Ο Γιούργκεν Κλοπ είναι ένας κανονικός άνθρωπος. Πανηγυρίζει, αγανακτεί, διαμαρτύρεται, λυπάται και χαίρεται όπως όλοι μας. Και ζει το παιχνίδι. Απολαμβάνει κάθε στιγμή του. Είναι σαν τα παιδάκια που παίζουν στο χώμα, λερώνουν τα ρούχα τους αλλά είναι ευτυχισμένα. Στο νέο έπος της Λίβερπουλ, το πρώτο με τον Γερμανό στον πάγκο της, ο Κλοπ έζησε την αναμέτρηση με την μεγάλη του αγάπη, την Ντόρτμουντ, με συγκλονιστικό τρόπο. Και για τον ίδιο και για όλους εμάς που τον παρακολουθούσαμε. Πανηγύρισε τα γκολ του come back περισσότερο και από αυτούς που κάθονται στο «πέταλο» του «Άνφιλντ».
Δεν κρύφτηκε πίσω από τη σοβαροφάνεια του (δήθεν) μεγάλου προπονητή, επειδή πολύ απλά αυτός ο τύπος είναι όντως μεγάλος. Και προπονητής και άνθρωπος. Ένας ακομπλεξάριστος άνδρας που δεν έχει να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν. Κι ας είναι η Λίβερπουλ η μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του. Ξέρει ότι θα πετύχει. Δεν πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, δεν πήρε τη δουλειά χωρίς να το αξίζει. Για την ακρίβεια, δεν υπήρχε άλλος για να πάρει αυτή τη δουλειά. Να ξανακάνει τη Λίβερπουλ όχι μεγάλη, γιατί όσα χρόνια κι αν περάσουν χωρίς τίτλο αυτό δεν θα αλλάξει, αλλά ξανά πρωταθλήτρια. Και στο Νησί και στην Ευρώπη. Μετά τους Γερμανούς και οι Βρετανοί μαθαίνουν τη διαφορετική σημασία του σοβαρού από του σοβαροφανή. Τους το μαθαίνει ένας σοβαρός. Ένας πραγματικά μεγάλος, ο σπουδαίος Γιούργκεν Κλοπ.