Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες ποδοσφαιριστών. Μία από αυτές και από τις αγαπημένες μου είναι η κατηγορία «Οι παίκτες που αδίκησαν τον εαυτό τους». Στην κορωνίδα της λίστας, για την τελευταία δεκαετία, κατατάσσω τον Ράιαν Μπέρτραντ, χωρίς να θεωρώ μάλιστα καθόλου υπερβολική αυτή μου την επιλογή. Μιλάμε άλλωστε για κάποιον που ο γνωστός δημοσιογράφος των The Guardian και ESPN, Μάικλ Κοξ, χαρακτήρισε, πριν λίγα χρόνια, ως «τον αληθινό σούπερ σταρ στην Αγγλία στη θέση του». Ο Μπέρτραντ ανήκε στην Τσέλσι για 9 χρόνια, πέφτοντας όμως, και δυστυχώς για τον ίδιο, πάνω στον σπουδαίο Άσλεϊ Κόουλ. Κάπως έτσι, τα περισσότερα από αυτά τα πέρασε ως δανεικός σε μικρότερες ομάδες και κατηγορίες, με τη διοίκηση όμως των «μπλε» να μην αποφασίζει να τον πουλήσει, πιστεύοντας στο αδιαμφισβήτητο ταλέντο του. Όλα αυτά μέχρι το 2015.
O Ράιαν Ντομινίκ Μπέρτραντ, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στο Σάουθγουορκ του Ηνωμένου Βασιλείου με τη μητέρα του να τον μεγαλώνει μόνη επειδή ο «πατέρας» του δεν αναγνώρισε ποτέ τον μικρό. Από τα πρώτα σχολικά του χρόνια στο Τζίλιγχαμ, δεν έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για τα μαθήματα, όπως τόσοι και τόσοι νεαροί, παρά μόνο για το ποδόσφαιρο και, κάπως έτσι, λίγο πριν συμπληρώσει τα 16 του χρόνια, βρέθηκε στη φημισμένη ακαδημία της Τσέλσι σε μια εποχή όμως που η πρώτη ομάδα θεωρούνταν, από πολλούς, ως η καλύτερη της Ευρώπης. Ήταν η πρώτη περίοδος του Ζοσέ Μουρίνιο. Μια περίοδος γεμάτη λάμψη, αστέρες πρώτου βεληνεκούς, αμέτρητα ρεκόρ, εκρήξεις έπαρσης απ’ τον Special One, και φυσικά πολλούς τίτλους. Ο νεαρός το μόνο που έκανε ήταν να δουλεύει κάθε μέρα, όσο πιο σκληρά μπορούσε, ώστε να πάρει μια ευκαιρία, και να αποδείξει, πως μπορεί να σταθεί στο υψηλό επίπεδο της Πρέμιερ Λιγκ.
Στις 20 Απριλίου του 2011, ο Άντρε Βίλας Μπόας, σε μια περίοδο που η Τσέλσι είχε ένα νέο πλάνο δίνοντας ή προσπαθώντας να δώσει χώρο σε μερικούς νεαρούς και άκρως ταλαντούχους ποδοσφαιριστές που δεν είχαν πάρει αρκετές συμμετοχές, θα δώσει την ευκαιρία και ο Μπέρτραντ θα κάνει το ντεμπούτο του απέναντι στη Μπέρμιγχαμ, στη νίκη με 3-1. Φυσικά και ο Βίλας Μπόας θα τον κρατήσει στην Τσέλσι και για την επόμενη σεζόν πιστεύοντας στο ταλέντο και την αξία του. Ο Μπέρτραντ άλλωστε διέθετε και διαθέτει ακόμα όλα όσα χρειάζεται ένας σύγχρονος πλάγιος μπακ Έχει ταχύτητα. Εξαιρετική τεχνική. Πολύ καλή σέντρα και -το σημαντικότερο- το παίξιμό του χαρακτηρίζεται από μία σπάνια ισορροπία στο αμυντικό και στο επιθετικό κομμάτι. Το μόνο αρνητικό, για τον ίδιο, πως μπροστά του υπήρχε ο Κόουλ. Ένας ποδοσφαιριστής που δικαίως, εκείνα τα χρόνια, δεν έβγαινε από το αριστερό άκρο της άμυνας με τίποτα και για κανένα λόγο.
Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, η Τσέλσι διανύει μια τραγική σεζόν στα γήπεδα της Αγγλίας, με το Βίλας Μπόας να έχει απολυθεί και τη θέση του να έχει πάρει ο βοηθός του, Ρομπέρτο Ντι Μάτεο. Οι «μπλε» παρ’ όλα αυτά έχουν φτάσει στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, κόντρα στα περισσότερα προγνωστικά, έχοντας αποκλείσει στη φάση των νοκ-αουτ τις Νάπολι και Μπενφίκα, πριν φτάσουν στον τελικό, έχοντας αποδεκατιστεί όμως για να αποκλείσουν, στους ημιτελικούς, τη σπουδαία Μπαρσελόνα. Ο νεαρός αριστερός μπακ δεν έχει μετρήσει καμία συμμετοχή, με τον Ντι Ματέο να του λέει πως στον τελικό του Μονάχου, απέναντι στο ακλόνητο φαβορί, τη Μπάγερν, θα χρειαστεί να αγωνιστεί βασικός, μπροστά από τον Κόουλ, για να περιοριστεί, όσο αυτό ήταν εφικτό εκείνη την εποχή, ο Άριεν Ρόμπεν. Μία ώρα πριν αρχίσει ο μεγάλος τελικός δεν ήταν λίγοι αυτοί που άρχισαν να αναρωτιούνται ποιος στο καλό είναι αυτός ο νεαρός Άγγλος που έχει πάρει τη θέση του Μαλουντά στην αρχική εντεκάδα και τι ακριβώς έχει κάνει στην καριέρα του μέχρι αυτή τη μέρα. Λίγη ώρα αργότερα θα μάθουμε όλοι ότι ο Ράιαν Μπέρτραντ ήταν ο πρώτος παίκτης που κάνει ντεμπούτο σε αγώνα Τσάμπιονς Λιγκ στον τελικό της διοργάνωσης. Ήταν μόλις 22 ετών και στην Αγγλία δεν είχε αγωνιστεί ούτε σε 10 παιχνίδια για τους «μπλε».
«Ήταν τρελό όλο αυτό. Δεν είχα καμία εμπειρία σε αυτό το επίπεδο και ξαφνικά βρέθηκα να ακούω τον ύμνο της διοργάνωσης πατώντας το χορτάρι σε έναν τελικό. Απ’ την άλλη, το παιχνίδι είναι ίδιο παντού. Δεν είχα αγωνιστεί ποτέ σε επίπεδο Τσάμπιονς Λιγκ. Είχα αγωνιστεί όμως σε ένα σωρό σκληρά παιχνίδια της Τσάμπιονσιπ. Γι’ αυτό και έκλεισα τα αυτιά μου στις συμβουλές των έμπειρων παικτών, όπως ο Λάμπαρντ, ο Κόουλ και ο Ντρογκμπρά, και έφερα στο μυαλό μου τα λόγια του Μπίλι Ντέιβις. Ο Μπίλι ήταν προπονητής μου στη Νότιγχαμ και ειλικρινά ο τύπος ήταν τρελός. Ένας τρελός Σκοτσέζος. Σαν αυτούς που συναντάμε πολλές φορές στις ταινίες. Πριν από κάθε αναμέτρηση μας έλεγε να μπούμε στο γήπεδο και απλά να παίξουμε το παιχνίδι. Να το ευχαριστηθούμε πάνω απ’ όλα και να δώσουμε τα πάντα για να το κερδίσουμε. Στο τέλος του τελικού κρατούσα το μετάλλιο του νικητή του Τσάμπιονς Λιγκ έχοντας δώσει στην Τσέλσι ό,τι είχα και δεν είχα για να τα καταφέρουμε. Αυτά ήταν τα πιο απολαυστικά 73 λεπτά της ποδοσφαιρικής μου καριέρας πριν δώσω τη θέση μου στο Μαλουντά για τα τελευταία κρίσιμα λεπτά».
Η Τσέλσι δεν τον πίστεψε ποτέ πραγματικά. Ο ίδιος κάπου κουράστηκε, σε μια περίοδο που όπως έχει δηλώσει «απλά δεν χαιρόμουν το παιχνίδι», κατέκτησε με την Τσέλσι και το Γιουρόπα Λιγκ μετρώντας πέντε συμμετοχές, και μετά από ένα μικρό δανεισμό στην Άστον Βίλα θα φύγει, δανεικός και πάλι, για την εξαιρετική εκείνα τα χρόνια Σαουθάμπτον. Οι «Άγιοι» είχαν χάσει τον Λουκ Σο, που είχε φύγει για τη Γιουνάιτεντ, και ο Μπέρτραντ φάνταζε ως η καλύτερη δυνατή επιλογή. Η σεζόν 2014-2015 ήταν η καλύτερη της καριέρας του, ταιριάζοντας απόλυτα στη φιλοσοφία και το στυλ μιας απολαυστικής ομάδας που είχε τους Μανέ, Τάντιτς, Γκρασιάνο Πελέ και προπονητή τον Κούμαν. Το τέλος της σεζόν θα τον βρει στην καλύτερη εντεκάδα του πρωταθλήματος, σημαντικό μέλος της εθνικής και κανονικό πλέον παίκτη της Σαουθαμπτον που είχε τερματίσει 7η, μιας και η Τσέλσι τον είχε πουλήσει για 10 εκατομμύρια λίρες στο χειμερινό μεταγραφικό παζάρι. Κάπου εκεί, στην καλύτερη φάση της καριέρας του, θα αρχίσει να αδικεί ποδοσφαιρικά τον εαυτό του, απορρίπτοντας ελκυστικές προτάσεις όπως αυτή της Τότεναμ, δίνοντας βάρος σε ένα σωρό δράσεις εκτός ποδοσφαίρου. Ο Μπέρτραντ, όπως απεδείχθη, δεν είναι ακόμα ένας κλασικός ποδοσφαιριστής που το μόνο που τον νοιάζει είναι το ποδόσφαιρο αλλά κάποιος εντελώς διαφορετικός και άκρως σταθερός στα δικά του «θέλω», «πρέπει» και «μπορώ».
Έχει υπάρξει μπροστάρης σε δράσεις κατά του ρατσισμού, έχοντας πέσει και ο ίδιος θύμα σε παιχνίδι της εθνικής Αγγλίας σε γήπεδο των Βαλκανίων. Έχει πάρει θέση για το Brexit υποστηρίζοντας πως τρέφει την άνοδο του εθνικισμού, δίνοντας μεγαλύτερη ένταση στις φωνές όλων όσων υποστηρίζουν αυτή την τάση. Ο ίδιος μάλιστα έχει αγωνιστεί πολλάκις με την φράση του ήρωά του, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, «I have a dream» γραμμένη πάνω στα ποδοσφαιρικά του παπούτσια ως ελάχιστη ένδειξη τιμής για όλους αυτούς που βίωσαν, ή βιώνουν ακόμα, και σήμερα φυλετικό ρατσισμό. Ήταν απ’ τους πρώτους διάσημους που βγήκαν μπροστά για να βοηθήσουν τις οικογένειες των θυμάτων, αλλά και όλους αυτούς που έμεινα άστεγοι, μετά την πυρκαγιά στον Πύργο Γκρένφελ στο Βόρειο Κένσιγκτον του Δυτικού Λονδίνου το 2017. Ασκώντας μάλιστα δριμεία κριτική στην Τερέζα Μέι για τους χειρισμούς της. Τα τελευταία χρόνια επίσης έχει αρχίσει να ασχολείται με επιχειρηματικές κινήσεις που έχουν σχέση με το ποδόσφαιρο τόσο απ’ τη μελλοντική πλευρά της οργάνωσης αυτού, όταν αποσυρθεί, μέσω μιας δικής του εταιρείας, όσο και απ’ την πλευρά του παιχνιδιού, ως κανονικό παιχνίδι μπροστά σε κάποια οθόνη, μέσω της eChampions στην eSports, ως κάποιος που μεγάλωσε παίζοντας βιντεοπαιχνίδια και ακούγοντας πολλή μουσική. Το μεγάλο του όνειρο άλλωστε, πάνω σε αυτό το κομμάτι, είναι να φέρει πιο κοντά διάσημους αθλητές και διάσημους μουσικούς μέσω ενός βίντεο γκέιμ. Δεν ξέρω τι μπορεί να έχει ακριβώς στο μυαλό του και αν το έχει πλησιάσει, αλλά στα δικά μου αυτιά ακούγεται υπέροχο.
Όπως είναι εύκολο να γίνει αντιληπτό μιλάμε για έναν εξαιρετικό ποδοσφαιριστή, που λατρεύει το άθλημα, και όλα όσα συμβαίνουν γύρω από αυτό, αλλά το δικό του όραμα για το παιχνίδι ξεπερνά τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. «Στη Σαουθάμπτον έχω βρει την τέλεια ομάδα για να παίξω ποδόσφαιρο όπως εγώ θέλω» δήλωσε σε μια πρόσφατη συνέντευξή του και αυτό δείχνει κατά πολύ και την εν γένει φιλοσοφία του. Ο Μπέρτραντ θα μπορούσε να έχει αγωνιστεί, αν φυσικά ήθελε, σε μεγαλύτερες ομάδες, κατακτώντας μαζί τους τίτλους, έτσι όμως θα έχανε πολλά από τα ιδανικά που έχει στο μυαλό του και έχει μάθει να ζει και να πορεύεται μαζί τους. Μακριά από τις αφόρητες συνθήκες πίεσης μιας ομάδας πρωταθλητισμού. Κάτι που εννοείται πως δεν είναι καθόλου εύκολο, ούτε το ίδιο διαχειρίσιμο από όλους. Η Σαουθάμπτον, για την 26η αγωνιστική, υποδέχεται τη Μπέρνλι σε ένα ιδιαίτερο παιχνίδι για τη μάχη στη μέση της βαθμολογίας που μπορεί να δώσει ώθηση στο νικητή για λίγο ψηλότερα και να σπρώξει αρκετά, προς τον πάτο, τον ηττημένο. Και επειδή ο Μπέρτραντ είναι μεγάλος λάτρης της τεχνολογίας, και των περίεργων ρεκόρ, αξίζει να αναφέρω πως στο εντός έδρας παιχνίδι της ομάδας του, με τη Λέστερ, έγινε ο πρώτος παίκτης, στα γήπεδα της Πρέμιερ Λιγκ, που δέχτηκε απευθείας κόκκινη κάρτα μετά τη χρήση του VAR για το επικίνδυνο τάκλιν του πάνω στον Πέρεθ. Λογικά θα το έχει ήδη σκεφτεί σε κάποιο βιντεοπαιχνίδι με το χειριστήριο στα χέρια του αγαπημένου του Jay Z που, όπως έχει δηλώσει, έχει όνειρο να συνεργαστεί μαζί του.