Απόγευμα Τρίτης, 10 Ιουλίου. Όλος ο πλανήτης περιμένει με αγωνία το ίδιο πράγμα: Τον ημιτελικό του Μουντιάλ, Γαλλία-Βέλγιο. Ακόμα και στο Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, η 90χρονη σκηνοθέτρια και φωτογράφος, Ανιές Βαρντά, που βρίσκεται εκεί για να απαντήσει σε ερωτήσεις για τη σπουδαία καλλιτεχνική της καριέρα, ζητάει στο τέλος μια τηλεόραση και ένα ήσυχο δωμάτιο για να μπορέσει να παρακολουθήσει με την άνεση της το μεγάλο παιχνίδι.
Παραδόξως, ο ημιτελικός αυτός δεν είναι η μόνη ποδοσφαιρική δράση που υπάρχει εκείνη τη μέρα. Σε μια μικρή πόλη στα νότια του Λουξεμβούργου, μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από τα σύνορα της Γαλλίας, χίλιοι άνθρωποι έχουν μαζευτεί στο τοπικό γήπεδο για να παρακολουθήσουν ένα πολύ λιγότερο προβεβλημένο παιχνίδι. Η Φ91 Ντουντελάνζ υποδέχεται τη (γνωστή μας πλέον) Βίντι, στα πλαίσια του πρώτου προκριματικού του Τσάμπιονς Λιγκ. Ο αγώνας τελειώνει 1-1 και μια εβδομάδα αργότερα στην Ουγγαρία, η Βίντι κερδίζει με 2-1 και περνάει στην επόμενη φάση, στέλνοντας τους αντιπάλους της στα προκριματικά του Γιουρόπα Λιγκ.
Τρεις μήνες αργότερα το Μουντιάλ αρχίζει σιγά-σιγά να σβήνεται από τη μνήμη μας αλλά η μικρούλα Ντουντελάνζ συνεχίζει ακόμα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Τρεις διαδοχικές και αναπάντεχες προκρίσεις (επί της κοσοβάρικης Ντρίτα, της πολωνικής Λέγκια και της ρουμανικής Κλουζ) την έστειλαν στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ και ταυτόχρονα την έκαναν γνωστή σε όλη την ποδοσφαιρική Ευρώπη. Μια ομάδα από το Λουξεμβούργο, με όνομα που θα ταίριαζε σε υποβρύχια ή καταδιωκτικά αεροσκάφη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, στους ομίλους μιας ευρωπαϊκής διοργάνωσης! Ακούγεται σαν ανέκδοτο αλλά δεν είναι.
Το Λουξεμβούργο μπορεί να φημίζεται για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τις… φιλικότατες (προς τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες) φορολογικές διατάξεις του αλλά σίγουρα όχι για το ποδόσφαιρο του. Οι περισσότεροι αγνοούν ολοκληρωτικά τις ομάδες του εγχώριου πρωταθλήματος. Αν υπάρχει μια μικρή πιθανότητα κάποιος να γνωρίζει μια ομάδα, αυτή λογικά θα είναι η Ντουντελάνζ.
Η ομάδα από την ομώνυμη πόλη των 19.000 κατοίκων μπορεί να ιδρύθηκε μόλις το 1991 αλλά έχει καταφέρει να πρωταγωνιστήσει στο τοπικό πρωτάθλημα, στο οποίο μετράει 14 πρώτες θέσεις από το 1999 και μετά! Όταν πλέον η κατάκτηση του τίτλου έγινε συνήθεια, η Ντουντελάνζ έστρεψε αναμενόμενα το ενδιαφέρον της προς τις διοργανώσεις της ΟΥΕΦΑ. Εκεί τα δεδομένα ήταν τελείως διαφορετικά. Οι πρώτοι προκριματικοί γύροι, που παίζονται την εποχή που όλοι οι υπόλοιποι κάνουν προετοιμασία ή και διακοπές, μπορεί να μην έχουν μεγαθήρια αλλά έχουν αρκετές μπαρουτοκαπνισμένες ομάδες από πολύ πιο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα που ξέρουν καλά πως να εξουδετερώσουν ένα περίεργο μείγμα επαγγελματιών και ερασιτεχνών από μια μικρή και διαχρονικά αδύναμη ποδοσφαιρικά χώρα.
Για να αντιληφθεί κανείς τη διαφορά επιπέδου, αρκεί να ρίξει μια λίγο πιο προσεκτική ματιά στα ενδότερα της Ντουντελάνζ. Μιλάμε για μια ομάδα της οποίας το γήπεδο χωράει μόνο 2.500 θεατές (γι’αυτό και για χάρη της ΟΥΕΦΑ ξεσπιτώνεται και μετακομίζει στο εθνικό στάδιο που μπορεί να χωρέσει 8000). Μια ομάδα που σε πολλά από τα εγχώρια παιχνίδια της αγωνίζεται μπροστά σε τριψήφιο αριθμό ανθρώπων. Μια ομάδα που, εξαιρουμένων των παικτών και του προπονητικού τιμ, απασχολεί όλους κι όλους δυο υπαλλήλους με πλήρες ωράριο: Τον υπεύθυνο για το γήπεδο και έναν φροντιστή. Μια ομάδα της οποίας ο πρόεδρος είναι υπεύθυνος σε ασφαλιστική εταιρεία, από την οποία συχνά-πυκνά αλιεύονται εργαζόμενοι για να βοηθήσουν εθελοντικά από διάφορα πόστα το σύλλογο. Μια ομάδα που πολλοί από τους παίκτες της είναι ακόμα ερασιτέχνες που συντηρούνται σε μεγάλο βαθμό από τη δεύτερη δουλειά τους, όπως ο αριστερός μπακ, Μπραϊάν Μελίς, που ταυτόχρονα με το ποδόσφαιρο ‘τρέχει’ και την οικογενειακή πιτσαρία. Μια ομάδα που το μπάτζετ της μετά βίας ξεπερνάει τα 2 εκατομμύρια ευρώ, ένα ποσό που στην σύγχρονη ποδοσφαιρική αγορά δεν σου εξασφαλίζει ούτε το ένα πόδι ενός καλού παίκτη με παραστάσεις στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος που το ρόστερ της Ντουντελάνζ αποτελείται κατά κύριο λόγο από ποδοσφαιριστές που έχουν απορριφθεί από άλλους συλλόγους ή γυρολόγους που ψάχνουν έναν απλό μισθό για να βγάλουν κι αυτή τη χρονιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι ο 31χρονος επιθετικός Σανέλ Ιμπραίμοβιτς, που τα προηγούμενα χρόνια είχε ξεχωρίσει όχι μόνο για το διάσημο επίθετο του αλλά και για τις εξαιρετικές επιδόσεις του στο σκοράρισμα.
“Μέχρι πρόσφατα δούλευα ταυτόχρονα σαν υπεύθυνος ασφαλείας σ’ένα υπόγειο πάρκινγκ. Δεν έκανα πολλά, απλά καθόμουν σ’ένα μικρό γραφείο για 7-8 ώρες. Δεν άντεξα πολύ όμως. Ξεκινούσα στις 5 τα ξημερώματα για τη δουλειά, μετά προπόνηση και κατέληγα να γυρνάω σπίτι στις 10 το βράδυ. Δεν γίνεται να κάνεις τέτοια ζωή όταν έχεις γυναίκα και παιδί.”
Σανέλ Ιμπραίμοβιτς
Ο Ιμπραίμοβιτς γεννήθηκε στη Βοσνία αλλά τα τελευταία 10 χρόνια βγάζει το ψωμί του στο Λουξεμβούργο. Η μετακόμιση του εκεί αποδείχτηκε λίγο πιο μπερδεμένη απ’ότι πιθανόν θα περίμενε και ο ίδιος. Για να μπορέσει να μείνει στη χώρα χρειαζόταν άδεια εργασίας και για να βγει αυτή θα έπρεπε να δηλωθεί ότι ο Βόσνιος ήταν ειδικευμένος σε κάτι. Ο πρόεδρος της πρώτης του ομάδας στο Λουξεμβούργο, Βίλτζ 71, ήταν αυτός που βρήκε τη λύση: Τον προσέλαβε στο ξενοδοχείο του σαν μάγειρα, δηλώνοντας τον ως ειδικό επί της βοσνιακής κουζίνας! Το ότι ο πιτσιρικάς τότε Σανέλ δεν είχε ιδέα από μαγειρική είναι φυσικά μια περιττή λεπτομέρεια.
Ο Ιμπραίμοβιτς μπορεί να μην έδωσε το παρών στα δυο πρώτα παιχνίδια της ομάδας στους ομίλους αλλά ακόμα και χωρίς αυτόν η καλοδουλεμένη ομάδα του 37χρονου Ντίνο Τόπμελερ παρουσιάστηκε ιδιαίτερα ανταγωνιστική, δείχνοντας ότι οι καλοκαιρινές υπερβάσεις της στα προκριματικά δεν ήταν καθόλου τυχαίες. Για να κάμψει την αντίσταση της μέσα στην Ισπανία η Μπέτις χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα (πριν τελικά φτάσει το σκορ στο 3-0 στο τελευταίο 10λεπτο) ενώ στην ιστορική πρεμιέρα η Μίλαν έφυγε μεν από το Λουξεμβούργο με το διπλό αλλά σκόραρε μόνο μια φορά με τον Ιγκουαΐν, έναν παίκτη που o μισθός του μόνο είναι τετραπλάσιος από το συνολικό μπάτζετ της Ντουντελάνζ!
Σήμερα το βράδυ στο εθνικό στάδιο του Λουξεμβούργου η Ντουντελάνζ θα φιλοξενήσει τον Ολυμπιακό, που ψάχνει απεγνωσμένα την πρώτη του νίκη στους ομίλους. Το ότι οι ερυθρόλευκοι είναι το μεγάλο φαβορί της αναμέτρησης δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Απέναντι του θα παραταχθούν άλλωστε αρκετοί παίκτες που για να βρεθούν στο γήπεδο ο πρόεδρος, Ρομέν Σουμάχερ, χρειάστηκε να παρακαλέσει τους εργοδότες τους στις κανονικές τους δουλειές ώστε να τους εξασφαλίσουν μερικούς μήνες άδεια ώστε να μπορέσουν να αφοσιωθούν στα ιστορικά αυτά παιχνίδια.
Η παραμυθένια πορεία της ομάδας του Τόπμελερ ως τώρα όμως έχει δείξει ότι όποιος αντίπαλος της πάρει το παιχνίδι αψήφιστα, κινδυνεύει να εκτεθεί. Και το να χάσεις από μια ομάδα που έχει τον Ζλάταν Ιμπραίμοβιτς είναι φυσιολογικό. Το να χάσεις από μια ομάδα που έχει τον Σανέλ Ιμπραίμοβιτς, πρώην φύλακα σε πάρκινγκ και “σεφ με ειδίκευση στη βοσνιακή κουζίνα”, σίγουρα δεν ξεχνιέται εύκολα.