Τον Ιούνιο του 2008, την εποχή που όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στο Euro της Αυστρίας και της Ελβετίας, στη Bild δημοσιευόταν η πρώτη συνέντευξη του νέου προπονητή της Ντόρτμουντ. Ο Γιούργκεν Κλοπ είχε μόλις γυρίσει από μια εβδομάδα διακοπών στην Ελλάδα, την περίοδο εκείνη σχολίαζε τους αγώνες της εθνικής Γερμανίας στην τηλεόραση και ταυτόχρονα ξεκινούσε το σχεδιασμό της νέας Ντόρτμουντ που ονειρευόταν. Η ερώτηση του δημοσιογράφου ήταν αναπόφευκτη, “πως θα είναι η νέα ομάδα”. Η απάντηση του Κλοπ; Τόσο δυνατή που αποτελεί μόνιμο μέλος των best of δηλώσεων του, που συχνά-πυκνά εμφανίζονται σε διάφορα αφιερώματα στο ίντερνετ κάτω από τίτλους όπως ‘Γιατί ο Κλοπ είναι ο πιο κουλ προπονητής στον κόσμο’. “Ζωηρή! Είναι πολύ σημαντικό αυτό. Οι οπαδοί δεν πρέπει να μας αναγνωρίζουν μόνο από τις κιτρινόμαυρες φανέλες. Ακόμα κι αν παίζουμε με κόκκινα θα πρέπει όλοι στο γήπεδο να σκέφτονται ‘Ναι, αυτή είναι σίγουρα η Ντόρτμουντ'”. Όσο για το στόχο που έθεσε στον εαυτό του; Απλός. “Να δημιουργήσουμε αναμνήσεις”.
Εφτά χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 2015, ο Κλοπ αποχαιρετούσε το Βεστφάλεν κάτω από συνθήκες που θα έκαναν ακόμα και άγαλμα να δακρύσει. Και ο λόγος δεν εντοπίζεται μόνο στην τροπαιοθήκη του συλλόγου. Φυσικά τα δυο συνεχόμενα πρωταθλήματα, το ένα κύπελλο, τα δυο Σούπερ Καπ και η πορεία ως τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ αποτελούν την ιδανική, ουσιαστική απόδειξη πως η σχέση αυτή ήταν πετυχημένη αλλά το να σταθεί κάποιος μόνο σ’αυτά θα είναι σαν να αποθεώνει τον Ροναλντίνιο αποκλειστικά και μόνο γιατί στην καριέρα του μπόρεσε και κέρδισε σχεδόν όλες τις μεγάλες κούπες που υπάρχουν.
Η Ντόρτμουντ του Κλοπ ήταν ακριβώς αυτό που φαντασιωνόταν ο Γερμανός σε εκείνη την πρώτη συνέντευξη του. Ζωηρή και χαρακτηριστική. Το πάθος που ανάβλυζε από κάθε γωνία του Βεστφάλεν σε κάθε παιχνίδι ήταν από μόνο του λόγος για να αγαπήσεις ξανά από την αρχή το παιχνίδι. Από τη μια ένα εντυπωσιακό ποδοσφαιρικό γήπεδο, με κανονική οπαδική ατμόσφαιρα και ένα ατέλειωτο οπτικά πέταλο που και μόνο που το βλέπεις γεμάτο και πολύχρωμο το μάτι σου φτάνει σε οργασμό. Από την άλλη, μια ομάδα με σχετικά άγνωστους παίκτες προσεκτικά επιλεγμένους, γεμάτη με πάθος, ενέργεια και ταλέντο, που έτρεχε ασταμάτητα, στραγγάλιζε τον αντίπαλο και έψαχνε την γρήγορη επίθεση. (“Στον Βενγκέρ αρέσει να έχει τη μπάλα, να αλλάζει πάσες. Είναι σαν ορχήστρα. Αλλά είναι ένα ήσυχο κομμάτι. Εμένα πάλι μου αρέσει το χέβι μέταλ” είχε πει κάποτε ο Κλοπ.) Και στη μέση αυτών των δυο ένας προπονητής-μαέστρος τέλεια εναρμονισμένος με το όλο κλίμα, που ζει το παιχνίδι πιο έντονα από τους περισσότερους τεχνικούς που ξέρουμε.
Ο Γιούργκεν Κλοπ άλλωστε δεν καταλαβαίνει από καθωσπρεπισμούς. Υπάρχουν προπονητές που ακόμα και στα γκολ που κρίνουν τίτλους απλά σφίγγουν τη γροθιά τους, αγκαλιάζουν το βοηθό τους και μετά βγάζουν το μολύβι για να σημειώσουν κάτι στο τεφτέρι τους. Ο Κλοπ έχει τόση σχέση μ’αυτούς όση ο Μπρους Ντίκινσον με τον Βασίλη Καζούλη.
Υπερβολικός σε όλες του τις αντιδράσεις, με πανηγυρισμούς στα όρια της γραφικότητας (αν τα όρια αυτά τα θέτεις πολύ χαμηλά), με δηλώσεις που συχνά ξεφεύγουν από τα στερεότυπα (“Το μόνο που έχω να πω είναι ότι ήταν όλα τέλεια. Το Λονδίνο είναι η πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο καιρός ήταν καλός, όλα ήταν ΟΚ. Μόνο το αποτέλεσμα ήταν σκατά” ήταν η ατάκα του μετά το χαμένο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ) και με ένα χαμόγελο που θέλει προσπάθεια να μη συμπαθήσεις, ο Γερμανός κέρδισε όχι μόνο τον κόσμο της Ντόρτμουντ, όχι μόνο τους φιλάθλους στη Γερμανία – που άλλωστε τον ήξεραν ήδη από το πετυχημένο πέρασμα του από τη Μάιντζ – αλλά και τους περισσότερους ποδοσφαιρόφιλους της Ευρώπης, βάζοντας για τα καλά στον ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό χάρτη μια ομάδα που τα προηγούμενα χρόνια είχε φτάσει να παλεύει ακόμα και για την παραμονή της στη Μπουντεσλίγκα.
Έντεκα μήνες μετά από εκείνο το τελευταίο συγκινητικό εντός έδρας παιχνίδι με τη Βέρντερ, ο Κλοπ θα επιστρέψει σήμερα το βράδυ για πρώτη φορά σαν αντίπαλος, φορώντας αυτή τη φορά το σήμα της Λίβερπουλ. H επιστροφή αυτή αποτελεί τόσο μεγάλο γεγονός που η γερμανική τηλεόραση ανακοίνωσε πως μια κάμερα θα είναι στραμμένη μόνιμα πάνω του από τη στιγμή που θα κατέβει από το πούλμαν της ομάδας και θα αντικρίσει τη θεϊκή ταμπελίτσα που έβαλαν οι άνθρωποι της Ντόρτμουντ για να τον κατευθύνουν στα σωστά αποδυτήρια. Το έργο του στο γήπεδο θα είναι πάντως πολύ δύσκολο, καθώς η ομάδα που άφησε πίσω του εξελίχθηκε, όπως πιθανόν θα ήθελε και ο ίδιος, και φαντάζει πλέον το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Europa League. Πριν λίγες μέρες άλλωστε ο δεύτερος σκόρερ της Μπουντεσλίγκα και του Γιουρόπα Λιγκ, Πιερ-Εμερίκ Ομπαμεγιάνγκ έλεγε ότι χρωστάει πολλά στον Κλοπ και στον τρόπο που τον διαχειρίστηκε τα δυο χρόνια που συνεργάστηκαν.
Το αν θα καταφέρει ο Γερμανός να ανατρέψει τα προγνωστικά και να κάνει ζημιά στην παλιά του ομάδα δεν το ξέρει κανένας. Αυτό που ξέρουν όλοι είναι ότι κατά την είσοδο του στον αγωνιστικό χώρο θα αποθεωθεί και από τον τελευταίο οπαδό της Ντόρτμουντ. Γιατί οι όμορφες αναμνήσεις που είχε υποσχεθεί πως θα δημιουργήσει, σε εκείνη την πρώτη συνέντευξη στη Bild, είναι τόσες πολλές που ακόμα και το ‘διαβολάκι’ του μυαλού κάθε οπαδού, που εμφανίζεται σε όλα τα εσωτερικά διλήμματα εκπροσωπώντας τον κάφρικο και σκληρό εαυτό μας, θα του ψιθυρίσει διστακτικά “χειροκρότησε μωρέ, ο Γιούργκεν είναι”.