Την τελευταία δεκαετία, από τη στιγμή δηλαδή που οι Άραβες εγκαταστάθηκαν για τα καλά στο Παρίσι και άρχισαν να προσαρμόζονται στα ευρωπαϊκά ποδοσφαιρικά δεδομένα, ο τίτλος της Λιγκ 1 έχει καταλήξει στο Παρκ ντε Πρενς οχτώ φορές. Εξαίρεση αποτελούν η σεζόν 2016-17 που το πρωτάθλημα κατέκτησε η Μονακό και η σεζόν 2020-21 που πρωταθλήτρια αναδείχθηκε η Λιλ. Τι κοινό έχουν αυτές οι δυο ομάδες που κατάφεραν να αποκαθηλώσουν για λίγο την Παρί; Έναν άνθρωπο, αυτόν που ουσιαστικά ‘έχτισε’ τις ομάδες αυτές.
Σε αρκετές ιστορίες πετυχημένων προπονητών συναντάμε ένα γνωστό μοτίβο. Κάποιος ποδοσφαιριστής που δεν κατάφερε να πετύχει όσα ονειρευόταν με τα πόδια, είτε γιατί δεν ήταν αρκετά καλός, είτε γιατί τον εμπόδισαν οι τραυματισμοί, μετακόμισε στους πάγκους και από εκεί έφτασε τελικά στην επιτυχία. Στην περίπτωση του Λουίς Κάμπος το μοτίβο αλλάζει λίγο. Ένας νεαρός που συνειδητοποίησε νωρίς πως δεν έχει τα απαραίτητα προσόντα για να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, το γύρισε στην προπονητική, αποδείχτηκε ξανά ανεπαρκής και τελικά έφτασε στην επιτυχία από έναν τρίτο ρόλο, περισσότερο συμβουλευτικό και πιο απομακρυσμένο από τον αγωνιστικό χώρο.
Γεννημένος σε ένα χωριό στα βόρεια της Πορτογαλίας, ο Κάμπος κατάλαβε γρήγορα ότι δεν μπορεί να σταθεί σε ικανοποιητικό επίπεδο ποδοσφαιρικά, γι’αυτό και επικεντρώθηκε στις σπουδές του που ήταν πάνω στον τομέα της φυσικής αγωγής. Με το που παρέλαβε το πτυχίο του γυμναστή ξεκίνησε και η σταδιοδρομία του στις πορτογαλικές ομάδες. Η πρώτη του δουλειά ήταν ως γυμναστής στην Εσπίνιο, που τότε αγωνιζόταν στην πρώτη κατηγορία, στη συνέχεια δούλεψε σαν βοηθός προπονητή και, ως φυσικό επακόλουθο αυτής της πορείας, ακολούθησε η μετατροπή του σε κανονικό προπονητή πριν καν κλείσει τα 30. Όπως αποδείχτηκε, ούτε αυτός ο ρόλος ήταν γι’αυτόν.
Μέσα στα επόμενα χρόνια θα αλλάξει πάνω από μισή ντουζίνα μικρομεσαίες ομάδες, θα ολοκληρώσει τη σεζόν σε λίγες, θα υποβιβαστεί με κάποιες από αυτές και θα αποκτήσει το καθόλου κολακευτικό παρατσούκλι “Κάμπας”, που στα πορτογαλικά σημαίνει τάφος. Οι θαυμαστές του θα ισχυριστούν ότι προσπαθούσε να παίξει ωραίο και επιθετικό ποδόσφαιρο ακόμα και με μικρές ομάδες και ότι ήταν αυτός που με τη Ζιλ Βιθέντε έσπασε το σερί των 27 αήττητων αγώνων του Μουρίνιο τη σεζόν του τρεμπλ της Πόρτο αλλά οι θαυμαστές του εκείνη την εποχή είναι μετρημένοι στα δάχτυλα, οπότε αυτά θα ακουστούν όσο κι ένας ψίθυρος σε λατινοαμερικάνικο πέταλο σε ντέρμπι Μπόκα-Ρίβερ. Για καλή του τύχη, όλο αυτό το διάστημα εφαρμόζει τη γνωστή ατάκα “καλύτερα να μην παρατήσεις την πρωινή σου δουλειά”, και διδάσκει κανονικά φυσική αγωγή σε σχολεία, μια δουλειά σταθερή και χαλαρή σε αντίθεση με τις θητείες του στους πάγκους των ομάδων.
Το 2005, στα 41 του πλέον, αποδέχεται τη μοίρα του και παίρνει τη μεγάλη απόφαση να παρατήσει την προπονητική. Κανονικά δυο μεγάλες αποτυχίες σε δυο διαφορετικούς ρόλους θα ήταν αρκετές για οποιονδήποτε για να καταλάβει πως πρέπει να στραφεί σε κάποιον άλλο επαγγελματικό χώρο αλλά ο Κάμπος παραμένει πεπεισμένος ότι γεννήθηκε για να ασχολείται με το ποδόσφαιρο. Μαζί με έναν ακόμα ειδικό στη φυσική αγωγή, τον Αμέρικο Μαγκαλιάες, φτιάχνουν την εταιρεία T2P (Train to Play), που ειδικεύεται σε προπονητικά προγράμματα που στοχεύουν στο να βελτιώσουν την απόδοση μιας ομάδας σε όλους τους τομείς. Αυτή είναι και η πρώτη επιτυχία του. Η εταιρεία πάει καλά, αρκετές ομάδες συνεργάζονται με την εταιρεία και το όνομα του Κάμπος αποκτάει για πρώτη φορά θετικό πρόσημο στην πιάτσα. Από εκεί και μετά όλα είναι λίγο πιο εύκολα.
Μια συνεργασία με τον παλιό αντίπαλο αλλά παντοτινό φίλο Ζοσέ Μουρίνιο στη Ρεάλ τη σεζόν 2012-13 (κάτι μεταξύ σκάουτερ και υπεύθυνου για την κατασκοπεία των επόμενων αντιπάλων στο Τσάμπιονς Λιγκ) θα δώσει στον Κάμπος την ώθηση που χρειάζεται για να επιστρέψει μέσα στα γήπεδα και ένα μόλις χρόνο μετά, το καλοκαίρι του 2013, θα σκάσει η πρόταση που ουσιαστικά θα αλλάξει τη ζωή του.
Ο Ρώσος ολιγάρχης Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ τον καλεί να αναλάβει συμβουλευτικό ρόλο στη Μονακό, που έχει μόλις επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία. Ο Πορτογάλος μετακομίζει στη Γαλλία, βάζει κάτω όλα τα προγράμματα, τις λίστες, τις συνεργασίες και τις εμπειρίες που έχει αποκτήσει και αποκομίσει τα προηγούμενα χρόνια και φτιάχνει με το δικό του τρόπο σιγά-σιγά μια ομάδα που έχει ως στόχο να επιστρέψει στις πρώτες θέσεις της χώρας.
Η φιλοσοφία του λέει ότι για όλα υπάρχει ένα μέτρο, ένα σημείο σωστής ισορροπίας στο οποίο όλα λειτουργούν ιδανικά. Η ομάδα πρέπει να χτιστεί πάνω σε ανερχόμενους παίκτες και νέα ταλέντα αλλά ταυτόχρονα να υπάρχουν δίπλα τους κάποιοι έμπειροι ποδοσφαιριστές που θα τους καθοδηγούν. Το σκανάρισμα των παικτών πρέπει να γίνεται βάσει αναλυτικών στατιστικών στοιχείων που εισέρχονται σε ένα κατάλληλο λογισμικό αλλά ταυτόχρονα οι κορυφαίες επιλογές που προκύπτουν πρέπει να εξεταστούν με τον παραδοσιακό τρόπο: Πηγαίνοντας στο γήπεδο και βλέποντας τον παίκτη πολλές φορές. Πώς κινείται με τη μπάλα, πώς κινείται χωρίς τη μπάλα, πώς αντιδράει στον πάγκο όταν είναι εκτός ενδεκάδας, ακόμα και πώς συμπεριφέρεται όταν καλείται να μπει αλλαγή.
Κάπως έτσι μέσα σε λίγες εβδομάδες στο πριγκιπάτο καταφτάνουν ο 21χρονος Χάμες από την Πόρτο, ο 19χρονος Φαμπίνιο από τη Ρίο Άβε και ο 17χρονος Μαρσιάλ από τη Λιόν αλλά και οι Καρβάλιο, Φαλκάο, Αμπιντάλ και Μουτίνιο. Η Μονακό θα κάνει μόλις 4 ήττες εκείνη τη χρονιά, θα τερματίσει 2η και θα κερδίσει μια θέση για το επόμενο Τσάμπιονς Λιγκ ενώ ο Λουίς Κάμπος θα ονομαστεί επίσημα τεχνικός διευθυντής του συλλόγου.
Το καλοκαίρι του 2016 θα αποχωρήσει από την ομάδα, λίγο πριν αυτή κατακτήσει το πρωτάθλημα χάρη στον Λεονάρντο Ζαρντίμ, που αυτός επέλεξε, και στους ποδοσφαιριστές που αυτός έφερε όλα αυτά τα χρόνια. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ένας νεαρός που δεν αποκτήθηκε από τον Κάμπος αλλά προωθήθηκε χάρη σ’αυτόν. Όπως διηγείται ο ίδιος: “Τον πρώτο καιρό του Μπαπέ στις ακαδημίες της Μονακό ο Κίλιαν δεν ήταν ευχαριστημένος. Όταν ανέλαβα, συναντήθηκα με τους γονείς του και μου είπαν ότι εφόσον δεν παίζει καλό είναι να φύγει. Γι’αυτό πήγα μια μέρα και τον παρακολούθησα και αμέσως κατάλαβα ότι αυτό το παιδί πρέπει να μείνει πάση θυσία στο σύλλογο. Τον προώθησα απ’ευθείας στη δεύτερη ομάδα και μέσα σε ένα μήνα έκανε τη διαφορά.”
Μετά από ένα χρόνο απραξίας κατά τον οποίο απέρριψε αμέτρητες προτάσεις από όλη την Ευρώπη, γιατί θεωρούσε πως σε καμία από αυτές δεν θα είχε την απόλυτη ελευθερία να κάνει ό,τι θέλει, ο Κάμπος επανήλθε στο γαλλικό ποδόσφαιρο ξανά σε συμβουλευτικό ρόλο, αυτή τη φορά στη Λιλ. Η πρώτη του χρονιά εκεί όμως διέφερε αισθητά από την πρώτη του σεζόν στη Μονακό και το πρόβλημα, κατά τον ίδιο, ήταν ένας συγκεκριμένος άνθρωπος. Ο Μαρσέλο Μπιέλσα. Η συνύπαρξη δυο τόσο ισχυρών προσωπικοτήτων, που θέλουν να κάνουν τα πράγματα με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο και μόνο, αποδείχτηκε καταστροφική.
Ο Κάμπος ισχυρίζεται ότι ο Μπιέλσα δεν του άφηνε περιθώριο να κάνει οτιδήποτε και ότι ήταν μεγάλο λάθος να του δώσουν τόση εξουσία. Ο Αργεντινός δηλώνει ότι από τη λίστα των μεταγραφικών στόχων που του δόθηκε δεν αποκτήθηκε τελικά κανένας από όσους επέλεξε και ότι ο Κάμπος μιλούσε αρνητικά γι’αυτόν στους παίκτες πίσω από την πλάτη του. Η σχέση τους έγινε τόσο τοξική που κάποια στιγμή ο Πορτογάλος αποχώρησε για λίγους μήνες από την ομάδα και την πόλη, αγανακτισμένος από τις επιλογές του προπονητή του.
Στο αποκορύφωμα της κόντρας τους, και πριν οι δυο πλευρές καταλήξουν τελικά στα δικαστήρια για το θέμα της αποζημίωσης μετά την απόλυση του Μπιέλσα, οι δυο τους παραλίγο να παίξουν ξύλο σε μια συνάντηση που θεωρητικά είχε κανονιστεί για να τα βρουν. Ο ιδιόρρυθμος Αργεντινός φέρεται να τον αποκάλεσε “απατεώνα”, ο ιδιότροπος Πορτογάλος ακούμπησε το χέρι του στον ώμο του και τον ενημέρωσε ότι αυτό θα πρέπει να το επαναλάβει στο δικαστήριο και αν δεν υπήρχαν πιο λογικοί και ψύχραιμοι άνθρωποι δίπλα τους ήταν δεδομένο πως η επικοινωνία τους θα συνεχιζόταν… σωματικά. Ακόμα και σ’αυτό πάντως οι απόψεις διίστανται αφού ο Κάμπος λέει ότι ο Μπιέλσα έκανε πρώτος κίνηση να τον χτυπήσει, ενώ ο ‘Λόκο’ ισχυρίζεται το αντίθετο.
O Μπιέλσα απομακρύνθηκε εσπευσμένα από τον πάγκο της Λιλ τον Δεκέμβρη του 2017, ο Κάμπος έφερε τον Κριστόφ Γκαλτιέ στη θέση του και μέσα στα επόμενα χρόνια η συνεργασία αυτών των δυο έφερε την ομάδα στις πρώτες θέσεις. Για άλλη μια φορά οι επιλογές του Πορτογάλου τεχνικού διευθυντή αποδείχτηκαν κομβικές στο να αλλάξει επίπεδο ένας σύλλογος και για άλλη μια φορά το αποτέλεσμα ήταν ίδιο: Ο Κάμπος είπε αντίο στη Λιλ το 2020 και λίγο καιρό μετά η ομάδα που είχε χτίσει, με παίκτες που αγοράστηκαν με ελάχιστα χρήματα και στη συνέχεια πουλήθηκαν (και συνεχίζουν να πουλιούνται) σαν χρυσάφι, έφτασε στην κορυφή της Γαλλίας, σε μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις των τελευταίων ετών στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
O γυμναστής που απέτυχε και ως παίκτης και ως προπονητής κατάφερε τελικά να αποκτήσει τη φήμη που πάντα ονειρευόταν φτιάχνοντας ομάδες που χάρη σε αυτόν κέρδισαν το πρωτάθλημα και αποκόμισαν εκατοντάδες εκατομμύρια από τις πωλήσεις παικτών που είχαν αγοραστεί με πολύ λιγότερα. Μετά από πολλά χρόνια που το όνομα του ακουγόταν για αρκετές μεγάλες ομάδες της ηπείρου, ο Κάμπος αποφάσισε φέτος να αλλάξει επίπεδο και να αναλάβει συμβουλευτικό ρόλο στην Παρί σεν Ζερμέν, εκεί που θα συναντηθεί ξανά με τον Μπαπέ και πιθανόν και με τον Γκαλτιέ. Αυτή τη φορά όμως ο στόχος δεν θα είναι η κατάκτηση της επόμενης Λιγκ 1 αλλά η επιστροφή μιας γαλλικής ομάδας στην κορυφή της Ευρώπης για πρώτη φορά μετά το 1993, τότε που ο ίδιος έβγαζε τα προς το ζην δουλεύοντας ως γυμναστής σε κάποιο σχολείο στη βόρεια Πορτογαλία.