Υπάρχουν πολλές κατηγορίες ποδοσφαιριστών. Μία από τις αγαπημένες μου είναι οι ποδοσφαιριστές που αν και έχουν τεράστιο ταλέντο, που φάνηκε μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία, για κάποιους περίεργους λόγους, που συνήθως δεν μπορούν και να αναλυθούν, δεν κατάφεραν να αρπάξουν τις ευκαιρίες που άξιζαν και έφτασαν να εξελιχθούν σε θρύλους μακριά όμως από το «σπίτι» τους και από το πρωτάθλημα της χώρας τους. Ο Άγγλος αρχηγός της Ρέιντζερς, Τζέιμς Ταβερνιέ, ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Ένας άκρως ταλαντούχος ποδοσφαιριστής με αστείρευτες ηγετικές αρετές. Ένας ακραίος αμυντικός μιας εποχής που θέλει τους παίκτες, αυτής της θέσης, αλλά και κάθε θέσης αν το εμβαθύνουμε, πολυσύνθετους και στις τρεις γραμμές του γηπέδου. Φυσικά το τετριμμένο «τίποτα δεν του χαρίστηκε» ταιριάζει γάντι και στην δική του περίπτωση μιας και για να φτάσει να θεωρείται -δικαίως- ως ένας από τους καλύτερους πλάγιους μπακ στο Ηνωμένο Βασίλειο, και στην Ευρώπη αν με ρωτάτε (δίχως υπερβολή), βρέθηκε πρώτα σε μικρές κατηγορίες της Αγγλίας για να φτάσουμε στις μέρες μας, των τροπαίων στη Σκοτία, της ευρωπαϊκής πορείας, και των τόσων ατομικών διακρίσεων. Όπως άλλωστε έχουν δηλώσει συμπαίκτες και προπονητές από τα χρόνια που αγωνιζόταν στην Κόνφερενς και την League One της Αγγλίας «ο Τζέιμς δούλευε ασταμάτητα και το σημαντικότερο, ήταν και συνεχίζει να είναι εκεί, όταν η ομάδα τον έχει ανάγκη. Στα εύκολα αλλά και εκεί που είναι πιο σημαντικό. Στα δύσκολα».
Γεννημένος πριν 30 χρόνια στο Μπράντφορντ του δυτικού Γιόρσκσαϊρ έκανε τα πρώτα του κοντρόλ στην φημισμένη ακαδημία της Λιντς πριν φύγει το 2008 για την Νιουκάστλ, σε μια περίοδο που η θέση του στο γήπεδο δεν ήταν αυτή του πλάγιου αμυντικού αλλά εκείνη του κεντρικού μέσου. Αυτό που έβλεπαν οι προπονητές του ήταν ένα ντελικάτο «οχτάρι» που μπορούσε να βρεθεί δίπλα στο κλασικό «εξάρι» βοηθώντας και συμπληρώνοντας -όπως πρέπει άλλωστε- το παιχνίδι ο ένας του άλλου. Μιλάμε δηλαδή για τη θέση που το αγγλικό ποδόσφαιρο μας έχει χαρίσει πολλές σπουδαίες προσωπικότητες. Η μοίρα του πάντως δεν ήταν να γίνει γνωστός παίζοντας ως μέσος, ούτε φυσικά να κάνει καριέρα στην ομάδα που τον πίστεψε όταν ήταν ένα αμούστακο 17χρόνο παιδί γεμάτο από όνειρα. Από το 2009 μέχρι και το 2015, όταν και υπέγραψε για την Ρέιντζερς, ο Ταβερνιέ αγωνίστηκε σε 8 διαφορετικές ομάδες, σε 4 διαφορετικές κατηγορίες της Αγγλίας, σε όλες ως δανεικός, εκτός της Γουίγκαν που τον είχε κάνει δικό της το καλοκαίρι του 2014. Δυστυχώς για τον ίδιο η κατάρα των δανεισμών δεν τον άφησε ούτε εκεί μιας και ο Μάλκι Μακάι, προπονητής του στους Λάτικς, τον έστειλε δανεικό, για το δεύτερο μισό της σεζόν, στην Μπρίστολ Σίτι, στα γήπεδα της League One, μια κατηγορία κάτω από την Γουίγκαν, με τον Ταβερνιέ όμως, μέσα στην απογοήτευσή του, να βρίσκει τις ψυχικές αντοχές και να πραγματοποιεί μερικές εξαιρετικές εμφανίσεις σε μια σεζόν που -στο τέλος της- βρήκε τους «κοκκινολαίμηδες» να κερδίζουν την άνοδο στην Τσάμπιονσιπ.
Τον Ιούλιο του 2015 ο νέος προπονητής της Ρέιντζερς, Μαρκ Ουόρμπαρτον, θα βγάλει από τα ταμεία της ομάδας το ποσό των 200.000 λιρών και θα τον φέρει στο Άιμπροξ. Εκείνη την περίοδο η σπουδαία ομάδα της Γλασκόβης είχε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της καταστροφικής της τιμωρίας, που την είχε υποβιβάσει στην τέταρτη κατηγορία της Σκοτίας το 2012, και δήλωνε πανέτοιμη για να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία μετά από δύο σερί ανόδους. Ο Ταβερνιέ σκόραρε με απευθείας εκτέλεση φάουλ λίγες μέρες μετά την υπογραφή του, στη νίκη απέναντι στην Χιμπέρνιαν με 3-1, για το Challenge Cup βάζοντας τις πρώτες ποδοσφαιρικές πινελιές σε έναν υπέροχο «καμβά» που -ευτυχώς- συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας. Η δεξιά πλευρά της Ρέιντζερς του ανήκε, κάνοντας πράγματα που φάνταζαν εξωπραγματικά για κάποιον πλάγιο μπακ της δεύτερης κατηγορίας του άτεχνου, και πολλές φορές βίαιου και αντιαθλητικού, σκοτσέζικου πρωταθλήματος. Ο Ταβερνιέ μπορούσε να σκοράρει. Μπορούσε να βγάλει ασίστ από κάθε απόσταση. Μπορούσε να πατάει συνεχώς στην αντίπαλη περιοχή και φυσικά να κάνει αυτό που στις μέρες μας ξενίζει σε αρκετούς ακόμα και όταν το βλέπουν στο κορυφαίο επίπεδο σε λαμπερά πρωταθλήματα όπως είναι η Πρέμιερ Λιγκ και η Λα Λίγκα. Από πλάγιος μπακ δηλαδή να γίνεται κεντρικός μέσος και στην αμέσως επόμενη φάση να είναι κάτι σαν δεύτερος (και τρίτος) επιθετικός. Το τέλος εκείνης της σεζόν τον βρήκε με 15 τέρματα και 23 ασίστ σε 50 παιχνίδια, υπογράφοντας ουσιαστικά και την επιστροφή της Ρέιντζερς στην μεγάλη κατηγορία. Φυσικά υπήρχαν και οι επικριτές. Πάντα θα υπάρχουν άλλωστε κι αυτοί όσο καλός κι αν είναι κάποιος. Αυτοί θεωρούσαν πως όλα αυτά ήταν εύκολο να γίνουν στην δεύτερη κατηγορία της Σκοτίας και απίθανο να συνεχιστούν στην πρώτη. Εκεί δηλαδή που δέσποζε η Σέλτικ, σε μια περίοδο μάλιστα που ήταν -τουλάχιστον- ένα επίπεδο πάνω από την μισητή της αντίπαλο και ο Ταβερνιέ, απ’ την άλλη, δεν είχε καμία εμπειρία από πρώτη κατηγορία, εκτός από δύο συμμετοχές με την Νιουκάστλ που, λογικά, δεν θυμόταν ούτε ο πιο φανατικός με τις «καρακάξες».
Αυτό που πολλοί σίγουρα αγνοούν είναι πως ο Ταβερνιέ θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε κακό μπελά για την τωρινή ομάδα του αν Ρόνι Ντέιλα, Νορβηγός προπονητής της Σέλτικ από το 2014 μέχρι και το 2016, είχε ακούσει τον Στιβ Έβανς, παλαίμαχο Σκοτσέζο επιθετικό και άρρωστο οπαδό της Σέλτικ από τα χρόνια που μεγάλωσε στη Γλασκόβη των 70s. Ο Έβανς ήταν ο πρώτος προπονητής που πίστεψε πραγματικά τον Ταβερνιέ όταν τον είχε παίκτη στη Ρόδερχαμ. Ήταν η σεζόν 2013-2014 με τον νεαρό να πραγματοποιεί εξαιρετική σεζόν στην League One βγάζοντας στο γήπεδο, για πρώτη φορά, όλα τα ταλέντα που τον έκαναν διάσημο. Ο Έβανς τον ήθελε σαν τρελός για δύο χρόνια σερί με τον Ταβερνιέ να βρίσκει τρόπους να αποφύγει τη μετακίνηση. Τελικά, το καλοκαίρι του ’13 ο Έβανς τον κάλεσε στο γραφείο λέγοντάς του, με σκληρό τρόπο, τα λόγια που του άλλαξαν τη ζωή. «Θα συνεχίσεις να σπαταλάς το ταλέντο σου ή θα έρθεις εδώ, στον ρόλο που έχω ειδικά για σένα, να ξεδιπλώσεις το ταλέντο σου και να εξελιχθείς σε σπουδαίο ποδοσφαιριστή». Ο Έβανς ήταν ο πρώτος που έδειχνε να τον πιστεύει πραγματικά. Στα 21 του ήξερε πως έπρεπε να βρει ομάδα που να τον πιστεύει, σπρώχνοντάς τον, πρώτα απ’ όλα, να χαρεί και πάλι το ποδόσφαιρο, βρίσκοντας παράλληλα τον δρόμο του. Η άνοδος με την Ρόδερχαμ και όλα αυτά που έκανε εκείνη τη σεζόν στο γήπεδο οδήγησαν τον Έβανς στα γραφεία της Σέλτικ. «Έχω κάποιον πολύ σημαντικό για εσάς. Πρέπει να του δώσετε μια ευκαιρία. Πιστεύω πως μπορεί να εξελιχθεί σε σπουδαίο παίκτη για τον σύλλογο». Η Σέλτικ τελικά δεν ενδιαφέρθηκε και ο Ταβερνιέ έμελλε να εξελιχθεί, ένα χρόνο αργότερα, σε σπουδαίο παίκτη στην άλλη πλευρά της Γλασκόβης. Όχι όμως με τις ριγέ πράσινες γραμμές της Σέλτικ αλλά με το βαθύ μπλε της Ρέιντζερς.
Από το 2015 όταν και φόρεσε την φανέλα της Ρέιντζερς, δίνοντας υποσχέσεις για πολλά γκολ, δήλωση δηλαδή που δεν περιμένεις να ακούσεις από αμυντικό αλλά από επιθετικό, μέχρι και τις μέρες μας, με την Ρέιντζερς να παλεύει για το δεύτερό της πρωτάθλημα στα δικά του χρόνια, έχοντας ξαναβρεί παράλληλα και την χαμένη της, για πολλά χρόνια, ευρωπαϊκή αίγλη, συγκεκριμένα από το 2008, όταν με ηγέτη τον Μπάρι Φέργκιουσον, είχε φτάσει μέχρι τον τελικό του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ γνωρίζοντας την ήττα από την εξαιρετική εκείνα τα χρόνια Ζενίτ, ο Τζέιμς Ταβερνιέ συνεχίζει στους ίδιους ρυθμούς γράφοντας εξωπραγματικούς αριθμούς. Τα 80 γκολ και οι 108 ασίστ άλλωστε δεν σηκώνουν καμία αμφισβήτηση, αν σκεφτούμε κιόλας πως μιλάμε για παίκτη που αρχίζει από το δεξί άκρο της άμυνας για να πατήσει, στη συνέχεια, κάθε σπιθαμή του γηπέδου. Όπως πρέπει να κάνει δηλαδή κάθε σύγχρονος πλάγιος μπακ. Απ’ την άλλη, η εξαιρετική σεζόν που πραγματοποιεί η ομάδα και στην Ευρώπη, σε μια σεζόν που δεν την επηρέασε ούτε η αλλαγή του προπονητή στη μέση της σεζόν, με τον Φαν Μπρόκχορστ να παίρνει τη θέση του Τζέραρντ, φανερώνει με τον καλύτερο τρόπο την αξία του σπουδαίου αρχηγού της Ρέιντζερς αλλά και την ποιότητα της ομάδας του. Η ερώτηση των επικριτών του για το αν μπορεί να τα κάνει, όλα αυτά που κάνει στην Σκοτία, και σε πιο υψηλό επίπεδο έχει απαντηθεί εδώ και καιρό. 6 γκολ και 2 ασίστ, σε 11 παιχνίδια, για το Γιουρόπα Λιγκ, έχοντας και την πρόκριση απέναντι στη Ντόρτμουντ δεν σηκώνουν καμία αμφισβήτηση, ούτε για τον ίδιο, ούτε για την ομάδα του.
Η Ρέιντζερς αγωνίζεται στην έδρα της Λειψίας για την πρώτη αναμέτρηση των ημιτελικών του Γιουρόπα Λιγκ με το βλέμμα στον τελικό της Σεβίλης. Το ταλέντο, το πάθος και οι ηγετικές αρετές του σπουδαίου Τζέιμς Ταβερνιέ αναμένεται να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην υπόθεση πρόκριση που -αν έρθει- θα πρόκειται σίγουρα για την μεγαλύτερη στιγμή της ομάδας από το 2015 μέχρι και τις μέρες μας. «Παίρνω έμπνευση από τον αγαπημένο μου, παλιό, αστέρα της ομάδας» δήλωσε πολύ πρόσφατα ο ίδιος. Ποιος είναι ο αγαπημένος του παίκτης; Ο Πολ Γκασκόιν φυσικά που πέρασε μερικά εξαιρετικά ποδοσφαιρικά χρόνια στο Άιμπροξ στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Οι δυο τους έχουν φορέσει την φανέλα τόσο της Νιουκάστλ όσο και της Ρέιντζερς και -ποιος ξέρει- ίσως μένει και αυτή της εθνικής για να ολοκληρωθεί αυτό το υπέροχο ποδοσφαιρικό παραμύθι που εδώ και 7 χρόνια ζει ο Ταβερνιέ χαρίζοντας παράλληλα σε όλους τους φίλους της Ρέιντζερς όμορφες ποδοσφαιρικές στιγμές και συγκινήσεις.