Η «φλόγα» στην καρδιά του Ντάντε: Πώς μπορείς να μείνεις σε υψηλό επίπεδο στα 41 σου

Τέτοιες μέρες του 2020 η Νις αγωνιζόταν στην έδρα της Ανζέ για την 9η αγωνιστική του πρωταθλήματος Γαλλίας. Στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου και με το σκορ στο 0-2 ο σέντερ μπακ των φιλοξενούμενων, που είχε δώσει και την ασίστ για το πρώτο γκολ, τραυματίστηκε και αποχώρησε από το παιχνίδι. Την επόμενη μέρα ανακοινώθηκε η ιατρική γνωμάτευση: Ρήξη χιαστού. Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στο στρατόπεδο της ομάδας. Ο Ντάντε δεν ήταν ένας απλός σέντερ μπακ. Ήταν ο αρχηγός και ηγέτης της άμυνας. Το χειρότερο όλων ήταν πως λίγες μέρες πριν είχε κλείσει τα 37 του.

Με το συμβόλαιο του να λήγει στο τέλος εκείνης της σεζόν η πρώτη σκέψη σχεδόν όλων ήταν πως αυτός ο τραυματισμός ήταν κάτι σαν ταφόπλακα για την καριέρα του. Ελάχιστοι ποδοσφαιριστές σε αυτή την ηλικία βρίσκουν τη δύναμη και την όρεξη να επανέρθουν. Ακόμα κι αν τα κατάφερνε με κάποιον τρόπο, το πιθανότερο σενάριο ήταν ότι θα συνέχιζε σε κάποιο άλλο επίπεδο, κάπου με μικρότερες απαιτήσεις. Μια επιστροφή στο χαλαρό κλίμα της Βραζιλίας έμοιαζε η πιο λογική επιλογή. Ο Ντάντε όμως δεν είναι ένας συνηθισμένος παίκτης.

Όταν το 2016 άφησε τη Γερμανία για να συνεχίσει την καριέρα του στη Νις ήταν ήδη 33 ετών. Εκτός από την ηλικία, το παλμαρέ του ήταν γεμάτο χάρη στο πέρασμα του από τη Μπάγερν. Ένας ποδοσφαιριστής που έχει κατακτήσει σχεδόν τα πάντα, σε αυτή την ηλικία συνήθως ψάχνει για έναν ξεκούραστο επίλογο στην καριέρα του. Οι Γάλλοι χρειάζονταν την εμπειρία του και υπολόγιζαν ότι έχει τουλάχιστον 2-3 χρόνια σε υψηλό επίπεδο. Λίγοι λογικά θα πίστευαν ότι οχτώ χρόνια αργότερα ο Βραζιλιάνος αμυντικός θα είναι ακόμη εκεί και όχι ως ένα απλό μέλος στο ρόστερ αλλά ως αρχηγός και βασική κολώνα της άμυνας!

Στο ποίημα του «Θεία Κωμωδία» ο Δάντης αφηγείται ένα φανταστικό ταξίδι του στον Άδη, κατά το οποίο περνάει από την Κόλαση, κάνει μια στάση στο Καθαρτήριο και καταλήγει στον Παράδεισο. Ο… Δάντης του σημερινού μας κειμένου μπορεί να λέει ότι μεταφορικά πέρασε κι αυτός από τα τρία αυτά στάδια, αν και με διαφορετική σειρά.

Η πορεία του ξεκινάει το μακρινό πλέον 2002, όταν και η βραζιλιάνικη Ζουβεντούδε τον ξεχώρισε από τα υπόλοιπα πιτσιρίκια της ακαδημίας και τον ανέβασε στην πρώτη ομάδα. Δυο σεζόν αργότερα, σε ηλικία 20 ετών, εγκατέλειψε την πατρίδα του για να δοκιμάσει την τύχη του στην Ευρώπη και είκοσι χρόνια μετά παραμένει εδώ. Το ξεκίνημα του στη Λιλ δεν θεωρήθηκε πολύ πετυχημένο. Ο άβγαλτος Ντάντε δυσκολευόταν να προσαρμοστεί στις ευρωπαϊκές ανάγκες. Μόνος του σε μια άλλη ήπειρο, σε μια χώρα που δεν ήξερε τη γλώσσα και σε ένα εργασιακό περιβάλλον που δεν είχε καμία σχέση με αυτό του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, ο νεαρός αμυντικός κατάλαβε ότι πρέπει να δουλέψει πολύ περισσότερο από αυτό που είχε μάθει έως τότε, αν ήθελε η καριέρα του να μην ολοκληρωθεί πρόωρα.

Μέσα στα επόμενα χρόνια μετακόμισε στο Βέλγιο, δούλεψε πολύ το σώμα του, βελτιώθηκε τακτικά και πανηγύρισε  τους πρώτους του τίτλους. Δυο πρωταθλήματα με τη Σταντάρ Λιέγης. Εκεί τον εντόπισαν οι άνθρωποι της Μπορούσια Μενχενγκλάντμπαχ και το 2009, σε ηλικία 25 ετών βρέθηκε στη Μπουντεσλίγκα. Τα 3,5 χρόνια που έκατσε στη Μπορούσια βοήθησαν κι άλλο στο να φτιάξει ένα προφίλ ολοκληρωμένου αμυντικού που μπορεί να σταθεί αξιόλογα και στο γερμανικό ποδόσφαιρο. Όπως συμβαίνει συχνά με τους παίκτες που ξεχωρίζουν στη Μπουντεσλίγκα η Μπάγερν ενδιαφέρθηκε γι’αυτόν και το 2012 έφτασε στον δικό του επίγειο παράδεισο.

Στην πρώτη του κιόλας σεζόν στο Μόναχο είχε την τύχη να πέσει πάνω στην τρομερή ομάδα που είχε φτιάξει ο Γιουπ Χάινκες. Με τον Ντάντε βασικό στο κέντρο της άμυνας να γράφει 45 συμμετοχές η Μπάγερν σάρωσε τα πάντα στο πέρασμα της και στον τελικό απολογισμό του Μάϊου μετρούσε τέσσερις νέες κούπες. Πρωτάθλημα, κύπελλο, γερμανικό σούπερ καπ και Τσάμπιονς Λιγκ απέναντι στη Ντόρτμουντ στο Γουέμπλεϊ. Η συνεισφορά του στην επιτυχία αυτή δεν πέρασε απαρατήρητη και την ίδια περίοδο έκανε το ντεμπούτο του στην εθνική Βραζιλίας. Πριν κλείσει τα 30 ο Βραζιλιάνος, με το χαρακτηριστικό μαλλί που αγαπούν να σχολιάζουν οι οπαδοί των περισσότερων ομάδων του, είχε πετύχει τους περισσότερους από τους στόχους του.

Ο Χάινκες αποχώρησε από τον πάγκο μετά από τη μαγική εκείνη σεζόν αλλά ο Ντάντε δεν έχασε τη θέση του ούτε με τον Γκουαρντιόλα. Στα δυο χρόνια που συνεργάστηκαν έγραψε πάνω από 80 συμμετοχές και κέρδισε άλλα δυο πρωταθλήματα και το Παγκόσμιο Κύπελλο συλλόγων. “Είναι ένας από τους σημαντικότερους παίκτες μας και θα ήθελα να έχω 1.000 σαν κι αυτόν στην ομάδα μου” είχε δηλώσει κάποια στιγμή ο Πεπ. Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα από τη Βόλφσμπουργκ, με την οποία έφτασε ως τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, και το καλοκαίρι του 2016 πήρε τη μεγάλη απόφαση να επιστρέψει στη Γαλλία για να αποδείξει ότι πλέον δεν είχε καμία σχέση με εκείνο το ανώριμο πιτσιρίκι που είχε αγωνιστεί εκεί μια δεκαετία πριν. Όλα αυτά αφού προηγουμένως, σαν σωστός Δάντης, είχε κάνει και το δικό του πέρασμα από την κόλαση, παίζοντας στο Μουντιάλ του 2014 στο καταραμένο παιχνίδι Βραζιλία-Γερμανία 1-7 που τον στιγμάτισε για καιρό.

Στη Νις χρειάστηκε ελάχιστο χρόνο για να πείσει τους πάντες ότι δεν πήγε εκεί μόνο για τα τελευταία ευρωπαϊκά ένσημα. Όπως και στη Μπάγερν, η πρώτη του χρονιά ήταν ιδανική με την ομάδα να τερματίζει 3η κάνοντας ρεκόρ πόντων. Στα μέσα της δεύτερης σεζόν φορούσε ήδη το περιβραχιόνιο και ήταν μια από τις σταθερές της ενδεκάδας. Αν και μετά τα 35 η απόδοση των περισσότερων παικτών αναμενόμενα φθίνει, ο Ντάντε κατάφερε να διατηρήσει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που τον καθιστούσαν σημαντικό για την άμυνα. Σε αυτά τα οχτώ χρόνια που παίζει στη Νις οι μοναδικές σεζόν που κατέγραψε κάτω από 35 συμμετοχές ήταν αυτή που το γαλλικό πρωτάθλημα διακόπηκε λόγω της πανδημίας και η αμέσως επόμενη που τραυματίστηκε σοβαρά, όπως είδαμε και στον πρόλογο.

Στη Μπάγερν αγαπήθηκε αρκετά και από τον κόσμο και από τους συμπαίκτες του. Στο βίντεο βλέπουμε έναν από τους λόγους

Την ώρα που όλοι τον είχαν ξεγραμμένο ο Ντάντε δήλωνε αποφασισμένος να επιστρέψει. Όταν τον ρώτησε ένας δημοσιογράφος πώς ήταν τόσο σίγουρος, η απάντηση του ήταν ένα μικρό μάθημα επαγγελματισμού και αγάπης για αυτό που κάνει: “Το ήξερα γιατί έχω ακόμη αυτή την αίσθηση στο στομάχι που σε καίει όταν κάνεις κάτι που θέλεις πολύ. Αυτή την αδρεναλίνη που σε κρατάει δυνατό. Η φλόγα παραμένει μέσα μου κι αυτή με κάνει να νιώθω σαν πιτσιρικάς που ξεκινάει τώρα. Την έχω γιατί αγαπάω πραγματικά αυτό που κάνω. Κάθε προπόνηση μετά τον τραυματισμό είναι μια ευκαιρία για μένα να δείξω σε όλους ότι παραμένω ικανός. Ένιωθα από την πρώτη στιγμή ότι παρά την ηλικία μου έχω τη δύναμη να τα καταφέρω. Ο κόσμος μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει αλλά η δουλειά που κάνεις εσύ καθημερινά μετράει. Τα σχόλια ότι δεν θα μπορέσω να επιστρέψω μου έδωσαν απλά ένα επιπλέον κίνητρο.”

Συμπτωματικά ή όχι, με τον αρχηγό της εκτός γηπέδων για μήνες η Νις έκανε τη χειρότερη πορεία αυτής της οχταετίας εκείνη τη σεζόν και δέχτηκε τα περισσότερα γκολ από κάθε άλλη φορά. Αυτό σε συνδυασμό με το πείσμα και το πάθος που επέδειξε ο Ντάντε καθ’όλη τη διάρκεια της αποθεραπείας έπεισαν τη διοίκηση να του ανανεώσει το συμβόλαιο παρ’ότι είχε να παίξει σχεδόν εννιά μήνες και το φθινόπωρο θα έκλεινε τα 38. Η απόφαση τους αποδείχτηκε σωστή. Ο Βραζιλιάνος επέστρεψε ανέλπιστα γρήγορα στο επίπεδο που βρισκόταν πριν ενώ ο ίδιος ισχυρίζεται ότι μετά τον τραυματισμό δουλεύει περισσότερο κι από πριν.

Στα τρία επόμενα χρόνια η Νις είχε σταθερά την καλύτερη ή την δεύτερη καλύτερη άμυνα στη Γαλλία και σε αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο η παρουσία του πολύπειρου αφάνα που παρά τα χρόνια στην πλάτη του σπάνια θα τον δεις να λείπει από την ενδεκάδα. Την περσινή σεζόν, κατά την οποία η Νις διεκδίκησε την έξοδο της στο Τσάμπιονς Λιγκ μέχρι το τέλος, έλειψε μόνο δυο φορές από την ενδεκάδα. Στις 32 συμμετοχές που έγραψε στη Λιγκ 1 μόνο μια φορά βγήκε αλλαγή πριν ολοκληρωθεί το 90λεπτο! Ο μοναδικός συμπαίκτης του που έπαιξε περισσότερα λεπτά ήταν ο τερματοφύλακας. Όσον αφορά το κομμάτι της απόδοσης βρέθηκε στις πρώτες θέσεις σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες των στατιστικών που αφορούν αμυντικές προσπάθειες. Ξέρετε πολλούς που μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο στα 40 τους σε ένα από τα Τοπ-5 πρωταθλήματα της Ευρώπης;

Πριν από λίγες μέρες ο Ντάντε Μπονφίμ Κόστα Σάντος, όπως είναι το πλήρες όνομα του, γιόρτασε τα 41α γενέθλια του. Η ηλικία όμως είναι απλά ένας αριθμός, όπως σίγουρα θα έχει πει κάποια στιγμή στην τεράστια καριέρα του ο αγέραστος Χαβιέρ Ζανέτι. Η Νις έχει δώσει συνολικά 10 παιχνίδια φέτος στη Λιγκ 1 και στην Ευρώπη και ο αρχηγός της και μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης στο πρωτάθλημα έδωσε το παρών στην αρχική ενδεκάδα σε 9 από αυτά. Στην φυσιολογική ερώτηση για το αν έχει σκεφτεί πότε θα σταματήσει η απάντηση του ήταν: “Κάθε φορά που βγαίνω στο γήπεδο παίζω σαν να είναι το τελευταίο μου παιχνίδι. Θα ήθελα πάντως να φτάσω ως το καλοκαίρι του 2026, ώστε να συμπληρώσω μια δεκαετία στη Νις”.

Θέλει μεγάλη προσπάθεια να αγαπηθείς τόσο και να γίνεις ένας μικρός σύγχρονος θρύλος σε μια ομάδα στην οποία πήγες στα 33 σου

Πώς καταφέρνει ένας ποδοσφαιριστής να παραμένει τόσο ανταγωνιστικός σε ηλικία που το 99% των παικτών έχει είτε αποσυρθεί είτε μεταφερθεί σε πολύ πιο ξεκούραστες διοργανώσεις; Η σύντομη απάντηση είναι: Με τρελή δουλειά εκτός γηπέδων, τρομερή πειθαρχία στον τρόπο ζωής, ελάχιστες καταχρήσεις, αρκετή τύχη στο κομμάτι των τραυματισμών αλλά και με πάθος και αγάπη για το παιχνίδι. Μια πιο αναλυτική απάντηση δόθηκε πέρσι από τον ίδιο τον ποδοσφαιριστή σε μια συνέντευξη στην Εκίπ. Εκεί ο δημοσιογράφος προσπάθησε να ρίξει φως στο μυστήριο του πώς διατηρείται σε αυτό το επίπεδο (σύμφωνα με τον πρόλογο του, ο Ντάντε έχει ποσοστό λίπους 8%). Μια συνέντευξη που ίσως αξίζει να διαβάσει κάθε νέος ποδοσφαιριστής που θέλει να παραμείνει στο παιχνίδι για πολλά χρόνια.

“Από μικρός έχω συνηθίσει να κοιμάμαι νωρίς. Οι μόνες μέρες που κάθομαι μετά τις 11 είναι όταν θέλω να δω κάποιο καλό παιχνίδι Τσάμπιονς Λιγκ. Τις υπόλοιπες φορές όταν πλησιάζει εκείνη η ώρα δεν αγγίζω τίποτα που μπορεί να με κάνει να χάσω ώρες ύπνου. Ούτε την τηλεόραση, ούτε το κινητό, ούτε το playstation. Δεν βγαίνω συχνά και αποφεύγω τις υπερβολές. Ο σωστός ύπνος είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα για έναν αθλητή. Αν έπρεπε να δώσω μόνο μια συμβουλή σε νέους παίκτες αυτή είναι να επενδύσουν στο στρώμα και στο μαξιλάρι τους, όσο περίεργο κι αν τους ακούγεται αυτό. 

Στο θέμα του φαγητού, παλιότερα έτρωγα ό,τι ήθελα όποτε το ήθελα. Από ένα σημείο και μετά κατάλαβα τι ζημιά μου κάνει αυτό. Πίνω πολύ σπάνια αλκοόλ και δεν τρώω σχεδόν ποτέ μετά τις 19.30. Η διατροφή μου είναι προσεγμένη αλλά όχι κάτι το τρομερό. Κυρίως λευκό κρέας, ζυμαρικά, αρκετά λαχανικά, σαλάτες και μια φορά την εβδομάδα κόκκινο κρέας. Πολύ σημαντικό είναι και το νερό που πίνεις κατά τη διάρκεια της μέρας. Αν ένας παίκτης δεν μάθει να ενυδατώνεται σωστά αυτό μπορεί να εξελιχθεί σε πρόβλημα στο κομμάτι των τραυματισμών.

Όταν μεγαλώνεις καταλαβαίνεις ότι όταν προπονείσαι καλά μέσα στην εβδομάδα, όλα είναι πιο εύκολα στον αγώνα του σαββατοκύριακου. Τη μέρα που θα σηκωθώ και δεν θα έχω πια αυτή την όρεξη να πάω στην προπόνηση και να τα δώσω όλα, που δεν θα έχω αυτή τη φλόγα μέσα μου για τη μπάλα, τότε θα σταματήσω.”