«Το 1942 ήμουν εννιά ετών και καθόμουν στα σκαλοπάτια των εργατικών κατοικιών στο Δυτικό Όκλαντ. Χωρίς κανέναν λόγο μου επιτέθηκαν πέντε παιδιά…»
«Είχαμε μόλις μετακομίσει εκεί από το Monroe της Λουιζιάνα. Δεν ήμασταν γνωστοί στη γειτονιά. Ήρθαν κατά πάνω μου, με έβρισαν, με χλεύασαν. Ένας από αυτούς με χαστούκισε. Τότε έκανα ότι θα έκανε οποιοδήποτε εννιάχρονο παιδί στη θέση μου. Πήγα και το είπα στη μητέρα μου.
‘’Τι σου έκαναν;’’ ρώτησε αυτή.
Με βούτηξε από το χέρι, πήρε μαζί τα κλειδιά του διαμερίσματος και βγήκαμε έξω να τους βρούμε. Δεν γνώριζα τι είχε στο μυαλό της όμως κατά κάποιο τρόπο ήμουν σίγουρος ότι η μητέρα μου θα τακτοποιούσε το θέμα.
Σε κάποια στιγμή βρήκαμε αυτά τα πέντε παιδιά στον δρόμο. Η μητέρα τότε στράφηκε σε εμένα και μου είπε:
‘’Τώρα θα παλέψεις με τα πέντε αυτά αγόρια. Και τα πέντε. Έναν την κάθε φορά’’.
Δεν ξέρω τι περίμενα ακριβώς να μου πει αλλά σίγουρα δεν ήταν αυτό. Στην πραγματικότητα δεν φοβόμουν τόσο αυτά τα άτομα αλλά δεν ήμουν και διατεθειμένος να παλέψω μαζί τους. Όμως ήταν προτιμότερο από το να μαλώσω με τη μητέρα μου. Οπότε πάλεψα με τους τύπους.
Χρόνια αργότερα ο κόσμος μιλούσε για την ικανότητα του να παλεύω και για το πώς ίσως θα έπρεπε να γινόμουν επαγγελματίας πυγμάχος. Όμως στην πραγματικότητα δεν ήμουν ποτέ καλός σε αυτό.
Εκείνη η ημέρα δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Έχασα τους τρεις καβγάδες που έδωσα με εκείνα τα παιδιά και κέρδισα τους δύο. Στον δρόμο για το σπίτι η μητέρα μου είπε ότι δεν είχε καμία σημασία το εάν κέρδισα ή έχασα σε εκείνους καβγάδες. Σημασία είχε το ότι υπερασπίστηκα τον εαυτό μου.
Ίσως έχασα την αίσθηση του φόβου όταν επέστρεψα εκείνη την ημέρα για να παλέψω με αυτά τα παιδιά. Ίσως τελικά ο φόβος να είναι ένα συναίσθημα στο οποίο ένα μαύρο παιδί των εργατικών κατοικιών δεν έπρεπε να δίνει σημασία. Η μητέρα μου τότε προσπάθησε να μου πει να μη επιλέγω ποτέ εγώ να τσακωθώ με κάποιον άλλον, αλλά και ότι εάν βρισκόμουν μπλεγμένος σε έναν καβγά θα έπρεπε οπωσδήποτε να τον τελειώσω. Σήμερα είμαι 86 ετών και έχω καταλάβει ότι έχω μια ακόμα μάχη να τελειώσω…»
Αυτή ήταν μια ιστορία από την καθημερινότητα του μικρού Μπιλ. Ο τρόπος που τον κοιτούσαν τα μάτια του λευκού πληθυσμού δεν άλλαξε ακόμα και όταν αυτός άφησε πίσω το απλό παιδί των εργατικών κατοικιών και έγινε σταρ του ΝΒΑ. Ήταν μια σκληρή εποχή.
Η αγροτική Λουιζιάνα των 30s ήταν ένα από πιο δύσκολα μέρη για να ζει μια οικογένεια μαύρων στον δυτική κόσμο. Στα χρόνια του «Separate but equal», η περιθωριοποίηση και ο αποκλεισμός των μαύρων πληθυσμών στον αμερικανικό νότο έφταναν στο πικ τους. Οι λευκοί απολάμβαναν την άνεση των σαφώς καλύτερα χρηματοδοτούμενων δομών και μέσων σε αντίθεση με τους μαύρους οι οποίοι δεν είχαν πρόσβαση σε βασικά αγαθά. Παράλληλα είχαν να αντιμετωπίσουν και το εξτρεμιστικό λευκό κομμάτι που τους καταπίεζε φοβούμενο μήπως οι μαύροι αρχίσουν να αποκτούν δικαιώματα, τα οποία ουσιαστικά έπρεπε να είχαν ήδη αποκτήσει.
Ο Μπιλ μεγάλωσε σε αυτό το κλίμα φόβου και ανασφάλειας. Ακόμα και όταν μετακόμισε στο Όκλαντ στην ηλικία των οχτώ, η φτώχεια και τα προβλήματα (όπως είδαμε πιο πάνω) δεν έλειπαν. Αυτή η πολύ άσχημη κατάσταση έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να γίνει ο άντρας που έγινε μετά.
Ήταν το παιδί που είδε τον ιδιοκτήτη του βενζινάδικου να αρνείται να εξυπηρετήσει τον πατέρα του, θέλοντας να τον ταπεινώσει όταν τον άφηνε να περιμένει στη σειρά δίνοντας προτεραιότητα σε λευκούς που έρχονταν αργότερα. Όταν ο Τσαρλς Ράσελ θέλησε να αποχωρήσει για βρει άλλο πρατήριο και να εξυπηρετηθεί, ο λευκός ιδιοκτήτης τον απείλησε με όπλο.
Ο ίδιος ο Τσαρλς (όπως ο Μπιλ τότε) είχε δει τον δικό του πατέρα να αντιμετωπίζει την άρνηση επίσης. Την εποχή που ήταν παιδί δεν υπήρχαν σχολεία για μαύρα παιδιά στη Λουιζιάνα. Ο πατέρας του Τσαρλς αποφάσισε να κάνει κάτι για αυτό. Μάζεψε τα 53 δολάρια που χρειάζονται για την απαραίτητη ξυλεία, πλήρωσε το μαγαζί για τα υλικά όμως είδε τον λευκό ιδιοκτήτη να αρνείται να τον εξυπηρετήσει και παράλληλα να του δώσει πίσω τα χρήματα γιατί «τα μαύρα αυτά παιδιά δεν χρειάζεται να μάθουν να διαβάζουν για να μαζεύουν βαμβάκι». Ο παππούς του Μπιλ δεν το άφησε αυτό έτσι και του είπε ορθά-κοφτά ότι εάν δεν μας δώσεις την ξυλεία ή τα λεφτά υπάρχει και μια τρίτη. Όταν πήγε στο αυτοκίνητο του για να πάρει το όπλο του, ο καταστηματάρχης ξέχασε γρήγορα τον ρατσισμό και παρέδωσε τα υλικά όπως έπρεπε.
Ο Ράσελ ήταν ένα αθλητικό φαινόμενο και αυτό φάνηκε γρήγορα στο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Ένας τριπλουνίστας. Η αθλητικότητα και η ταχύτητα του ήταν κάτι σπάνιο για την εποχή. Ο πρώην παίχτης του USF, Hal DeJulio, ήταν αυτός που πρότεινε τον Ράσελ στο επιτελείο του Σαν Φρανσίσκο και μάλλον (…) δικαιώθηκε καθώς ο νεαρός γίγαντας οδήγησε το πανεπιστήμιο σε διαδοχικούς τίτλους το 1955 και το 1956.
Ο Ρεντ Άουερμπαχ μέσω ανταλλαγής κατάφερε να ανέβει στο Νο2 του ντραφτ και επέλεξε τον Ράσελ που τόσο ήθελε. Ο σέντερ από τη Λουιζιάνα άλλαξε άρδην το στάτους των Κελτών. Ήταν το κομμάτι που έλειπε από το παζλ. Μέχρι τον ερχομό του η Βοστόνη έπαιζε ένα ελεύθερο, επιθετικογενές μπάσκετ και ήταν ένα μάλλον soft σύνολο το οποίο δεν είχε τη βάση και το αμυντικό φίλτρο για να ανταγωνιστεί για τον τίτλο. Ο ερχομός του Ράσελ άλλαξε την υφή των Σέλτικς. Ο Άουερμπαχ χρησιμοποίησε το ελίτ φυσικό/ αθλητικό πακέτο, το motor και τον δυναμισμό του Ράσελ στο αμυντικό κομμάτι για να βρει πόντους στο ανοιχτό γήπεδο. Ο νέος σέντερ των Κελτών παρήγαγε τόνους deflections, ήταν ανίκητος επάνω από το καλάθι και έτρεχε σαν ζαρκάδι στο ανοιχτό γήπεδο.
Στη ρούκι σεζόν του Ράσελ, οι Σέλτικς κατέκτησαν το πρωτάθλημα του ΝΒΑ ενώ ο ίδιος έχασε το βραβείο του ρούκι της χρονιάς από τον συμπαίκτη του Tom Heinsohn. O τελευταίος είχε παίξει σε ολόκληρη τη σεζόν ενώ ο Ράσελ έχασε παιχνίδια καθώς ήταν μέλος της Ολυμπιακής ομάδας των ΗΠΑ που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους αγώνες της Μελβούρνης. Ο Heinsohn ήταν ένας εξαιρετικός παίχτης. Επίσης ως λευκός αθλητής ήταν πιο αρεστός στο αμερικανικό κοινό…
Επάνω στα τρομερά αθλητικά εργαλεία του Ράσελ, οι Σέλτικς έχτισαν τη μεγαλύτερη δυναστεία στην ιστορία του ΝΒΑ. Ο Μπιλ ήταν αυτός που σταματούσε συνεχώς τον Ουίλτ Τσάμπερλεϊν και η Βοστόνη κατακτούσε τον έναν τίτλο μετά τον άλλο. Στα 13 του χρόνια στο ΝΒΑ ως παίχτης, ο Ράσελ κατέκτησε 11 πρωταθλήματα (θα μπορούσαν να είναι 12 εάν δεν τραυματιζόταν στο ξεκίνημα των τελικών του 1958 όταν στραμπούλιξε αρκετές φορές τον αστράγαλο του) και μέτρησε το απόλυτο, 21-0, σε do or die παιχνίδια.
Την εποχή της κυριαρχίας των Σέλτικς, ο σούπερ-σταρ πλέον Ράσελ δημιούργησε μέσω της αθλητικής του επιτυχίας την πλατφόρμα που χρειαζόταν για να εκφραστεί για τα σοβαρά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που αντιμετώπιζαν οι ΗΠΑ. Ήταν ένας ακτιβιστής που υποστήριξε το κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τάχθηκε ανοιχτά κατά του πολέμου στο Βιετνάμ και εργάστηκε υπέρ της ισότητας. Ήταν ο πρώτος μαύρος σούπερ-σταρ της λίγκας και ο πρώτος μαύρος προπονητής, όταν και κατέκτησε τους Σέλτικς τους τίτλους του 1968 και 1969.
Η προσωπικότητα του και το έργο του εκτός γηπέδων ήταν μεγαλύτερο από την αθλητική του επιτυχία. Αυτό είναι κάτι τεράστιο εάν αναλογιστούμε ότι πρόκειται για έναν από τους πιο επιτυχημένους αθλητές στην ιστορία αυτού του πλανήτη. Ήταν αυτός που δεν δίστασε να τα βάλει με την ίδια την πόλη της Βοστόνης, μιλώντας ανοιχτά για ρατσιστικό κλίμα σε αντίθεση με τη δημοκρατική όαση που υπήρχε στον οργανισμό των Σέλτικς. Ο ίδιος λάτρευε τους Κέλτες. H δήλωση «πάντα πίστευα ότι εάν άφηνα τους Σέλτικς δεν θα μπορούσα να πάω στον παράδεισο γιατί αυτό θα αποτελούσε υποβάθμιση» έμεινε στην ιστορία. Πολλά χρόνια αργότερα αποκατέστησε τη σχέση του με την πόλη της Βοστόνης, αφήνοντας στην άκρη μια κόντρα πολλών ετών.
Ο Μπιλ Ράσελ ήταν ίσως ο μεγαλύτερος νικητής στην ιστορία των παγκοσμίων σπορ. Κανένας άλλος δεν μπορεί να ματσάρει τα σπουδαία επιτεύγματα του, τον εθισμό του στην επιτυχία και την ικανότητα του να κερδίζει.
Ήταν αυτός που άλλαξε το άθλημα και αποτέλεσε την έμπνευση για να γραφτούν ξανά τα κιτάπια των σοφών του μπάσκετ, επαναπροσδιορίζοντας τον τρόπο που ένα σύνολο οφείλει να δουλεύει για να φτάσει στην κορυφή αλλά και τον ρόλο του ηγέτη στη διαδικασία αυτή.
Ήταν αυτός που αντιπροσώπευε όλα όσα ο κόσμος θαυμάζει αλλά φοβάται να αντιμετωπίσει. Η ζωή του θα μπορούσε να αποτελέσει το αφήγημα σε ένα βιβλίο ή μια ταινία για την αμερικανική ιστορία. Μέσα από τον γεμάτα αγκάθια, ανηφορικό δρόμο του Ράσελ μέχρι την κορυφή, μπορεί να κατανοήσει κανείς τις ζυμώσεις που έγιναν στην αμερικανική κοινωνία χρόνια πριν, ώστε αυτή να φτάσει στη σημερινή της μορφή.
Ασυμβίβαστος, πρωτοπόρος, οραματιστής, ηγέτης, νικητής.
Καλό ταξίδι γίγαντα.
Πηγές:
https://www.slamonline.com/the-magazine/bill-russells-lifelong-fight-against-racism/
https://www.britannica.com/biography/Bill-Russell