O δρόμος του Tζίμι Μπάτλερ μέχρι την κορυφή ήταν στρωμένος με αγκάθια και γεμάτος απαγορευτικά σχετικά με το εάν θα τα καταφέρει. Oι πιο δυνατοί άνθρωποι όμως είναι αυτοί που συνεχίζουν να προχωρούν ανεξάρτητα από το πλήθος και το μέγεθος των εμποδίων που συναντούν στη ζωή τους…
Ο Μπάτλερ γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη λίγο έξω από το Χιούστον του Τέξας. Δεν είχε πατέρα. Αυτός τον εγκατέλειψε πολύ νωρίς, όταν ο νυν σταρ των Χιτ ήταν ακόμα βρέφος. Σίγουρα θα περιμένετε να διαβάσετε για τον αγώνα της μητέρας να μεγαλώσει μόνη της σωστά (όπως έχει συμβεί κατά κόρων στις περιπτώσεις πολλών επιτυχημένων αθλητών -και όχι μόνο φυσικά- στην Αμερική) τα παιδιά της και να κρατήσει την οικογένεια ενωμένη. Όχι. Αυτή δεν είναι μια τέτοια ιστορία.
Ο Τζίμι Μπάτλερ γνώρισε από μικρός την απόρριψη και τη σημασία της αγάπης στη πνευματική ανάπτυξη ενός παιδιού. Στα δεκατρία του χρόνια, η μητέρα του τον έδιωξε από το σπίτι γιατί δεν της άρεσε η …φάτσα του.
“Δεν μου αρέσει το παρουσιαστικό σου. Πρέπει να φύγεις από εδώ μέσα”.
Αυτή ήταν η ατάκα που -κατά τον ίδιο- πάγωσε ένα δεκατριάχρονο παιδί το οποίο έμεινε άστεγο γιατί η μητέρα του απλά δεν το ήθελε. Ο Μπάτλερ έμεινε πολλά βράδια στους δρόμους. Άρχισε λίγο αργότερα να μένει για μερικές ημέρες σε σπίτια φίλων και συμμαθητών του. Απλά για μερικές ημέρες. Μετά έψαχνε μια άλλη οικογένεια, ένα άλλο σπίτι που θα μπορούσε να τον φιλοξενήσει για μερικές ημέρες. Ήταν πρακτικά άστεγος. Η γνωριμία του με τον συμμαθητή του στο λύκειο Τζόρνταν Λέσλι (έπαιζε μπάσκετ και φούτμπολ) ήταν ένα μήνυμα από τον ουρανό. Ο Μπάτλερ γνώρισε τον Λέσλι όταν κατά τη διάρκεια ενός καλοκαιρινού καμπ μπάσκετ, ο τελευταίος του πρότεινε να παίξουν έναν διαγωνισμό τριπόντων. Όταν ο Λέσλι έμαθε για την κατάσταση που βίωνε ο Μπάτλερ, τον πήγε σπίτι του. Οι γονείς του είχαν ήδη άλλα έξι παιδιά όμως για την κυρία Μισέλ δεν υπήρχε καν δεύτερη σκέψη.
Με δική της πρωτοβουλία, ο Μπάτλερ θα έμενε μόνιμα στο σπίτι της οικογένειας και θα έπαιρνε τόνους αγάπης, από αυτούς που του είχαν λείψει τόσο πολύ στα χρόνια της εγκατάλειψης. Η συνέχεια της ιστορίας και της ενασχόλησης του με το μπάσκετ είναι γεμάτη από υπερβάσεις και κατορθώματα ενάντια στα προγνωστικά.
Βγαίνοντας από το λύκειο, ο Μπάτλερ κατατάσσεται στο Νο72 μεταξύ των prospects της πολιτείας του Τέξας, το οποίο φυσικά είναι μια πολύ μέτρια θέση στην αξιολόγηση (ουσιαστικά σημαίνει ότι δύσκολα θα σε κοιτάξουν οι σκάουτερ των σχετικά καλών πανεπιστημίων). Ξεκινάει με το άσημο Tyler Junior College όπου δεν κατάφερε να λάμψει. Ένας σκάουτερ όμως του κολεγίου του Μarquette εντυπωσιάστηκε από το πόσο σκληρά δούλευε μέσα στο παρκέ ο αθλητής και έπεισε τον Buzz Williams να του δώσει μια ευκαιρία στο σπουδαίο πρόγραμμα του Ουισκόνσιν. Εκεί άλλαξαν όλα για τον Μπάτλερ. Η θητεία του υπό τον σπουδαίο και φημισμένο στο να σπρώχνει παίχτες στο όριο τους κόουτς Williams του μετέδωσε το μικρόβιο της πολύ σκληρής δουλειάς (ο Μπάτλερ ήδη είχε εθισμό στο να δουλεύει απλά στο Marquette έφτασε σε άλλο επίπεδο).
Στη τελευταία του σεζόν στο κολέγιο τα νούμερα του δεν είναι φανταχτερά (15.7 πόντοι). Επιλέγεται στο τέλος του πρώτου γύρου από τους Μπουλς. Ομάδες όπως οι Σέλτικς και οι Κλίπερς δεν έδειχναν να πιστεύουν καθόλου σε αυτόν. Και πάλι όλα έμοιαζαν “στημένα” κατά του. Ποιος μπορούσε να φανταστεί ότι ο ρούκι των 2.6 πόντων θα φτάσει να σκοράρει 23.9 πόντους λίγα χρόνια μετά, μπαίνοντας στις All-star πεντάδες του ΝΒΑ ενώ το 2016 θα εκπροσωπούσε την πατρίδα του στους Ολυμπιακούς του Ρίο στον δρόμο για το χρυσό; Ο Μπάτλερ αποτελεί τα τελευταία χρόνια ένας από τους καλύτερους two-way players της λίγκας, όντας πολύ αποτελεσματικός τόσο στην άμυνα όσο και στην επίθεση. Κοιτάζοντας πίσω, όλη η διαδρομή του μέχρι εδώ μοιάζει με θαύμα. Ένα θαύμα που γεννήθηκε από τον χαρακτήρα του και την άρνηση του να παραδοθεί στις δυσκολίες. Για το τέλος σας αφήνω μια δήλωση του στο ESPN στο πλαίσιο των συνεντεύξεων που προηγούνται του ντραφτ. Θα σας βοηθήσει να καταλάβετε ποιος είναι ο Τζίμι Μπάτλερ…
“Σας παρακαλώ, ξέρω ότι θα γράψετε κάτι σχετικά για εμένα. Μην γράψετε κάτι για να με λυπηθεί ο κόσμος. Το μισώ αυτό. Δεν υπάρχει τίποτα για να με λυπούνται. Αγαπώ ότι μου έχει συμβεί μέχρι τώρα. Με έκανε αυτό που είμαι. Νιώθω ευγνώμων για τις προκλήσεις που αντιμετώπισα. Σας παρακαλώ… Μη τους ωθήσετε να με λυπηθούν”.