Αλλάζοντας τη φήμη σου: Το κατόρθωμα του Κριστόφ Γκαλτιέ

Απρίλιος 2000. Η Μαρσέιγ υποδέχεται τη Μονακό σε ένα παιχνίδι που και οι δυο καίγονται για τη νίκη. Οι γηπεδούχοι παλεύουν για τη σωτηρία, οι φιλοξενούμενοι είναι πολύ κοντά στην κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μέσα σ’αυτό το κλίμα “Ή ταν ή επί τας” και με τους παίκτες να έρχονται συχνά σε πολύ στενή επαφή με τους αντιπάλους το πρώτο ημίχρονο ολοκληρώνεται με τη Μαρσέιγ μπροστά με 1-0 αλλά και με παίκτη λιγότερο, λόγω αποβολής του Ιβαν ντε λα Πένια. Κατά την αποχώρηση των παικτών για τα αποδυτήρια ένας καυγάς ξεσπάει στη φυσούνα. Στο χώρο δεν υπάρχουν κάμερες, οπότε κανένας δεν μπορεί να βάλει το χέρι του στη φωτιά για το τι ακριβώς έγινε εκείνα τα δευτερόλεπτα που η κατάσταση ξέφυγε.

Η πλευρά της Μονακό ισχυρίζεται ότι οι παίκτες και κάποια μέλη του τεχνικού τιμ της Μαρσέιγ επιτέθηκαν στον Μαρσέλο Γκαγιάρδο, που είχε πρωταγωνιστήσει σε αρκετούς διαξιφισμούς στον αγωνιστικό χώρο. Ο Αργεντινός δήλωσε μετά πως βασικό ρόλο στην επίθεση που δέχτηκε είχε ο βοηθός προπονητή των γηπεδούχων, Κριστόφ Γκαλτιέ, ο οποίος αφού τον έπιασε από τα μαλλιά, τον χτύπησε στο ύψος του λαιμού. Ο Γκαλτιέ αρνείται κατηγορηματικά μέχρι και σήμερα ότι ήταν αυτός που τον βάρεσε. Ο Γκαγιάρδο θα δει μέσα στη φυσούνα την κόκκινη κάρτα αλλά ο Γκαλτιέ θα τιμωρηθεί πολύ πιο αυστηρά, με έξι μήνες απαγόρευση εισόδου στα γήπεδα. Η ανάμειξη του σε αυτή τη σύρραξη θα τον στιγματίσει αν και ποτέ πιο πριν δεν κουβαλούσε τη φήμη του καλού παιδιού.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Μασσαλία των 70s και των 80s, ο Γκαλτιέ ήταν από αυτά τα παιδιά που συνήθως αποκαλούμε “ζωηρά”. Μαζί με τον φίλο του, τον Ερίκ, θα γίνουν αρχικά ο εφιάλτης των καθηγητών του σχολείου τους (ειδικά του γυμναστή που, αντί να τους αφήνει να παίζουν πάντα μπάλα στο μάθημα του, ήθελε να τους μάθει τους κανόνες του βόλει και του χάντμπολ) και στη συνέχεια ένα ζόρικο δίδυμο για κάθε προπονητή ακαδημίας που προσπαθούσε να επιβάλλει πειθαρχεία στους νεαρούς παίκτες του. Ο Γκαλτιέ δεν θέλει να αποκαλύψει όλα όσα έκαναν εκείνη την εποχή (“γυρνούσαμε στις 4.30 το πρωί ενώ την επόμενη μέρα παίζαμε σημαντικό παιχνίδι”) αλλά παραδέχεται ότι “σε εκείνη την ηλικία κάναμε πολλές χαζομάρες”.

Ο Γκαλτιέ ως παίκτης

Ο Κριστόφ θα γίνει τελικά ένας φιλότιμος αμυντικός που περισσότερο φημίζεται για το δυναμικό παιχνίδι του παρά για το ταλέντο του. Ο Ερίκ, που είναι πιο προικισμένος τεχνικά, θα τα πάει… λίγο καλύτερα, θα μετακομίσει αργότερα στην Αγγλία, θα σηκώσει το γιακά του, θα λατρευτεί στο Μάντσεστερ και θα αποκτήσει το παρατσούκλι “Βασιλιάς Ερίκ”. Λίγο πριν χωρίσουν οι δρόμοι τους, οι δυο παιδικοί φίλοι θα κατακτήσουν με την εθνική Γαλλίας U21 το 1988 το ευρωπαικό πρωτάθλημα.

Στα 14 χρόνια που διήρκησε η επαγγελματική του καριέρα, ο Γκαλτιέ θα φορέσει τη φανέλα της αγαπημένης του Μαρσέιγ δυο φορές, θα περάσει από αρκετές άλλες γαλλικές ομάδες και θα φτάσει μέχρι και την Κίνα, εκεί που ο προπονητής θα τους πληρώνει διάφορα μπόνους σε κουπόνια τα οποία κουβαλούσε στην προπόνηση σε σακούλες. Μετά από αυτή την εξωτική εμπειρία θα αποφασίσει να κρεμάσει τα παπούτσια του, θα επιστρέψει στη Μασσαλία ως βοηθός προπονητή και, όπως είδαμε στην αρχή, τον Απρίλιο του 2000 θα προσθέσει στη φήμη του σκληροτράχηλου αμυντικού που δεν σηκώνει πολλά-πολλά και την κατηγορία “αυτός που έδειρε τον Γκαγιάρδο στη φυσούνα του Βελοντρόμ”. Μια τέτοια φήμη αλλάζει δύσκολα και συνήθως αποτελεί βαρίδιο σε κάθε μελλοντική προσπάθεια στον ίδιο χώρο. Ο Γκαλτιέ όμως είναι αποφασισμένος να πετύχει στους πάγκους περισσότερα απ’όσα πέτυχε στο χόρτο. “Η αλήθεια είναι πως εκείνη ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος με όλα αυτά που ακουγονταν για μένα. Ήταν όμως και ένα μεγάλο κίνητρο για να αποδείξω ότι στην πραγματικότητα δεν είμαι όπως με παρουσίαζαν.”

Ο Γκαλτιέ ως βοηθός προπονητή

Για να το καταφέρει αυτό ξεκινάει μια δεκαετία σχεδόν περιοδείας στον πλανήτη, ως βοηθός δίπλα σε διάφορους προπονητές. Περνάει από τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη ως βοηθός του Ταρντί (“εκεί έμαθα πως είναι στα ελληνικά η λέξη «αύριο», γιατί συνέχεια αυτή άκουγα όταν ερχόταν η ώρα να πληρωθούμε”), πηγαίνει στην Κορσική, γνωρίζει τον Αλεν Περέν και μαζί του συνεχίζει το τουρ στο Άμπου Ντάμπι, το Πόρτσμουθ και σε διάφορες περιοχές της Γαλλίας. Το 2008 το δίδυμο αναλαμβάνει τη Σεντ Ετιέν αλλά ένα χρόνο μετά, τον Δεκέμβριο του 2009 και ενώ η ομάδα καταρρέει αγωνιστικά, η διοίκηση αποφασίζει να διώξει τον Περέν και να δώσει μια ευκαιρία στον βοηθό του. Ο Γκαλτιέ αρνείται να προδώσει τον συνεργάτη του και δηλώνει ότι θα αποχωρήσει μαζί του αλλά ο Περέν τον πείθει ότι αυτή είναι η κατάλληλη στιγμή για να δείξει ότι έφτασε η δική του ώρα.

Στα 43 του πλέον και μετά από τόσα χρόνια που, όπως λέει ο ίδιος, λειτουργούσε σαν σφουγγάρι, μαζεύοντας εμπειρίες και γνώσεις από τις πολλές διαφορετικές καταστάσεις που ζούσε ως βοηθός, ο Γκαλτιέ πέφτει με τη μια στα βαθιά καθώς η Σεντ Ετιέν είναι σχεδόν μόνιμα στις τελευταίες θέσεις για πάνω από ένα χρόνο και το κλίμα στα αποδυτήρια είναι κάκιστο. Ο Γάλλος δεν αφήνει την ευκαιρία που του δίνεται να πάει χαμένη. Η ομάδα σώζεται έστω και την τελευταία στιγμή και η μεταμόρφωση ξεκινάει από την επόμενη σεζόν όταν και θα τερματίσει στη μέση της βαθμολογίας, πολύ μακριά από το άγχος του υποβιβασμού. Στα έξι χρόνια που θα ακολουθήσουν η Σεντ Ετιέν δεν θα τερματίσει ποτέ κάτω από την 8η θέση, θα βγει στην Ευρώπη τέσσερις φορές και θα πανηγυρίσει την κατάκτηση του Λιγκ Καπ το 2013, του πρώτου τροπαίου για το σύλλογο μετά από 32 χρόνια!

Το 2017 θα αποχωρήσει όντας ο πιο επιτυχημένος προπονητής της ομάδας στη σύγχρονη ιστορία της, λίγο μετά θα απορρίψει την πρόταση του Ολυμπιακού και στο τέλος εκείνης της χρονιάς θα ζήσει ένα μεγάλο deja-vu αναλαμβάνοντας ξανά τον Δεκέμβριο τη Λιλ, που κι αυτή παλεύει για να παραμείνει στην κατηγορία. Ακριβώς όπως και με την Σεντ Ετιέν, ο Γκαλτιέ θα τη σώσει οριακά και από την επόμενη κιόλας σεζόν θα αρχίσει να χτίζει μια ομάδα με τη δική του υπογραφή, ένα σύνολο που χωρίς να έχει μεγάλα αστέρια, εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις δυνατότητες κάθε παίκτη του. Στην πρώτη του ολοκληρωμένη σεζόν εκεί, η Λιλ θα τερματίσει 2η, στην επόμενη θα βγει 4η και η μεταμόρφωση θα ολοκληρωθεί με το περσινό θαύμα. Η Λιλ θα σοκάρει όλη την Ευρώπη και θα στεφθεί πρωταθλήτρια Γαλλίας για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια, αφήνοντας στη δεύτερη θέση τον πακτωλό χρημάτων από το Κατάρ, που ακούει στο όνομα Παρί σεν Ζερμέν.


Ο Γκαλτιέ ως πρωταθλητής Γαλλίας

Λίγες μόλις εβδομάδες μετά τον θρίαμβο ο Γκαλτιέ θα κρίνει σωστά ότι ο κύκλος του εκεί έχει ολοκληρωθεί και θα ψάξει για νέες προκλήσεις αλλού. Νάπολι, Λιόν και Νις θα κονταροχτυπηθούν για την υπογραφή του και κερδισμένη θα βγει η τελευταία, που με ιδιοκτήτη πλέον τον Βρετανό δισεκατομμυριούχο Τζιμ Ράτκλιφ του παρουσίασε ένα πολύ ελκυστικό ποδοσφαιρικό πρότζεκτ για τα επόμενα χρόνια.

Έχοντας ξεπεράσει τα 2/3 της φετινής σεζόν, το έργο του Γκαλτιέ είναι πλέον ξεκάθαρο και εδώ. Η Νις, που τερμάτισε πέρσι στη μέση της βαθμολογίας, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας, για πρώτη φορά από το 1997, και στη 2η θέση του πρωταθλήματος, πίσω μόνο από την Παρί των Μέσι-Μπαπέ-Νειμάρ. Μια Παρί που σε τρεις περιπτώσεις φέτος (δυο στο πρωτάθλημα και μια, εντός έδρας, στο κύπελλο) όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να κερδίσει τους παίκτες του αλλά δεν έχει μπορέσει καν να βρει δίχτυα!

Δυο περίπου δεκαετίες μετά το περιστατικό με τον Γκαγιάρδο, ο Κριστόφ Γκαλτιέ έχει σβήσει για τα καλά την όποια κακή φήμη κουβαλούσε και έχει γράψει από πάνω με χρυσά γράμματα τα κατορθώματα του σε τρεις διαφορετικούς γαλλικούς πάγκους. Η λογική και τα διάφορα ρεπορτάζ που κυκλοφορούν κατά καιρούς λένε ότι κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον θα τον δούμε και σε κάποιο μεγαλύτερο σύλλογο, ίσως και εκτός Γαλλίας, ενώ το όνομα του έχει ακουστεί ήδη και για την εθνική Γαλλίας. Μέχρι τότε ο ίδιος απολαμβάνει αυτή την αλλαγή που βιώνει και το δηλώνει με καμάρι: “Πριν λίγους μήνες έτρωγα με την οικογένεια μου σε ένα εστιατόριο στα νότια της Γαλλίας όταν με πλησίασε ο διευθυντής και μου είπε ότι ο κ. Γκους Χίντινκ ήταν εκεί και θα ήθελε να με γνωρίσει και να με συγχαρεί. Λίγο καιρό μετά, συναντήθηκα τυχαία με τον Μισέλ Πλατινί και ανακάλυψα ότι το «κύριε Πλατινί» έγινε τώρα «Μισέλ». Ο κόσμος πλέον με ξέρει και με αναγνωρίζει χάρη στο πρωτάθλημα που πήραμε. Όταν είσαι πρωταθλητής Γαλλίας, είσαι για όλη σου τη ζωή.”