Ο Τζιοβάνι Σιμεόνε δεν είναι απλά ο γιος του ‘Τσόλο’

Το φθινόπωρο του 1990 ο 46χρονος Κάρλος Σιμεόνε μπήκε σε ένα αεροπλάνο με προορισμό την Ιταλία με σκοπό να παρακολουθήσει τον 20χρονο γιο του, Ντιέγκο, που είχε πάρει πρόσφατα μεταγραφή εκεί, μετά από τρία χρόνια παρουσίας στο πρωτάθλημα της Αργεντινής. Το φθινόπωρο του 2016 ο 46χρονος Ντιέγκο Σιμεόνε μπήκε σε ένα αεροπλάνο με προορισμό την Ιταλία με σκοπό να παρακολουθήσει από κοντά τον 20χρονο γιο του, Τζιοβάνι, που είχε πάρει πρόσφατα μεταγραφή εκεί, μετά από τρία χρόνια παρουσίας στο πρωτάθλημα της Αργεντινής. Λένε πως η ζωή παίζει συχνά περίεργα παιχνίδια κι αυτό είναι μάλλον ένα από αυτά. Για να γίνει πραγματικότητα αυτή η περίεργη σύμπτωση βοήθησε αρκετά το γεγονός ότι στην οικογένεια Σιμεόνε το ποδόσφαιρο μονοπωλούσε ανέκαθεν το ενδιαφέρον.

“Είναι αδύνατον να μη μιλήσεις για μπάλα στο σπίτι. Όταν μαλώναμε, μας έδειχναν κάρτα. Όταν κάποιος σκόνταφτε, φωνάζαμε «πέναλτι». Είμαστε όλοι άρρωστοι με το ποδόσφαιρο” αποκάλυψε πριν λίγα χρόνια ο Τζιανλούκα, ο μεσαίος γιος του Ντιέγκο Σιμεόνε που αυτή την εποχή αγωνίζεται στην Ιμπίθα ως επιθετικός. Στην ίδια θέση παίζει και ο μεγάλος του αδερφός, ο Τζιοβάνι, αυτός για τον οποίο ο ‘Τσόλο’ πήρε το 2016 το αεροπλάνο για να τον δει από κοντά να αγωνίζεται με τη φανέλα της Τζένοα απέναντι στη Γιουβέντους. Ο μικρός πέτυχε δυο γκολ εκείνη τη μέρα, τίμησε για τα καλά την παράδοση που λέει πως το Σιμεονέικο έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τη Γιούβε (“Moυ είχε πει ο πατέρας μου πριν το ματς ότι είχε σκοράρει κι αυτός εναντίον τους και ότι το έχουμε στο αίμα μας”) και έκανε περήφανο και τον μπαμπά και τον παππού, που όπως έγινε γνωστό αργότερα συγκινήθηκε όταν είδε την πανηγυρική φωτογραφία που έβγαλαν μετά το παιχνίδι γιος και εγγονός.

Εκείνη ήταν η πρώτη φορά που ο Τζιοβάνι Σιμεόνε βρέθηκε στους τίτλους των ιταλικών, και όχι μόνο, ΜΜΕ. Γεννημένος στην Ισπανία, την εποχή που ο πατέρας του έπαιζε στην Ατλέτικο, μεγαλωμένος στην Ιταλία, την εποχή που ο πατέρας του μετακόμισε για να παίξει εκεί, και ποδοσφαιρικά ανδρωμένος στην Αργεντινή, την εποχή που (καλά μαντέψατε) ο πατέρας του έκανε τα πρώτα του προπονητικά βήματα εκεί, ο Τζιοβάνι ένιωσε για τα καλά στο πετσί του τη θεωρία που λέει ότι είναι ευχή και ταυτόχρονα κατάρα το να είσαι παιδί ενός πασίγνωστου ποδοσφαιριστή.

Αντικειμενικά, το επίθετο του προφανώς και βοήθησε στο να ανοίξουν πιο εύκολα κάποιες πόρτες. Η παρουσία του πατέρα του στον πάγκο της Ρίβερ Πλέιτ έδωσε αυτόματα στον μικρό τη δυνατότητα να ενταχθεί στις ακαδημίες της και φυσικά να προσεχθεί λίγο παραπάνω από τα υπόλοιπα παιδιά. “Όταν έφτασα να παίζω στην 1η κατηγορία της Αργεντινής, ο κόσμος άρχισε να με φωνάζει ‘Τσολίτο’ ή ακόμα χειρότερα «ο γιος του Σιμεόνε»” διηγείται ο ίδιος. “Έπρεπε κάθε φορά να τους υπενθυμίζω ότι δεν είμαι ο γιος του Σιμεόνε, είμαι ο Τζιοβάνι και τίποτα άλλο. Προσπαθούσα να τους αποδείξω ότι παίζω γιατί το αξίζω και γιατί πετυχαίνω γκολ.”

Η όποια δυσπιστία για το ταλέντο του εξαφανίστηκε το 2015, όταν σκόραρε 9 φορές σε 9 αγώνες με τη φανέλα της εθνικής νέων της Αργεντινής στο Πρωτάθλημα U20 της Ν. Αμερικής. Η ‘αλμπισελέστε’ κατέκτησε το τρόπαιο και ο νεαρός Σιμεόνε βρήκε επιτέλους χώρο για να λάμψει, καθώς οι ευκαιρίες που του είχαν δοθεί ως τότε στη Ρίβερ ήταν λιγοστές. Την επόμενη κιόλας χρονιά η Τζένοα ενδιαφέρθηκε γι’αυτόν και το όνειρο μιας ευρωπαικής καριέρας ξεκίνησε.

Τα 14 γκολ στη Γένοβα, ακολούθησαν 22 γκολ με τη φανέλα της Φιορεντίνα και μετά 18 γκολ με αυτήν την Κάλιαρι αλλά το πρόβλημα παρέμενε το ίδιο. Ο Σιμεόνε περνούσε περιόδους που τα γκολ ερχόταν το ένα μετά το άλλο και συχνά κατέληγαν στα δίχτυα μεγάλων ομάδων (είναι χαρακτηριστικό πως έχει πετύχει 2 γκολ σε έναν αγώνα απέναντι στη Γιούβε με τρεις διαφορετικές ομάδες). Aυτές όμως κρατούσαν λίγο και συνήθως έδιναν τη θέση τους σε μεγάλα διαστήματα που το όνομα του το έβρισκες σπάνια στη λίστα των σκόρερ αλλά και των διακριθέντων. Ο δανεισμός του στη Βερόνα το καλοκαίρι φαινόταν σαν μια ακόμα προσπάθεια να κάνει μια νέα αρχή αλλά το ξεκίνημα μόνο ενθαρρυντικό δεν ήταν. Η Βερόνα άρχισε τη σεζόν με 3 σερί ήττες με τον 26χρονο πλέον Τζιοβάνι να παίζει ελάχιστα και να μένει σε ρηχά νερά. Όπως συμβαίνει πολύ συχνά στο ποδόσφαιρo, το μάρμαρο το πλήρωσε ο προπονητής. Ο Εουσέμπιο ντι Φραντσέσκο απομακρύνθηκε άρον-άρον, μετά από μόλις τρεις μήνες στον πάγκο της ομάδας, και στη θέση του ήρθε ο γνωστός μας, Ίγκορ Τούντορ. Κι από τότε, τίποτα δεν είναι το ίδιο.

Στα 8 παιχνίδια που ακολούθησαν η Βερόνα έχασε μόνο από τη Μίλαν στο Σαν Σίρο κι εκεί με το ζόρι, καθώς νικούσε με 0-2 έως το 59′. Από την αλλαγή προπονητή και μετά, μόνο η Νάπολι και η Μίλαν έχουν μαζέψει περισσότερους πόντους στo Καμπιονάτο. Με πάρα πολλά τρεξίματα κι έναν ασυγκράτητο ενθουσιασμό στις αντεπιθέσεις η ομάδα του Τούντορ σκαρφαλώνει στη βαθμολογία αγώνα με τον αγώνα, σκοράροντας με ρυθμούς που συναντάς μόνο σε τοπ συλλόγους της ηπείρου. Τέσσερα γκολ απέναντι στη Λάτσιο, τέσσερα με τη Σπέτσια, τρία με τη Ρόμα, τρία μέσα στην έδρα της Τζένοα. Στα Τοπ-5 πρωταθλήματα η μόνη ομάδα που έχει βρει περισσότερες φορές δίχτυα στο διάστημα αυτό είναι η Μπάγερν (25 έναντι 21 των παικτών του Τούντορ)!

Το ρόλο του πρωταγωνιστή σε όλη αυτή τη μεταμόρφωση τον έχει καπαρώσει ο Τζιοβάνι Σιμεόνε. Ο Αργεντινό-ισπανός βρίσκεται στη 2η θέση του πίνακα των σκόρερ με 8 γκολ, παρ’ότι έχει αγωνιστεί τα λιγότερα λεπτά από όλους όσους είναι στις πρώτες 10 θέσεις. Το ακόμα πιο τρομερό είναι ότι έχει πετύχει αυτά τα γκολ έχοντας xGoal 2,5 που με απλά λόγια σημαίνει ότι οι ευκαιρίες από τις οποίες προήλθαν τα 8 αυτά γκολ υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να είχαν δώσει 5,5 γκολ λιγότερα, μια διαφορά που δεν συναντάς συχνά! Αν σε αυτά προσθέσουμε τις 2 ασίστ του και το γεγονός ότι τα 6 από τα γκολ του μπήκαν σε διάστημα μιας εβδομάδας, απέναντι στη Λάτσιο και τη Γιουβέντους, καταλαβαίνουμε γιατί ψηφίστηκε ως ο καλύτερος παίκτης του πρωταθλήματος για τον Οκτώβριο.

Την ώρα που τα περισσότερα αφιερώματα γι’αυτόν εξακολουθούν να συμπεριλαμβάνουν εκτενείς αναφορές στον διάσημο πατέρα του, ο Τζιοβάνι συνεχίζει να δουλεύει ασταμάτητα (“Όταν κάθομαι μετά το τέλος των προπονήσεων για να εξασκηθώ λίγο ακόμα, έρχεται ο φροντιστής και με ρωτάει γιατί δεν φεύγω. Γιατί να φύγω; Εκεί περνάω καλά. Εκεί ήθελα πάντα να είμαι. Πόσα χρόνια καριέρας έχω ακόμα; Άλλα 10; Αφήστε με να τα απολαύσω”), να ψάχνει εξτρά κίνητρα στον κινηματογράφο (“Όταν δεν νιώθω πολύ καλά και χρειάζεται να ανέβω ψυχολογικά, βάζω και βλέπω το Ρόκι. Περιέχει και μια φράση που σκέφτομαι συχνά, η οποία λέει ότι το σημαντικό στη ζωή δεν είναι πόσες φορές πέφτεις στα γόνατα αλλά πόσες φορές βρίσκεις το κουράγιο να σηκωθείς ξανά”) και να υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία σε όλους πως “Δεν είμαι ο γιος του Σιμεόνε. Είμαι ο Τζιοβάνι, ένας τύπος που το μόνο που θέλει είναι να βελτιώνεται συνέχεια.”