«Είναι απίστευτο. Να βρίσκεσαι τόσο κοντά στην άνοδο για την Πρέμιερ Λιγκ, είναι πραγματικά απίστευτο. Προσωπικά χαίρομαι να τους βλέπω να παίζουν και χαίρομαι διπλά για την επιτυχία και φυσικά την επιρροή του στην πορεία της Μπέρνλι. Στη Μάντσεστερ Σίτι είμαστε όλοι φανς και χαιρόμαστε που θα επιστρέψουν στο κορυφαίο επίπεδο του Αγγλικού ποδοσφαίρου. Για τον ίδιο, είμαι σίγουρος για ένα πράγμα. Θα επιστρέψει στην ομάδα (την Σίτι) ως προπονητής. Δεν ξέρω πότε θα γίνει αυτό αλλά είμαι σίγουρος πως θα το ζήσουμε μιας και έχει ήδη γραφτεί στα αστέρια».
Τα λόγια που μόλις διαβάσατε ανήκουν στον Πεπ Γκουαρδιόλα και είναι για τον Βενσάν Κομπανί. Τον πρώην αρχηγό των «πολιτών» και προπονητή της εξαιρετικής, φετινής Μπέρνλι που βρίσκεται μόνη πρώτη στην Τσάμπιονσιπ. Μια Μπέρνλι που εκτός της τρομερής της πορείας στο πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας θα βρεθεί και απέναντι στην Σίτι στους προημιτελικούς του Κυπέλλου, δείχνοντας σε όλους την σοβαρή δουλειά που γίνεται στο Τερφ Μουρ. Ο Κομπανί, αφού ολοκλήρωσε το 2019 μια σπουδαία καριέρα στην Αγγλία, έφυγε για το Βέλγιο, την πατρίδα του, για να κλείσει την καριέρα του στην ομάδα που τον ανέδειξε ως παίκτης – προπονητής. Από το 2020 συνέχισε μόνο ως προπονητής και μετά από τρεις συνολικά σεζόν με αρκετά σκαμπανεβάσματα και ένα σαφές ελκυστικό πλάνο ανέλαβε τις τύχες της Μπέρνλι με σκοπό την επιστροφή της στα γήπεδα της Πρέμιερ Λιγκ. Ας τα πάρουμε όμως απ’ την αρχή.
Ο Κομπανί γεννήθηκε πριν 37 χρόνια στο Ουκλ, προάστιο των Βρυξελλών. Ο πατέρας του είναι από το Κονγκό και η μητέρα του Βελγίδα. Ο πατέρας του μάλιστα είναι ο πρώτος μαύρος δήμαρχος στην ιστορία του Βελγίου. Από τα σχολικά του χρόνια βρέθηκε στην ακαδημία της Άντερλεχτ όπου πολύ σύντομα, μόλις στα 17 του, ανέβηκε στην πρώτη ομάδα. Όλοι μιλούσαν για ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα της Ευρώπης. Για τον αμυντικό που θα άφηνε εποχή και που στα πόδια του θα έπεφταν πολλά εκατομμύρια από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ηπείρου μας. Στα πρώτα τρία χρόνια της καριέρας του θα πανηγυρίσει, εκτός των πολλών ατομικών βραβείων, και δύο πρωταθλήματα πριν πάρει μεταγραφή για την Μπουντεσλίγκα και το Αμβούργο με το ποσό να αγγίζει τα 10 εκατομμύρια ευρώ. Ο Τόμας Ντολ, προπονητής της ομάδας, έβλεπε στο πρόσωπο του νεαρού τον τέλειο παίκτη για να καλύψει το κενό του Φαν Μπούιτεν που είχε φύγει για την Μπάγερν, με την ατυχία όμως να του βάζει φρένο. Ένας σοβαρός τραυματισμός στον αχίλλειο θα τον αφήσει εκτός -σχεδόν- για ολόκληρη την πρώτη του σεζόν, με την επιστροφή του το επόμενο καλοκαίρι να τον βρίσκει υπό τις οδηγίες του Χουμπ Στέφενς. Ο Στέφενς θα τον πιστέψει και θα τον βοηθήσει να κάνει μια τρομερή σεζόν, με το Αμβούργο να τερματίζει στην 4η θέση και τον ίδιο να φεύγει τον Αύγουστο του 2008 για την Αγγλία και την Μάντσεστερ Σίτι, λίγες μέρες πριν οριστικοποιηθεί η πώλησή της στους Άραβες. Αν και ο Ρομπίνιο θεωρείται επισήμως ο πρώτος σταρ που έφερε η νέα διοίκηση, ο Κομπανί είναι ο πρώτος παίκτης που μπήκε ως γερό θεμέλιο για να χτιστεί η βάση που πάνω της έμπαιναν κάθε χρόνο σπουδαία υλικά ώστε να φτιαχτεί το «οικοδόμημα» που -μέχρι και σήμερα- έχει κατακτήσει ένα σωρό τίτλους, δίνοντας παράλληλα απλόχερα στο ποδοσφαιρικό κοινό μοναδικές παραστάσεις.
Ο Κομπανί κατάφερε να ηγηθεί με το καλημέρα, με τον Μαρκ Χιούζ να τον χρησιμοποιεί και ως αμυντικό μέσο. Μάλιστα ήταν αυτός που ουσιαστικά με ένα δικό του γκολ έβαλε την Σίτι στην πρώτη θέση, κατακτώντας εν τέλει και το πρώτο της πρωτάθλημα στη νέα εποχή των Αράβων με το γκολ του Αγουέρο στις καθυστερήσεις της τελευταίας αγωνιστικής απέναντι στην ΚΠΡ. Εκείνο το γκολ, κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια, φαντάζομαι το θυμούνται όλοι. Το γκολ του Κομπανί δύο αγωνιστικές νωρίτερα, ίσως και όχι. Το πρωτάθλημα του 2012 ήταν τρελό. Η Σίτι είχε ξεφύγει στην αρχή από την Γιουνάιτεντ. Ο Μαντσίνι πλακώθηκε με τον Τέβες και τον άφησε ουσιαστικά εκτός ομάδας για το μεγαλύτερο διάστημα. της σεζόν. Η Γιουνάιτεντ ξέφυγε ακόμα και με +8 απ’ την Σίτι, φτάνοντας στην 36η αγωνιστική και το ματς του Έτιχαντ στο +3. Σε εκείνο το ματς-τελικό της αρκούσε και η ισοπαλία, με τον Φέργκιουσον να παρατάσσει μια ομάδα που έπαιξε απλά για να μη χάσει. Η Σίτι ήταν καλύτερη σχεδόν σε όλο το παιχνίδι, παίζοντας μόνο για το τρίποντο από την αρχή του αγώνα και ίσως να μη το κατάφερνε αν ο σπουδαίος αρχηγός της δεν είχε σκοράρει με κεφαλιά, μετά από κόρνερ του μικρού «μάγου» Νταβίντ Σίλβα, ακριβώς στο τέλος του ‘α ημιχρόνου.
Εκείνο το 1-0 έφερε τις δύο ομάδες στην ισοβαθμία, με τους «πολίτες» όμως να έχουν καλύτερη διαφορά τερμάτων. Εκείνη τη μέρα ο Βενσάν Κομπανί απέδειξε γιατί είχε αυτός το περιβραχιόνιο σε μια ομάδα γεμάτη από αστέρες πρώτου μεγέθους όπως ήταν ο Τουρέ, ο Σίλβα, ο Τέβες και ο Αγουέρο. Ένας σπουδαίος αμυντικός που μπορούσε να κάνει κυριολεκτικά τα πάντα στο γήπεδο, καθοδηγώντας και τους συμπαίκτες του ως προπονητής εντός του αγωνιστικού χώρου. Ήταν μάλιστα ο ίδιος που σε εκείνη την τρελή κούρσα με την Λίβερπουλ, τη σεζόν 2018-2019, που βρήκε πρωταθλήτρια την Σίτι με 98 βαθμούς, στο +1 από τους «κόκκινους», είχε σκοράρει και πάλι το μοναδικό γκολ στο παιχνίδι με την Λέστερ, με ένα φοβερό σουτ στο 70ο λεπτό, αρκετά μέτρα εκτός περιοχής, σε μια μέρα που η Λέστερ είχε καταφέρει να αμυνθεί εξαιρετικά και παραλίγο να κλέψει τον βαθμό στο τέλος του αγώνα. Σε ένα ματς που όσοι το βλέπαμε ήμασταν σχεδόν σίγουροι, όπως κυλούσε, πως η Σίτι εκείνη τη μέρα δε θα κατάφερνε να σκοράρει.
Στα 11 χρόνια που αγωνίστηκε με τη φανέλα της Μάντσεστερ Σίτι ο Βενσάν Κομπανί κατάφερε να κερδίσει 4 πρωταθλήματα Αγγλίας, 2 Κύπελλα και 4 Λιγκ Καπ, παίρνοντας και το βραβείο του Παίκτη της Χρονιάς το 2012. Αυτό όμως που ίσως έχει μεγαλύτερη σημασία ακόμα κι από τόσους τίτλους είναι το γεγονός πως εκείνα τα χρόνια ο Βέλγος κεντρικός αμυντικός ήταν για πολλούς ο κορυφαίος παίκτης στη θέση του σε ολόκληρο τον κόσμο. Ένα πραγματικό θηρίο. Ανίκητος στον αέρα, με εξαιρετικές τοποθετήσεις και μια μοναδική ικανότητα να βγαίνει πρώτος στη μπάλα και φυσικά πολλές οργανωτικές αρετές με πολλά στοιχεία στο παιχνίδι του να θυμίζουν περισσότερο σύγχρονο αμυντικό χαφ παρά κάποιο -σχεδόν δίμετρο- θηρίο που αγωνίζεται στο κέντρο της άμυνας και προκαλεί τον τρόμο στους αντιπάλους του. Αν βάλουμε δίπλα σε όλα αυτά και το γεγονός ότι ο παίκτης ταλαιπωρήθηκε σε ολόκληρη την καριέρα του και από πολλούς τραυματισμούς, σοβαρούς αλλά και πολλούς μυϊκούς από αυτούς που βάζουν φρένο ώστε να βρει ρυθμό ο ποδοσφαιριστής, μπορούμε να καταλάβουμε λίγο καλύτερα την αγωνιστική του αξία και γιατί προπονητές (και γενικά σπουδαίες προσωπικότητες του ποδοσφαίρου) όπως ο Γκουαρδιόλα και ο Μανσίνι εκφράζονται με τα καλύτερα λόγια για την αξία του τόσο εντός όσο και εκτός των τεσσάρων γραμμών του γηπέδου. Το δεύτερο φυσικά και το βλέπουμε στις μέρες μας στον πάγκο της Μπέρνλι.
Στο χώρο του αθλητισμού κυριαρχεί από μεγάλη μερίδα ανθρώπων η ερώτηση «ένας σπουδαίος παίκτης μπορεί να γίνει και σπουδαίος προπονητής» και φυσικά ακολουθεί το «αν κάποιος ποδοσφαιριστής-θρύλος μιας ομάδας πρέπει να γίνει προπονητής της ομάδας σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ώρα που κρέμασε τα παπούτσια του». Είμαι από αυτούς που δεν θεωρούν τον χρόνο ως εμπόδιο σε κάτι και επίσης θεωρώ πως για να πετύχει ή όχι κάποιος σε μια ομάδα, όποιος κι αν είναι, πρέπει να υπάρχει συνδυασμός πολλών πραγμάτων. Στο Μπέρνλι από πέρσι υπήρχε και μια άλλη ερώτηση. Μπορεί μια ομάδα που βρέθηκε μετά από χρόνια στην Τσάμπιονσιπ και έχει μάθει να παίζει μέσα από ένα τυπικό, παλιομοδίτικο στιλ υπό τις οδηγίες του Σον Ντάις, θυμίζοντας άλλες εποχές, της σέντρας και του τάκλιν, να επιστρέψει και πάλι στην Πρέμιερ Λιγκ, κι αν ναι, ποιος – και πως- μπορούσε να το κάνει αυτό; Οχτώ μήνες αργότερα οι ερωτήσεις έχουν βρει απάντηση στο πρόσωπο του Βέλγου προπονητή. Με ένα αρκετά μοντέρνο και ελκυστικό στο μάτι στιλ, τηρουμένων πάντα των αναλογιών μιας και μιλάμε για μια ομάδα της Τσάμπιονσιπ, που θυμίζει σε πολλά σημεία τον μέντορα (και) του Κομπανί, τον Πεπ Γκουαρδιόλα, η Μπέρνλι βρίσκεται μόνη πρώτη, με την απευθείας άνοδο να θεωρείται σχεδόν σίγουρη. Η ομάδα που έχει φτιάξει ο Κομπανί είναι αρκετά νεανική και είναι πραγματικά άξιο συγχαρητηρίων πως σε τόσο σύντομο διάστημα αυτοί οι άγουροι παίκτες, στην πλειοψηφία τους, έχουν αφομοιώσει αυτό το νέο στιλ, δουλεύοντας τόσο αρμονικά στο γήπεδο, συνδυάζοντας θέαμα και το ζητούμενο που δεν είναι άλλο από τους βαθμούς.
Ο Βενσάν Κομπανί επέμενε σε αυτό το στιλ από τις πρώτες μέρες του στην ομάδα και δεν το άλλαξε ακόμα και μετά το κακό ξεκίνημα, με μία νίκη στα πρώτα πέντε παιχνίδια, και τις πιέσεις που δέχτηκε από αρκετούς για να έρθει η ομάδα στο κλασικό, γνώριμο στιλ της. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη ενός προπονητή. Να το κάνει με τον δικό του τρόπο, με τους δικούς του παίκτες, φέρνοντας κάτι νέο και όχι πατώντας στα χνάρια που άφησαν οι προηγούμενοι, όσο πετυχημένοι κι αν ήταν. Με το Κύπελλο να έχει φτάσει στη φάση των προημιτελικών τα κέφια της κληρωτίδας έστειλαν την Μπέρνλι στο Έτιχαντ απέναντι στην Μάντσεστερ Σίτι εκεί όπου ο μαθητής θα σταθεί απέναντι από τον δάσκαλο ξέροντας πως οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος του. Το παιχνίδι θα είναι σίγουρα γιορτή και οι φίλοι των «πολιτών» θα έχουν ετοιμάσει σίγουρα μια μοναδική υποδοχή στον πρώην αρχηγό, και θρύλο της ομάδας τους. Στην Αγγλία άλλωστε ξέρουν να τιμούν αυτούς που το αξίζουν και ποιος ξέρει, ίσως βγει αληθινός και ο Γκουαρδιόλα, και η μέρα που θα δούμε τον Κομπανί να μπαίνει στο γήπεδο ως ο πρώτος προπονητής της Σίτι να μην είναι και τόσο μακρινή.