Ήταν μόλις 7 χρονών όταν ο πιτσιρικάς Κλαούντιο Μαρκίζιο περνούσε τις πόρτες του προπονητικού κέντρου της Γιουβέντους για πρώτη φορά. Όπως όλα τα παιδάκια της ηλικίας του ονειρευόταν ότι θα μπορούσε κάποτε να φορέσει και τη φανέλα των μεγάλων. Κάτι όχι και τόσο εύκολο σε ένα σύλλογο όπως η Γιουβέντους που γενικά δεν έχει τις καλύτερες ακαδημίες ή έστω δεν βγάζει πολλούς παίκτες από αυτές, προτιμώντας να αγοράζει ό,τι καλύτερο κυκλοφορεί στην εγχώρια αγορά. Ο μικρός Κλαούντιο όμως είχε και το ταλέντο και τη διάθεση. Κι ίσως μερικά κίνητρα παραπάνω. Η Γιουβέντους ήταν η ομάδα που αγαπούσε πολύ και η ομάδα που αγαπούσαν πολύ κι οι δυο γονείς του, με διαρκείας μάλιστα στο σύλλογο.
Βέρος Τορινέζος ο Μαρκίζιο, βρισκόταν σε αρκετά παιχνίδια ως ball boy στο ντέλε Άλπι, όπως έχει πει σε συνέντευξή του. Παιδί δύο εξαιρετικά ταπεινών ανθρώπων, στοιχείο που μετέφεραν και στον ίδιο. Παρ’ ότι ο Μαρκίζιο έγινε γνωστός, οι ίδιοι δεν άλλαξαν, παρέμειναν στο ίδιο σπίτι, στις ίδιες δουλειές. “Το πρόβλημα ήταν ο κόσμος που ζητούσε φανέλες του Κλαούντιο. Πώς να τους εξηγήσεις ότι δεν έχει δικές του να δώσει; Αναγκαζόμουν και αγόραζα εγώ φανέλες από την μπουτίκ και μετά έλεγα στον Κλαούντιο να τις υπογράψει. Ακόμα χειρότερο ήταν όταν ερχόντουσαν στο μαγαζί και ζητούσαν καλύτερες τιμές. -Τώρα είστε πλούσιοι, τόσα βάζει ο γιος σας, κάντε μας λίγη έκπτωση-“, θυμάται η μαμά Άννα.
Ο Κλαούντιο ανέβαινε κάθε χρόνο όλο και περισσότερο και ξεχώριζε ανάμεσα στα πιτσιρίκια, κυνηγώντας το όνειρο να γίνει το επόμενο 10αρι, ο νέος Αλεσάντρο ντελ Πιέρο. Ο πατέρας του δεν πίστευε ότι θα τα κατάφερνε. “Τα είχα υπολογίσει, πόσοι Ιταλοί παίζουν στη Serie A, ανά πόσα χρόνια, σε πόσες θέσεις. Οι πιθανότητες δεν ήταν πολλές. Χρειαζόταν ταλέντο, πολλή δουλειά και να βρεθείς στο κατάλληλο μέρος, την κατάλληλη στιγμή”. Ο Μαρκίζιο τα είχε όλα αυτά. Ο Μαρσέλο Λίπι τον εντόπισε πρώτος και στη συνέχεια άρχισε να προπονείται με την πρώτη ομάδα επί Φάμπιο Καπέλο.
Μια γκολάρα απέναντι στη σωστή ομάδα, την Ίντερ
Ο Μαρκίζιο δεν έγινε το 10αρι. Ή μάλλον έγινε τα πάντα. Ένα πλήρες χαφ. Επιθετικό χαφ, αμυντικό χαφ, ρετζίστα (που λένε και στην Ιταλία), ακόμα και στα άκρα έπαιζε προ-Κόντε. Όπου χρειαζόταν έπαιζε, όχι γιατί ήταν ένας φιλότιμος εργάτης, αλλά γιατί όντως είχε όλα τα στοιχεία. Ένας εξαρετικός πασέρ με αυξημένη ευστροφία, ένας ψύχραιμος παίκτης που δεν διστάζει όμως να λερωθεί, να μαρκάρει. Πολλοί νομίζουν ότι το παρατσούκλι του, “Ιλ Πριντσιπίνο”, ο Μικρός Πρίγκιπας, είναι για τις ποδοσφαιρικές του αρετές, επειδή είναι δαντελένιος ή για τα γαλάζια μάτια του και το παρουσιαστικό του που έχει κάτι… ευγενές. Η προέλευση όμως είναι αρκετή διαφορετική. Ο Κλαούντιο εμφανιζόταν στο προπονητικό κέντρο με σακάκι και πουκάμισο και μετά άλλαζε για να βάλει τα ρούχα της… δουλειάς. Τότε ο συμπαίκτης του Φεντερίκο Μπαλτζαρέτι του έβγαλε το όνομα εξαιτίας του στιλ του.
Έτσι λοιπόν, ο Μαρκίζιο ήταν ο αρχηγός της ομάδας των μικρών της Γιούβε που κατέκτησε το πρωτάθλημα Ιταλίας και έγινε μέλος και της πρώτης ομάδας. Οι ατυχίες όμως ξεκίνησαν. Πρώτη το κακό timing. Ο Μαρκίζιο έφτασε στην πρώτη ομάδα, στη χειρότερη περίοδο του συλλόγου. Τότε που έπεσε. Από την άλλη, όπως έχει δηλώσει κι ο ίδιος, ίσως ήταν και λίγη τύχη, καθώς μπορεί αλλιώς να μην έπαιρνε ευκαιρίες. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, ο Μικρός Πρίγκιπας έκανε το όνειρό του πραγματικότητα. Έπαιζε μαζί με τον ντελ Πιέρο. Κι ας ήταν στα αλώνια της Serie B. Μετά από μια αρκετά καλή σεζόν, ο Κλαούντιο έφυγε για πρώτη (και μοναδική) φορά από το Τορίνο. Ο Ντεσάμπ αποφάσισε ότι ο 21χρονος χρειαζόταν εμπειρίες. Η Γιούβε είχε ανέβει ξανά και ίσως να μην υπήρχε χρόνος γι’ αυτόν. Ο Μαρκίζιο πήγε στην Έμπολι για μια σεζόν και έκανε το αγροτικό του.
Στα δύσκολα χρόνια του συλλόγου, τότε που οι τίτλοι δεν υπήρχαν και μια νίκη επί της Ίντερ ήταν θέμα ζωής ή θανάτου.
Ίσως το πιο όμορφο γκολ του Μαρκίζιο.
Επέστρεψε και έπεσε στα χρόνια του μετά-Καλτσιόπολις, στα πέτρινα χρόνια του συλλόγου. Πέρασε τις εποχές Ρανιέρι, Φεράρα, Τζακερόνι, ντελ Νέρι, εποχές που η Γιούβε δεν μπορούσε να σηκώσει κεφάλι, φτάνοντας να τερματίζει μέχρι και στην 7η θέση. Το 2010 είχε την τιμή να φορέσει και για πρώτη φορά το περιβραχιόνιο του αγαπημένου του συλλόγου. Μόνο που το έκανε σε μια από τις πιο μαύρες ευρωπαϊκές νύχτες της ομάδας, ένα βράδυ στο Λονδίνο, εκεί που η Γιούβε κατέρρευσε απέναντι στη Φούλαμ, ενώ κέρδιζε με 0-1. Έπαιζε στην αγαπημένη του ομάδα, αλλά όταν αυτή ήταν στα χειρότερά της.
Η πίστη του όμως τον αντάμειψε. Ήρθε η εποχή Κόντε, η εποχή που η Γιούβε άρχισε να τα σαρώνει όλα και ο ίδιος ήταν παρών. Όχι σαν διακοσμητικό στοιχείο. Σαν βασικό γρανάζι. Σκόραρε 9 γκολ τη χρονιά του πρώτου από τα επτά σερί πρωταθλήματα, παρ’ ότι κάλυπτε τον Πίρλο και πολλές φορές τον Βιδάλ που έφευγε μπροστά και ξεχνιόταν. Ο Κόντε τον βελτίωσε πολύ. Η συλλογή τίτλων ξεκίνησε, και είτε δίπλα στον Πίρλο, είτε στον Βιδάλ και τον Πογκμπά, ήταν εκεί. Ένα από τα αγαπημένα παιδιά της εξέδρας, ένας ήσυχος και σημαντικός παίκτης. Το 2014-15 κάνει τη πιο γεμάτη του χρονιά, αλλά την επόμενη σεζόν έρχεται ο μοιραίος σοβαρός τραυματισμός απέναντι στην Παλέρμο. Πάντα ήταν επιρρεπής, πάντα έχανε ματς, αλλά οι χιαστοί στο τέλος της 10ης σεζόν του στην ομάδα σηματοδοτούν την αρχή του τέλους.
Η επιστροφή μετά τον τραυματισμό
Ακόμα κι έτσι, ποτέ όμως δεν είπε όχι στα δύσκολα. Ήταν Νοέμβριος του 2016 όταν επέστρεφε στα γήπεδα μετά από μια εξάμηνη απουσία εξαιτίας του σοβαρού τραυματισμού που του στέρησε και τη συμμετοχή στο Euro. Η Σεβίλλη είχε ήδη προηγηθεί με γκολ του Παρέχα από το 9ο λεπτό και η Γιούβε έπρεπε να κάνει την ανατροπή για να πάρει αυτή τη σημαντική πρώτη θέση στον όμιλο. Η Γιουβέντους κέρδισε το πέναλτι, ο Μαρκίζιο πήρε την ευθύνη, ευστόχησε, έφυγε προς τους οπαδούς δείχνοντας το σήμα της αγαπημένης του ομάδας, ήταν το πρώτο του γκολ μετά τον τραυματισμό και ήταν πάλι εκεί. Ο Κλαούντιο παρ’ ότι όχι τόσο σημαντικός πια, συνέχισε να γράφει χιλιόμετρα και να κερδίζει τίτλους. Ο Κόντε έφυγε, ο Αλέγκρι ήρθε, αλλά η σημασία της παρουσίας του δεν έσβησε.
Όπως εύστοχα είπε κάποιος “καταλαβαίνεις περισσότερο την απουσία του από το γήπεδο, παρά την παρουσία του”
(τα στατιστικά στον παραπάνω πίνακα είναι του 2017)
Δυστυχώς όμως, δεν ήταν ο ίδιος παίκτης. Αρκετά προβλήματα τραυματισμών, κάπως λιγότερη σπιρτάδα κι ο Μαρκίζιο άρχισε να μετατρέπεται από βασικός σε ρολίστα και αλλαγή που δεν έμπαινε. Ο κόσμος τον λάτρευε. Γιατί ήταν ένα δικό του παιδί. Ένας πιτσιρικάς από το Τορίνο που μεγάλωσε εκεί και κυρίως συνόδευσε την ομάδα από την καταστροφή στην αναγέννηση. Η μόνιμη επωδός σε άσχημα αποτελέσματα ήταν “γιατί ο Αλέγκρι ξεκίνησε τον Χ, αντί για τον Μαρκίζιο”. Όπου Χ ο οποιοσδήποτε, από τον Στουράρο μέχρι τον Κεντίρα. Η αγάπη για τον Μικρό Πρίγκιπα τεράστια. Άλλωστε ο Μαρκίζιο έχει το σπάνιο επίτευγμα να είναι ένας παίκτης μοναδικά συνδεδεμένος με τη Γιούβε που δεν είναι αντιπαθής στους αντιπάλους. Κάτι όχι και συχνό για παίκτη της Γηραιάς Κυρίας.
Αρκετά συχνά ακούγονταν φήμες ότι θα φύγει. Αυτός πάντα έμενε. Και φέτος ακούστηκαν. Ο κόσμος δεν ανησυχούσε, ο Μαρκίζιο είχε συμβόλαιο κι οι μέρες πέρασαν χωρίς κάποια εξέλιξη. Και λίγο πριν το τέλος, η βόμβα έσκασε. Ο Μαρκίζιο έσπαγε το συμβόλαιό του και έμενε ελεύθερος. Ένα σοκ στους οπαδούς της Γιούβε, το ίδιο καλοκαίρι που αποχώρησε κι ο Τζίτζι Μπουφόν. Και ναι, ο Μαρκίζιο δεν ήταν ποτέ ντελ Πιέρο ή Μπουφόν ή Τρεζεγκέ ή Νέντβεντ, για τον κόσμο όμως ήταν εξίσου σημαντικός. Αλλά είναι αυτή η νοοτροπία του συλλόγου, να βάζει πάντα το όνομα Γιουβέντους, πάνω από κάθε αθλητή ή προπονητή. Ίσως άκομψα θα πουν πολλοί, όπως στην περίπτωση ντελ Πιέρο. Για το καλό της ομάδας, θα πουν οι άνθρωποί της. Άλλωστε η μετέπειτα αγάπη όλων αυτών των ποδοσφαιριστών που αποχαιρέτισαν τα ασπρόμαυρα με κάπως απότομο τρόπο, δείχνει ότι το ξέρουν και το καταλαβαίνουν. Κι ο Μαρκίζιο δεν αποτελεί εξαίρεση. Στο συγκινητικό του αντίο, ανέβασε μια φωτογραφία που είναι πιτσιρικάς γράφοντας:
“Δεν μπορώ να σταματήσω να κοιτάζω αυτή τη φωτογραφία και αυτές τις ρίγες που έγραψαν τη ζωή μου ως άνθρωπο και ποδοσφαιριστή.
Αγαπώ αυτή τη φανέλα τόσο που παρά όλα τα υπόλοιπα, πιστεύω ότι πάντα το καλό της ομάδας προηγείται. Πάντα.”
Σε ένα καλοκαίρι που η Γιουβέντους έκανε τη μεγαλύτερη εμπορική της κίνηση των τελευταίων ετών, ο Κλαούντιο έκανε πέρα, έβαλε πρώτο το καλό της ομάδας. Δεν έκατσε να εισπράττει, βοήθησε να μειωθεί το μπάτζετ για να χωρέσει ο Κριστιάνο κι αποφάσισε ότι ήρθε η στιγμή μετά από 25 χρόνια (με εκείνο το μικρό διάλειμμα στην Έμπολι) να πει αντίο στο σπίτι του. Ήταν ακόμα ένα “ψυχρό” αντίο από τη Γιουβέντους σε ένα θρύλο της. Αλλά ο κόσμος ήταν εκεί. Την επόμενη ημέρα, στο προπονητικό. Ο Μαρκίζιο πήγε να χαιρετίσει συμπαίκτες και ανθρώπους και απ’ έξω ήταν γεμάτο οπαδούς. Ο Πριντσιπίτο υπέγραψε αυτόγραφα, μίλησε και έδωσε το χέρι του σε όλους. Και αυτό που ακουγόταν από τους φίλους της Γιούβε ήταν το “Κλαούντιο, δεν πρέπει να κλαις” και “Σε ευχαριστούμε για όλα”. Μπορεί να μην έγινε κάποιο φιλικό ή να αποχώρησε με standing ovation στο χορτάρι, αλλά έστω κι εκεί, στο τσιμέντο, πήρε την αγάπη των οπαδών.
Στα 32 του πια και μετά από έναν βαρύ τραυματισμό, ο Μαρκίζιο δεν μπορούσε να μείνει στην Ιταλία. Δεν θα το άντεχε. Βρήκε στέγη στη Ζενίτ και την Αγία Πετρούπολη. Καλή ή κακή επιλογή, κανείς δεν ξέρει. Οι Ρώσοι σήμερα ξεκινούν τις υποχρεώσεις τους στο Europa League μέσα στην Κοπεγχάγη. Όσοι αγάπησαν το 8αρι της Γιούβε, σαν παίκτη και σαν άτομο, ελπίζουν μέσα τους ότι ο Μικρός Πρίγκιπας θα βρει χώρο στην ομάδα και θα μας χαρίσει ακόμα κάποιες στιγμές της ποιότητάς του. Κι όταν έρθει η ώρα, το Τορίνο θα τον περιμένει ίσως από κάποιο άλλο πόστο.