“Όποιος αναλαμβάνει την ευθύνη να εκτελέσει πέναλτι σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο είναι σίγουρα ένας από τους πιο γενναίους ανθρώπους στον κόσμο”. Αυτή την ατάκα χρησιμοποίησε πριν λίγες μέρες σαν τίτλο του άρθρου του ο Πολ Πάρκερ, παλιός παίκτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και μέλος της εθνικής Αγγλίας την προηγούμενη φορά που έφτασε στα ημιτελικά ενός Μουντιάλ, το 1990 στην Ιταλία.
Στο κείμενο που ακολουθεί αναφέρει ακόμα: “Σήμερα όλοι είναι ειδικοί και σου λένε ότι πρέπει να κάνεις εξάσκηση. Η δικιά μου θέση όμως είναι πως δεν γίνεται να αντιγράψεις τις συνθήκες ενός τέτοιου αγώνα στην προπόνηση. Δεν μπορείς να κάνεις κάποιον να νιώσει πως είναι όταν βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση, όπως αυτή που ήταν ο Ντάιερ. Είναι απλά αδύνατον. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι δεν είναι τόσο εύκολο όσο φαίνεται”.
Τρεις μέρες πριν ο Πάρκερ γράψει τις παραπάνω σειρές, ο Λούκα Μόντριτς βρέθηκε 11 βήματα μακριά από τον Κάσπερ Σμάιχελ στην παράταση του αγώνα με τη Δανία. Ο Μόντριτς σημάδεψε δεξιά, ο Σμάιχελ έπεσε σωστά και το παιχνίδι πήγε στα πέναλτι. Λίγο πριν ξεκινήσει η διαδικασία, ο Ιβαν Ράκιτιτς συγκέντρωσε όλους τους παίκτες της Κροατίας και τους είπε: “Ο Λούκα μας έχει σώσει πολλές φορές, τώρα πρέπει να του δώσουμε κι εμείς κάτι πίσω”.
Εννιά πέναλτι αργότερα, εκ των οποίων τα 4 αποτυχημένα, ο Ράκιτιτς ξεκινούσε τη μοναχική πορεία προς την άσπρη βούλα, την ώρα που ο Ντομαγκόι Βίντα του φώναζε από το βάθος: “Σε παρακαλώ βάλτο, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ”. Αν και το πέναλτι θα έκρινε μια πρόκριση στους ‘8’ του Μουντιάλ, ο Ράκιτιτς έδινε σε όλους την αίσθηση πως δεν υπήρχε περίπτωση να το χάσει. “Όλο το πρωί μελετούσα βίντεο με τον Σμάιχελ, για να τσεκάρω τις κινήσεις του. Συμβουλεύτηκα ακόμα και τον Κράμαριτς που έπαιζε μαζί του στη Λέστερ. Γι’αυτό είχα τρομερή αυτοπεποίθηση. Ήξερα ότι αν ήταν να το βγάλει, θα έπρεπε να κάνει την καλύτερη επέμβαση της ζωής του”. Ο Σμάιχελ δεν την έκανε, η μπάλα κατέληξε στα δίχτυα, η Κροατία προκρίθηκε και ο Λούκα Μόντριτς δεν έφυγε από τη διοργάνωση με την ταμπέλα του μοιραίου παίκτη.
Αυτή δεν θα ήταν η πρώτη φορά βέβαια. Τέτοιες μέρες μια δεκαετία πριν, το καλοκαίρι του 2008, η Κροατία βρισκόταν ξανά στα πέναλτι, με αντίπαλο τότε την Τουρκία, διεκδικώντας μια θέση στα ημιτελικά του Euro. O 23χρονος τότε Μόντριτς εκτέλεσε πρώτος. Η μπάλα έφυγε έξω. Δυο πέναλτι μετά, έφτασε η σειρά του 20χρονου Ιβαν Ράκιτιτς. Διαφορετική γωνία, ίδια κατάληξη. Η μπάλα άουτ! Η Κροατία αποκλείστηκε και οι δυο ανερχόμενοι αστέρες της αποδείχτηκαν μοιραίοι.
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Ράκιτιτς όχι μόνο έσωσε τον καλό του φίλο από μια παρόμοια κατάσταση, όχι μόνο έστειλε την Κροατία στα προημιτελικά αλλά ήταν αυτός που ανέλαβε να εκτελέσει ξανά το τελευταίο πέναλτι και στον αγώνα με τους Ρώσους. Ξανά η ίδια σιγουριά στο πρόσωπο του, ξανά η ίδια κατάληξη. Η Κροατία έγινε η πρώτη ομάδα μετά την Αργεντινή του 1990 που προκρίνεται δυο συνεχόμενες φορές στα πέναλτι και ο Ράκιτιτς ο πρώτος παίκτης που ευστοχεί στο κρίσιμο, τελευταίο πέναλτι σε δυο σερί αγώνες.
Όλα αυτά θα μπορούσαν να ήταν πολύ διαφορετικά αν το 2007 ο Σλάβεν Μπίλιτς δεν έπειθε τον νεαρό τότε μέσο να επιλέξει την Κροατία αντί της Ελβετίας. Ο Ράκιτιτς γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της Ελβετίας από Κροάτες γονείς που διαισθανόμενοι πως η κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία μπορεί εύκολα να ξεφύγει, εγκατέλειψαν τη χώρα μερικά χρόνια πριν ξεσπάσει ο πόλεμος.
Μέχρι τα 19 του αγωνιζόταν στις μικρές εθνικές της Ελβετίας αλλά όταν ο Μπίλιτς ενδιαφέρθηκε να τον καλέσει στην ομάδα του, ο Ράκιτιτς δεν το σκέφτηκε πολύ. Είχε μεγαλώσει άλλωστε έχοντας σαν ίνδαλμα τον Ρόμπερτ Προσινέτσκι και το μόνο που ονειρευόταν ήταν μια παρόμοια καριέρα σε συλλογικό και σε εθνικό επίπεδο.
Το όνειρο του πραγματοποιήθηκε σε τρομακτικό ποσοστό, αφού η καριέρα του τον οδήγησε σε δυο ομάδες στις οποίες είχε παίξει και το είδωλο του, τη Σεβίλλη και τη Μπαρτσελόνα. Στην Ανδαλουσία ο Ράκιτιτς δεν έκανε μόνο όνομα αλλά βρήκε και τη γυναίκα της ζωής του, μια σερβιτόρα στο μπαρ του ξενοδοχείου στο οποίο έμενε τον πρώτο καιρό.
Παίζοντας με επιτυχία όλες τις θέσεις του κέντρου, ο Κροάτης έδειξε πως είναι ιδανικό εργαλείο για οποιονδήποτε προπονητή και τράβηξε αμέσως τα βλέμματα μεγαλύτερων ομάδων. Όταν το 2014 οδήγησε με εξαιρετικές εμφανίσεις, ασίστ και γκολ τη Σεβίλλη σε ένα ακόμα Γιουρόπα Λιγκ ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι το Σάντσεθ Πιθχουάν ήταν μικρό γι’αυτόν.
Η φυγή από την Ανδαλουσία δεν ήταν πάντως εύκολη υπόθεση καθώς ο Κροάτης είχε δεθεί αρκετά με την ομάδα και είχε γίνει ο πρώτος ξένος αρχηγός της μετά τον Ντιέγκο Μαραντόνα. Εκτός αυτού η οικογένεια της γυναίκας του αποτελείται από φανατικούς οπαδούς της Σεβίλλης.
Ο παππούς της ήταν τόσο πιστός στην ομάδα που όταν οι νοσοκόμες προσφέρθηκαν να τον βοηθήσουν να βγάλει το ρολόι του για μια εξέταση, λίγες μέρες πριν πεθάνει, η απάντηση ήταν αρνητική. Το ρολόι ήταν ξεχωριστό γιατί είχε πάνω το σήμα της ομάδας. “Αυτό μένει μαζί μου. Μέχρι το τέλος. Αν είναι να φύγω, θα φύγω μαζί με τη Σεβίλλη”.
H μεταγραφή στη Μπαρτσελόνα επιβεβαίωσε την τρομακτική ικανότητα του Ράκιτιτς να προσαρμόζεται σε νέους ρόλους και νέες θέσεις. Έχοντας παίξει για χρόνια σαν επιθετικό χαφ ή και 10αρι που πατάει συχνά περιοχή, στο Καμπ Νου συμβιβάστηκε με έναν διαφορετικό και λιγότερο πρωταγωνιστικό ρόλο και αποδείχτηκε σημαντικός ακόμα και εκεί.
Τα γκολ και οι επιθετικές προσπάθειες μειώθηκαν (στη Σεβίλλη μετρούσε 27 γκολ τις 2 τελευταίες σεζόν του), τα τάκλιν και τα αθόρυβα χιλιόμετρα αυξήθηκαν αλλά το αποτέλεσμα είναι αυτό που μετράει κι αυτό το ξέρει καλά ο πανέξυπνος στον αγωνιστικό χώρο Κροάτης. “Γιατί τρέχω για τον Μέσσι; Γιατί το αξίζει” δήλωσε σε μια συνέντευξη του πρόσφατα, αποδεικνύοντας πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το καλό της ομάδας. Όταν ο προπονητής του ζητάει να γίνει ‘χαμάλης’, καταπίνει τα χιλιόμετρα με το τσουβάλι. Όταν η ομάδα χρειάζεται βοήθειες στην επίθεση, προωθείται και απειλεί με το εξαιρετικό του μακρινό σουτ. Όταν η περίσταση απαιτεί κοντρολάρισμα του αγώνα, βρίσκεται αμέσως δίπλα στον Μέσσι και τον Ινιέστα, έτοιμος να ανταλλάξει πασούλες.
Σε μια σχετικά παρόμοια κατάσταση στην εθνική, κάνει ό,τι μπορεί για να δώσει στον Μόντριτς τους χώρους και την άνεση που χρειάζεται για να δημιουργήσει, καθώς γνωρίζει καλά τις δυνατότητες του συμπαίκτη του. “O Λούκα είναι ο καλύτερος παίκτης που έχει βγάλει ποτέ η Κροατία” δήλωσε πρόσφατα.
Ακόμα και με όλους τους προβολείς στραμμένους πάνω στον παίκτη της Ρεάλ όμως, είναι πολύ δύσκολο να μην προσέξει κάποιος τη δουλειά που κάνει ο Ράκιτιτς λίγα μέτρα πιο δίπλα και στο αμυντικό και στο επιθετικό κομμάτι. O Ζλάτκο Ντάλιτς φαίνεται πως έχει βρει για την ώρα τον τρόπο να πάρει και από τους δυο μεγάλους σταρ του αυτά που χρειάζεται η Κροατία για να κάνει επιτέλους το βήμα παραπάνω και αυτό φαίνεται στα αποτελέσματα.
Σήμερα το βράδυ στη Μόσχα η Κροατία δίνει το σημαντικότερο παιχνίδι των τελευταίων 20 χρόνων, απέναντι σε μια ομάδα που κυνηγάει όπως κι αυτή την υπέρβαση. Για να καταφέρει να βρεθεί για πρώτη φορά σε τελικό Μουντιάλ και να ξεπεράσει τη χρυσή φουρνιά του 1998, θα πρέπει να κερδίσει τους ιδιαίτερα αξιόμαχους φέτος Άγγλους. Σε περίπτωση που δεν μπορέσει πάντως να επιβληθεί στα 90 λεπτά του αγώνα, ξέρει ότι μπορεί στα πέναλτι να βασιστεί στον ξανθό μέσο με το παγωμένο αίμα, που όταν ήταν μικρός το μόνο που ήθελε ήταν να κάνει μια καριέρα σαν του Προσινέτσκι. Τελικά έκανε καλύτερη.