να μείνει κάτω, πετάχτηκε όρθιος και έτρεξε προς την μπάλα σαν να ήταν στην αλάνα. Ο διαιτητής άφησε το πλεονέκτημα, ο Ντιέγκο πέρασε τη σέντρα και ξεπέρασε ένα τάκλιν που πήγε να του κόψει τα πόδια και την καριέρα, απέφυγε ακόμα έναν αντίπαλο βγάζοντας ταυτόχρονα πάσα στον Περότι, ο Περότι κόπηκε με καθαρό φάουλ πριν προλάβει να σουτάρει, ο τερματοφύλακας έπεσε στα πόδια του Μαραντόνα και τελικά ο Μιγκέλ Άνχελ Μπριντίσι ήταν αυτός που σούταρε για το 1-0. Ένα γκολ βγαλμένο από το πάθος και την απαράμιλλη τεχνική του Ντιέγκο. Αν η φάση του 4′ θυμίζει το “χέρι του Θεού”, αυτό το γκολ (έστω κι αν δεν το έβαλε ο ίδιος) θυμίζει το γκολ του αιώνα. Πέντε χρόνια πριν το Αργεντινή-Αγγλία, ο Μαραντόνα προετοίμαζε ήδη εκείνο το σόου.
Το σόου του Ντιέγκο
Πέντε λεπτά αργότερα, σε αντεπίθεση της Μπόκα, ο Μπριντίσι έγραφε το 2-0 και γινόταν ο μεγάλος πρωταγωνιστής του ματς. Προς το παρόν δηλαδή. Γιατί ο Ντιέγκο δεν ήθελε να χάσει αυτή την ευκαιρία στο πρώτο ντέρμπι της καριέρας του και κρατούσε το καλύτερο για το τέλος. Ο αριστερός μπακ “Κάτσο” Κόρδοβα έκλεψε την μπάλα, διέσχισε διαγώνια το γήπεδο, βρέθηκε δεξιά, πέρασε όποιον βρήκε μπροστά του σε μια απίστευτη κούρσα, έφτασε σε θέση δεξιού εξτρέμ και με το καλό του αριστερό έβγαλε μια σέντρα πάρε βάλε για τον Μαραντόνα. Θα ήταν πολύ εύκολο να βάλει το πρώτο του γκολ σε τέτοιο ντέρμπι έτσι απλά όμως. Την κατέβασε με το αριστερό, έκανε μια μαγική κίνηση με την μπάλα να μοιάζει σαν να τηλεμεταφέρεται (κάτι κοντινό στην “elastica” του Ροναλντίνιο), ντρίμπλαρε τον Φιλιόλ και στη συνέχεια κέρδισε και τον αμυντικό Ταραντίνι που προσπάθησε να κάνει τον τερματοφύλακα. Ο Ντιέγκο έγραψε το 3-0 με ένα από τα πιο ιστορικά γκολ του, σε ένα από τα πιο ιστορικά Superclásico και έφυγε για να πανηγυρίσει. Ο φωτογράφος Εντουάρντο Φόρτε ξέφυγε από τους υπόλοιπους, μπήκε μέσα και πλησίασε με μηχανή και φλας τον Ντιέγκο. Γλίστρησε δέκατα του δευτερολέπτου αφού τράβηξε την φωτογραφία και έπεσε μεγαλοπρεπέστατα στο βρεγμένο χορτάρι του Μπομπονέρα (φαίνεται στα βίντεο). Η φωτογραφία όμως βγήκε και δημοσιεύτηκε, περνώντας κι αυτή στην ιστορία.
Ο βρεγμένος Ντιεγκίτο υπό το φλας του Φόρτε, λίγο πριν αυτός πέσει κάτω.
Ήταν μάλλον η μεγαλύτερη στιγμή του Ντιέγκο στη σύντομη καριέρα του στην Μπόκα (επέστρεψε χρόνια μετά) σε ένα πρωτάθλημα που τελικά κατέκτησε (μοναδικός του τίτλος στην Αργεντινή). Πολύ πριν γίνει το είδωλο μιας ολόκληρης χώρας, έγινε το είδωλο μιας τεράστιας ομάδας σε ένα από τα μεγαλύτερα ντέρμπι του πλανήτη, αφήνοντας τον Κέμπες σαν θεατή. Λίγους μήνες αργότερα ξαναβρέθηκαν, αλλά αυτό είναι μια ιστορία για μια άλλη φορά. Απόψε, χωρίς τόσο μεγάλα αστέρια, αλλά με το ίδιο πάθος, στο Μονουμεντάλ του Μπουένος Άιρες, Ρίβερ και Μπόκα θα δώσουν μια ακόμα μάχη που ίσως γράψει ιστορία.