Στις 6 του Ιουνίου που πέρασε, αν κοιτούσε κανείς τα ποδοσφαιρικά ρεπορτάζ της Ιταλίας θα έπεφτε σε ένα πολύ γνωστό επώνυμο. Πούσκας. Δεν ήταν όμως κάποια επέτειος για τη ζωή του τεράστιου Ούγγρου, ήταν ένας συνεπώνυμος που γινόταν γνωστός. Ο Τζορτζ Πούσκας γεννημένος στη Μαργκίτα της Ρουμανίας στα σύνορα με την Ουγγαρία, αλλά όπως και το περίπου 45% της πόλης με ουγγρική καταγωγή, καθόριζε την ιστορία μιας ομάδας που πετύχαινε έναν μοναδικό άθλο. Χάρη στο γκολ του απέναντι στην Κάρπι, η Μπενεβέντο ανεβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία της στη Σέριε Α. Ο Τζορτζ μπορεί να μη μοιάζει στο ποδοσφαιρικό στιλ του τεράστιου Φέρεντς, αλλά από μικρός μπήκε στο στόχαστρο μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων όπως της Άρσεναλ και της Γιουβέντους. Η παρέμβαση του Κρίστιαν Κίβου όμως τον κάνει να πάει στο Μιλάνο και την Ίντερ.
Οι καλές του εμφανίσεις στην Πριμαβέρα τον φέρνουν ακόμα και στη 1η ομάδα, αλλά φαίνεται ότι δεν μπορεί να σταθεί ακόμα, η Ίντερ αρχίζει να τον δανείζει και το καλοκαίρι του 2016 πάει στην παντελώς άσημη Μπενεβέντο. Εκεί η χρονιά του δεν είναι καλή. Τα προβλήματα στο γόνατο τον έκαναν να χάσει περίπου τα 2/3 των αγώνων, μέχρι που επανήλθε με 2 γκολ στις 2 τελευταίες αγωνιστικές και άλλα 3 στα πλέι-οφ ανόδου, σημαντικότερο αυτό το τελευταίο. Σημαντικότερο γιατί ολοκληρώνει ένα από τα παραμύθια της περσινής σεζόν. Η Μπενεβέντο όχι μόνο κερδίζει την άνοδό της στην πρώτη κατηγορία, αλλά το κάνει έχοντας έρθει από τη Γ’ εθνική την αμέσως προηγούμενη χρονιά. Από το 1929 που ιδρύεται παίζει για πρώτη φορά στη Σέριε Β το 2016 και μέσα σε μια σεζόν κερδίζει άνοδο για την μεγάλη κατηγορία. Κάτι που δεν έχει καταφέρει ποτέ άλλος σύλλογος στη χώρα.
Η μικρή ομάδα από το φτωχό νότο γίνεται η 4η ομάδα από την περιοχή της Καμπανίας που παίζει με τα μεγάλα παιδιά, μετά τη Νάπολι, την Αβελίνο (του Νίκου Αναστόπουλου) και τη Σαλερνιτάνα. Ακολουθώντας τα παραδείγματα άλλων ομάδων όπως η Σασουόλο και η Κροτόνε, με ομοιότητες και διαφορές, η πόλη των 60.000 περίπου κατοίκων στα περίπου 100 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Νάπολης, γιορτάζει την παρουσία της στον ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό χάρτη. Όλα ξεκίνησαν το 2005 όταν και ο σύλλογος χρεοκόπησε. Τα αδέρφια Βιγκορίτο ανέλαβαν, έριξαν χρήματα σε υποδομές, σε νέα παιδιά και έβαλαν στόχο να κάνουν την ομάδα να ξεχωρίσει. Ελάχιστοι το πίστεψαν, αλλά σε δυο σεζόν η ομάδα ανέβηκε από τη Δ’ στη Γ’ και έφτασε στον τελικό του κυπέλλου της Γ’ εθνικής για πρώτη φορά. Η ομάδα όμως δεν μπορούσε το παραπάνω, έφτασε τρεις φορές στα πλέι-οφ για την άνοδο και αποκλείστηκε, αρκετοί είπαν ότι έπιασε ταβάνι.
Ο Ορέστε Βιγκορίτο πανηγυρίζει φορώντας ένα μπλουζάκι αφιερωμένο στον αδερφό του
Το Σεπτέμβριο του 2010, ο μεγαλύτερος από τα δυο αδέρφια Τσίρο, βλέπει για τελευταία φορά την ομάδα του από κοντά. Η υγεία του έχει επιδεινωθεί, το σώμα του δεν αντέχει άλλο, λίγες εβδομάδες αργότερα πεθαίνει στο νοσοκομείο μετά από χρόνια μάχη με την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε. Ο κόσμος της ομάδας ζητάει το γήπεδο να πάρει το όνομά του. Παρ’ ότι (όπως και τα περισσότερα στην Ιταλία) είναι δημοτικό, η αλλαγή γίνεται σε “Στάδιο Τσίρο Βιγκορίτο”. Κανείς δεν ξεχνάει ότι ο Τσίρο περνούσε όλη τη μέρα του στα γραφεία, στο προπονητικό κέντρο (μεγαλύτερή του περηφάνια ήταν οι ακαδημίες), δίπλα στους παίκτες, ήταν η ψυχή του συλλόγου. Πιο πολλές ώρες ξόδευε στην ομάδα παρά στην οικογενειακή επιχείρηση αιολικής ενέργειας που έχουν τα αδέρφια. Όταν το 2009 η ομάδα έφτασε μια ανάσα από την άνοδο στη Σέριε Β, αλλά έχασε από την Κροτόνε, ήταν ο πρώτος που μπήκε στο γήπεδο για να πει μια καλή κουβέντα και να αγκαλιάσει όλους τους παίκτες του που έκλαιγαν στο χορτάρι. Όχι για να τους μαλώσει, όχι για να διώξει κόσμο, όχι για να μετρήσει πόσα έσοδα χάνει η επιχείρησή του, απλά για να παρηγορήσει “τα παιδιά του”.
Ο Ορέστε Βιγκορίτο συνεχίζει μόνος, η ομάδα ξαναφτάνει στα πλέι-οφ αλλά και πάλι δεν τα καταφέρνει. Ο σύλλογος περνάει μια μίνι κρίση, ο Ορέστε απομακρύνεται από την προεδρία, ενώ των 50% των μετοχών καταλήγει σε έναν άλλο επιχειρηματία, τον Τζιοβάνι Λομπάρντι. Ο Βιγκορίτο δεν σταματάει πάντως να στηρίζει οικονομικά και βλέπει την ομάδα να σπάει την κατάρα των πλέι-οφ και να ανεβαίνει επιτέλους στη Σέριε Β το 2015. Αγοράζει το 50% των μετοχών από τον Λομπάρντι αποκτώντας όλο το πακέτο, επιστρέφει στην προεδρία, φέρνει προπονητή τον Μάρκο Μπαρόνι, στηρίζεται σε νέα παιδιά, αλλά και δανεικούς (όπως κι ο Πούσκας) και η Μπενεβέντο μένει μόλις μια σεζόν στη Β’ εθνική, καθώς από την 5η θέση κερδίζει στα πλέι-οφ το εισιτήριο.
Δεν χρειάζεται να ξέρεις ιταλικά για να καταλάβεις και να απολαύσεις στο βίντεο τη χαρά μιας πόλης
Με το γκολ του Πούσκας το γήπεδο ξεσπάει σε πανηγύρια. Ο Ορέστε δηλώνει: «Ήταν η υπόσχεση δύο ανθρώπων, που γεννήθηκαν αδέρφια από τύχη, αλλά έγιναν φίλοι. Λέγαμε ότι θα το δοκιμάσουμε και τελικά τα καταφέραμε». Όλη η πόλη βγαίνει στο δρόμο. Τρακτέρ ντύνονται στα χρώματα της Μπενεβέντο, κάποιοι παίρνουν λίγο από το γρασίδι του γηπέδου για αναμνηστικό, κάποιοι άλλοι κάνουν προγραμματισμό. «Του χρόνου Γιουρόπα Λιγκ, του παραχρόνου Τσάμπιονς Λιγκ, σε τρία χρόνια το πρωτάθλημα». Μερικοί θυμούνται τους γείτονες: «όποιος δεν χοροπηδάει είναι Αβελίνο» τραγουδούν. Περίπου 3.500 από τα διαρκείας ανανεώνονται και την πρώτη “ελεύθερη” μέρα για όλες τις θέσεις 400 άνθρωποι ξενυχτούν έξω από το γήπεδο για να πιάσουν θέση. Με τη θερμοκρασία να φτάνει τους 35 βαθμούς την επόμενη μέρα, περιμένουν διαβάζοντας, λύνοντας σταυρόλεξα κάτω από ομπρέλες. Ο στόχος της διοίκησης ήταν τα διαρκείας να φτάσουν τις 10.000.
Το επόμενο θαύμα θα είναι η ομάδα να καταφέρει να σωθεί, κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Τα χρήματα για μεταγραφές δεν είναι πολλά, η Μπενεβέντο έκανε κάποιες κινήσεις, κατάφερε να κρατήσει αρκετούς δανεικούς (ανάμεσά τους και τον Πούσκας). Ειδικά με το ξεκίνημα που έχει κάνει είναι πλέον το πρώτο φαβορί σε απόδοση για υποβιβασμό. Θα πρέπει να αποδείξουν ότι το παρατσούκλι τους δεν είναι τυχαίο. Οι τζαλορόσι της Καμπανίας ακούνε στο όνομα «στρεγκόνι» που σημαίνει μάγισσες και το σύμβολό τους είναι μια μάγισσα πάνω σε σκουπόξυλο. Βγαλμένο από την ιστορία του τόπου και τις τελετές που λέει ο θρύλος ότι γίνονταν δίπλα στο ποτάμι, σε μια ιερή καρυδιά. Εκεί οι μάγισσες έβαζαν μια μαγική αλοιφή, έλεγαν το ξόρκι και πετούσαν στον ουρανό για να τρομοκρατήσουν τον κόσμο. Ίσως κι η ομάδα χρειαστεί λίγη, για να καταφέρει να τρομοκρατήσει τους μεγάλους του κάλτσιο και να μείνει στην κατηγορία.