Θέλεις η ομάδα σου να αλλάξει επίπεδο; Παίρνεις τον Σαρτόρι.

Στο τέλος της περσινής σεζόν ο Τιάγκο Μότα ενημέρωσε τη Μπολόνια πως δεν θα ανανεώσει το συμβόλαιο του γιατί έχει συμφωνήσει με τη Γιουβέντους. Η είδηση προκάλεσε ανησυχία στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου της ομάδας. Με τον Μότα στον πάγκο η Μπολόνια είχε μόλις εξασφαλίσει για πρώτη φορά στην ιστορία της ένα εισιτήριο για το Τσάμπιονς Λιγκ ενώ επέστεφε στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μετά από 24 χρόνια. Πώς θα αντιδρούσε ο σύλλογος στην αποχώρηση ενός τόσο κομβικού συστατικού της περσινής επιτυχημένης συνταγής;

Υπήρχαν όμως και κάποιοι που παρέμεναν αισιόδοξοι. Ο οπτιμισμός αυτός δεν πήγαζε μόνο από την έλευση του Βιντσέντσο Ιταλιάνο στη θέση του Μότα. Στη Μπολόνια υπάρχει ένας ακόμα άνθρωπος που του αναλογεί ένα σημαντικό μερίδιο της επιτυχίας. Ένας άνθρωπος που το όνομα του μπορεί να μη το ξέρουν αρκετοί, ειδικά εκτός Ιταλίας, αλλά η δουλειά που κάνει στο παρασκήνιο μιλάει από μόνη της στο χόρτο. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στην περσινή χρονιά.

Ο Τζιοβάνι Σαρτόρι είναι μια περίπτωση που μοιάζει αρκετά με αυτή του Μόντσι. Η ποδοσφαιρική καριέρα και των δυο δεν ήταν κάτι αξιοσημείωτο. Ο Σαρτόρι βέβαια κατάφερε να φορέσει για λίγο στα τέλη των 70s τη φανέλα της Μίλαν αλλά το πιθανότερο είναι ότι ακόμα και οι πιο φανατικοί οπαδοί της ομάδας δύσκολα θα τον θυμούνται να παίζει στην κορυφή της επίθεσης στο Σαν Σίρο γιατί αυτό έγινε απειροελάχιστες φορές. Όλη την υπόλοιπη καριέρα του την πέρασε στη δεύτερη και την τρίτη κατηγορία, με κορυφαία μάλλον ανάμνηση τη σεζόν 1979-80 όταν και έβαλε 9 γκολ σε μια σεζόν στη Σέριε Β με τη Σαμπντόρια. Όπως συνέβη και με τον Μόντσι, οι πραγματικές επιτυχίες του στο ποδόσφαιρο ξεκίνησαν αφού κρέμασε τα παπούτσια. Όχι όμως από τον πάγκο, όπως συμβαίνει συνήθως.

Μετά την απόσυρση του το 1989 δέχτηκε την πρόταση της τελευταίας του ομάδας, δηλαδή της Κιέβο Βερόνα, να συνεχίσει στο σύλλογο από κάποιο άλλο πόστο. H Κιέβο είχε μόλις ανέβει στην 3η κατηγορία για πρώτη φορά στην ιστορία της και ο πρόεδρος της, Λουίτζι Καμπεντέλι, έψαχνε λύσεις για να καταφέρει να παραμείνει εκεί όσο περισσότερο γίνεται. Ο πρώτος ρόλος του Σαρτόρι ήταν ως βοηθός προπονητή. Όταν ο Καμπεντέλι πέθανε το 1992 τη σκυτάλη ανέλαβε ο 24χρονος γιος του Λούκα. Λόγω ηλικίας και έλλειψης παραστάσεων ο Λούκα έπρεπε να βρει κάποιον άλλον να «τρέχει» το σύλλογο. Η καλύτερη και πιο άμεση επιλογή ήταν ο Σαρτόρι που έκλεινε ήδη μια 8ετια εκεί ως παίκτης και μετά βοηθός προπονητή. Χάρη σε αυτή τη συγκυρία ο Σαρτόρι έγινε σε μια νύχτα αθλητικός διευθυντής, μια θέση που θα άλλαζε το υπόλοιπο της ζωής του. Και μαζί τη σύγχρονη ιστορία τριών ιταλικών ομάδων. Τότε ήταν μόλις 35 ετών.

Ένα χρόνο μετά την αλλαγή πόστου πήρε την πρώτη μεγάλη απόφαση του. Προώθησε στον πάγκο τον μέχρι πρότινος βοηθό προπονητή. Έναν 39χρονο Ιταλό που είχε παρατήσει τη δουλειά του στην Canon για να ακολουθήσει καριέρα στο ποδόσφαιρο αλλά εκτός από βοηθός έως τότε η μόνη του εμπειρία από πάγκους ήταν τρεις σεζόν στις ακαδημίες της Κιέβο. Το όνομα του; Αλμπέρτο Μαλεζάνι. Με τον Σαρτόρι να γίνεται με τον καιρό καλύτερος στο μεταγραφικό κομμάτι και στον αγωνιστικό σχεδιασμό της ομάδας και τον Μαλεζάνι να εκπλήσσει τους πάντες με τις ικανότητες του ως προπονητής η Κιέβο κατάφερε να τερματίσει 1η στην πρώτη κιόλας κοινή σεζόν τους και να κερδίσει για πρώτη φορά στην ιστορία της την άνοδο στη Σέριε Β. Η Βερόνα είχε αποκτήσει και επίσημα μια ακόμα ανταγωνιστική ομάδα.

Τα επόμενα χρόνια το «μάτι» του Σαρτόρι άρχισε να ξεχωρίζει. Ελλείψει χρημάτων, ο αθλητικός διευθυντής της Κιέβο έψαχνε για λαβράκια στις μικρές κατηγορίες ή για ικανούς παίκτες μεγαλύτερης ηλικίας που για διάφορους λόγους είχαν βαλτώσει και αναζητούσαν ένα νέο ξεκίνημα. Χάρη στις επιλογές του η Κιέβο σταθεροποιήθηκε στη Σέριε Β και παρέμεινε αξιόμαχη ακόμα κι όταν το 1997 ο Μαλεζάνι αποχώρησε για τη Φιορεντίνα. Μια από τις επόμενες επιλογές του για τον πάγκο, ο Λουίτζι Ντελνέρι, αποδείχτηκε εξίσου κομβική για να κάνει η ομάδα το επόμενο βήμα. Όπως συνέβη και με τον Μαλεζάνι, στην πρώτη χρονιά του Ντελνέρι στον πάγκο, τη σεζόν 2000-01′, η Κιέβο έγραψε ιστορία κερδίζοντας την άνοδο για το Καμπιονάτο. Τα επόμενα χρόνια η ομάδα καθιερώθηκε εκεί, κατάφερε να ξεπεράσει σε κάποιες περιπτώσεις τη συμπολίτισσα Ελλάς Βερόνα αλλά και να βγει στην Ευρώπη. Εκείνη η περίοδος έμεινε γνωστό με τον πομπώδη τίτλο: «Το θαύμα της Κιέβο».

Με πολύ μικρό μπάτζετ και περιορισμένες δυνατότητες γενικότερα η Κιέβο έγινε μια από τις σταθερές της Σέριε Α στην αρχή του 21ου αιώνα. Τα χιλιόμετρα που έγραφε ο Σαρτόρι για να δει αγώνες σε όλη τη χώρα και να ανακαλύψει φτηνούς αλλά ικανούς παίκτες έφερναν αποτέλεσμα. Κάπως έτσι στη Βερόνα κατέφθασαν εκείνα τα χρόνια άγνωστοι νεαροί αλλά και φτασμένοι ποδοσφαιριστές που έψαχναν μια νέα ευκαιρία. Ονόματα όπως ο Κορίνι, ο Κοράντι, ο Περότα, ο Μπίρχοφ, ο Αμάουρι, ο Μπαρζάγκλι, ο Λεγκροτάλιε. Στη μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας της η Κιέβο τερμάτισε στην 4η θέση το 2006 και έπαιξε στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Αυτό ήταν και το ζενίθ της πορείας του Σαρτόρι εκεί. Στην ουσία, πήρε στα 35 του μια ομάδα 3ης κατηγορίας που είχε μείνει ακέφαλη και κατάφερε με τις επιλογές του σε προπονητές και παίκτες να την ανεβάσει για πρώτη φορά στο Καμπιονάτο, να την κάνει υπολογίσιμη δύναμη και να τη βγάλει στο Τσάμπιονς Λιγκ!

Η ιστορική μέρα που η Κιέβο αντιμετώπισε τη Λέφσκι Σόφιας στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ

Το κεφάλαιο Κιέβο έκλεισε για αυτόν το καλοκαίρι του 2014. Ένα μήνα μετά την παραίτηση του, η Αταλάντα κατάφερε να κερδίσει την υπογραφή του. Για πρώτη φορά μετά από 22 χρόνια θα δοκίμαζε το σύστημα του σε μια άλλη ομάδα, σε ένα διαφορετικό περιβάλλον που δεν είχε «χτίσει» εξ αρχής αυτός. Ένα σύστημα που διαφέρει από αρκετών άλλων τεχνικών διευθυντών. Ο Σαρτόρι δεν βασίζεται τόσο στην τεχνολογία, σε αλγόριθμους ή εξελιγμένα προγράμματα υπολογιστών. Παραμένει σε μεγάλο βαθμό παραδοσιακός. Καταπίνει αμέτρητα χιλιόμετρα για να δει από κοντά έναν παίκτη, κάνει ενδελεχή έρευνα για τα μη-ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά του (κοινώς, πόσο πιθανό είναι να εξελιχθεί σε προβληματικό χαρακτήρα που μπορεί να επηρεάσει τα αποδυτήρια) και εμπιστεύεται απόλυτα το δίκτυο των ανθρώπων που έχει φτιάξει όλα αυτά τα χρόνια στο κουρμπέτι, που πλέον καλύπτει εξαιρετικά εκτός από την Ιταλία και μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Η ικανότητα του να ανακαλύπτει ταλέντα στα λιγότερο προβεβλημένα πρωταθλήματα παραμένει αξιοθαύμαστη. Ο Εουσέμπιο ντι Φραντσέσκο έχει πει γι’αυτόν: “Όπου κι αν πηγαίνει, δημιουργεί τις κατάλληλες υποδομές ώστε ο προπονητής του να έχει ιδανικές συνθήκες για να κάνει τη δουλειά του, έχοντας μια δυνατή ομάδα από παίκτες που έχουν επιλεγεί μετά από προσεκτική μελέτη”.

Με ελάχιστα πάλι χρήματα έφερε την πρώτη κιόλας σεζόν στο Μπέργκαμο παίκτες όπως ο Πάπου Γκόμεζ και ο Ζαπακόστα. Η κορυφαία επιλογή του δεν ήταν όμως κάποιος παίκτης. Ήταν η επιλογή του Τζαν Πιέρο Γκασπερίνι το 2016. Σε συνεργασία με τον νέο του τεχνικό ο Σαρτόρι έφτιαξε τα επόμενα χρόνια την Αταλάντα που έκανε σε αρκετές περιπτώσεις όλη την Ευρώπη να τρίβει τα μάτια της. Μια ομάδα που αγόραζε φτηνά, πουλούσε ακριβά, έπαιζε επιθετικό ποδόσφαιρο, έβαζε γκολ με το τσουβάλι και τερμάτιζε στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας.

Όπως ακριβώς και με την Κιέβο, ο Σαρτόρι βρήκε όταν πήγε στο Μπέργκαμο μια ομάδα χαμηλών δυνατοτήτων, που τότε πάλευε για τη σωτηρία, και όταν τελικά αποχώρησε μετά από οχτώ χρόνια, το καλοκαίρι του 2022, αυτή έπαιζε σταθερά πλέον στο Τσάμπιονς Λιγκ και διεκδικούσε με αξιώσεις τρόπαια, καθώς δυο φορές βρέθηκε στον τελικό του κυπέλλου. Η λίστα των παικτών που ανακάλυψε ή «ανέστησε» είναι μεγάλη και πάλι περιλαμβάνει από νέους, άσημους παίκτες μέχρι μεγαλύτερους σε ηλικία που πολλοί θεωρούσαν ξεγραμμένους. Η Αταλάντα άλλαξε ριζικά επίπεδο, βάζοντας ταυτόχρονα στο ταμείο της εκατομμύρια ευρώ από την εκτίναξη των αξιών των παικτών της όσο βρίσκονταν στο Μπέργκαμο.

Μετά τη δεύτερη σερί επιτυχημένη θητεία, αρκετές ιταλικές ομάδες προσπάθησαν να τον δελεάσουν όταν αποχώρησε το 2022 από την Αταλάντα. Η Μπολόνια ήταν η τυχερή. Τη συνέχεια είτε την ξέρετε είτε τη φαντάζεστε έχοντας διαβάσει τα προηγούμενα. Το… αναλογικό σύστημα του συνεχίζει να δουλεύει. Αυτός ήταν που επέλεξε τον Τιάγκο Μότα που προηγουμένως πάλευε για να σώσει τη Σπέτσια, αυτός έφερε αρκετούς από τους παίκτες που έκλεψαν την παράσταση πέρσι, αυτός γέμισε τα ταμεία με λεφτά με τις πετυχημένες πωλήσεις των Ζίρκζε και Καλαφιόρι, αυτός κάλυψε τα πολλά φετινά κενά από τις πωλήσεις με νέες, εξίσου αξιόλογες λύσεις. Για τρίτη φορά στην καριέρα του έπαιρνε μια ομάδα που κατά βάση βρισκόταν μακριά από τις επιτυχίες και την έβγαζε για πρώτη φορά στην ιστορία της στο Τσάμπιονς Λιγκ. Το απόλυτο 3/3!

Ο Μότα αναμενόμενα απέσπασε το μεγαλύτερο μερίδιο της περσινής επιτυχίας. Όπως αποδείχτηκε όμως μετά τη φυγή του η κολώνα του εγχειρήματος ήταν ο Σαρτόρι. Αυτός δηλαδή που κατάφερε να βρει άμεσα έναν ικανό αντικαταστάτη και παρά το ζόρικο φετινό ξεκίνημα, στο οποίο η Μπολόνια φαινόταν ανίκανη να διαχειριστεί το ασυνήθιστο γι’αυτή πρόβλημα με τα δυο καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη, να παρουσιάσει μια Μπολόνια εξίσου καλή με την περσινή. Μια Μπολόνια που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις και διεκδικεί ξανά την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ και η οποία προκρίθηκε στον τελικό του κυπέλλου για πρώτη φορά μετά από μισό αιώνα!

Πριν από δυο μήνες η Μπολόνια ανακοίνωσε πως ο Σαρτόρι, γνωστός και ως «Κόμπρα», ανανέωσε το συμβόλαιο του ως το 2027. Το αν θα καταφέρει να τον κρατήσει έως τότε παραμένει ένα ερωτηματικό. Το όνομα του έχει ακουστεί εδώ και καιρό για αρκετές άλλες ομάδες, όπως η Ρόμα και η Νάπολι. Τις τελευταίες εβδομάδες ειδικά βρίσκεται συχνά στο ρεπορτάζ της Μίλαν που φαίνεται να ψάχνει κάποιον που θα την επαναφέρει στις πρώτες θέσεις. Το ότι οι μεγάλες ιταλικές ομάδες έκαναν τόσα χρόνια για να τον προσεγγίσουν προκαλεί απορία σε αρκετούς. Πριν λίγες εβδομάδες ο Τζιοβάνι Σαρτόρι έκλεισε τα 68. Το ποδοσφαιρικό μάτι του πάντως παραμένει ένα από τα καλύτερα στην Ιταλία.