Ιανουάριος 1999. Σε ένα πολυτελές εστιατόριο στα νησιά Μπαρμπάντος δίπλα ακριβώς στην πισίνα μια παρέα αποτελούμενη από κυρίους διαφορετικών ηλικιών και εθνικοτήτων, όπως για παράδειγμα ένας νεαρός Ιταλός αναβάτης ιπποδρομιών και ένας ασπρομάλλης Άγγλος που φαίνεται ότι πλησιάζει σε ηλικία συνταξιοδότησης, πίνει ατάραχη το ποτό της απολαμβάνοντας τη θέα στη θάλασσα που βρίσκεται μερικά μόνο μέτρα μακριά. Κάποια στιγμή ένας σερβιτόρος διακόπτει τη συζήτηση τους περί των επιδόσεων τους στο γκολφ για να τους ενημερώσει ότι κάποιος ζητάει τον κύριο Άτκινσον στο τηλέφωνο.
Όταν ο 60χρονος Άγγλος επιστρέφει στο τραπέζι ενημερώνει τους παρευρισκόμενους πως έχει μια πρόταση για δουλειά. Η Νότιγχαμ Φόρεστ θέλει να του αναθέσει μια δύσκολη αποστολή: Να τη σώσει από τον υποβιβασμό. Ο Ρον Άτκινσον φαίνεται διστακτικός αλλά, με το αλκοόλ να συνεχίζει να ρέει ακατάπαυστα, η παρέα τον πείθει πως μπορεί να τα καταφέρει, υπενθυμίζοντας του ότι μόλις ένα χρόνο πριν είχε αναλάβει ξανά μια ομάδα μέσα στη σεζόν, τη Σέφιλντ Γουένσντεϊ, και είχε πετύχει το στόχο της σωτηρίας. Λίγη ώρα μετά, στο εστιατόριο καταφτάνει ένα φαξ με το συμβόλαιο του. Ο «Μπιγκ Ρον» εστιάζει στο γενναιόδωρο πριμ παραμονής που αναγράφεται στο χαρτί και υπογράφει χωρίς πολλά-πολλά. Αρκετά χρόνια μετά θα δηλώσει: “Έκανα το λάθος να υπογράψω πριν κοιτάξω τη βαθμολογία. Όταν την είδα, ήταν σαν να βλέπω τον Τιτανικό. Είχαν μείνει τόσο πίσω βαθμολογικά που σκέφτηκα ότι μπορεί να υποβιβαστούν πριν προλάβω να γυρίσω στην Αγγλία”.
Η ατάκα του Άτκινσον περιλαμβάνει μια γερή δόση υπερβολής. Η Νότιγχαμ Φόρεστ, που είχε ανέβει εκείνη τη σεζόν στην Πρέμιερ Λιγκ, βρισκόταν πράγματι στην τελευταία θέση, έχοντας κάνει μόνο δυο νίκες σε 21 παιχνίδια και έχοντας βρει δίχτυα μόλις 18 φορές. Θεωρητικά όμως η απόσταση από τη ζώνη του υποβιβασμού ήταν μικρή και το πρωτάθλημα ήταν ακόμα στη μέση. Η διαφορά μπορούσε εύκολα να καλυφθεί αν έκανε ένα μικρό, καλό σερί αποτελεσμάτων. Το κλίμα όμως στο σύλλογο δεν προμήνυε κάτι τέτοιο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατάστασης ήταν ο Πιερ φαν Χόιντονκ.
Ο Ολλανδός επιθετικός προερχόταν από μια σπουδαία σεζόν κατά την οποία πέτυχε 34 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις και βοήθησε σημαντικά τη Φόρεστ να επιστρέψει στην πρώτη κατηγορία. Όταν όμως γύρισε εκείνο το καλοκαίρι μετά το Μουντιάλ της Γαλλίας στο Νότιγχαμ και έμαθε ότι η Νιούκαστλ, που θα αγωνιζόταν στην Ευρώπη, έκανε πρόταση αξίας 7Μ λιρών ζήτησε από τη διοίκηση να συναινέσει στη μεταγραφή. Ο Ολλανδός διηγείται: “Τα λεφτά ήταν διπλάσια απ’όσα είχαν πληρώσει για να με πάρουν. Αντί όμως να τα δεχτούν βγήκε ο προπονητής μου, ο Ντέιβ Μπάσετ, και δήλωσε ότι θέλουν 10Μ λίρες. Δέκα εκατομμύρια! Το 1998 αυτό ήταν σαν να ζητάς για ένα μπουκάλι νερό 25 λίρες. Επίσημα είναι προς πώληση αλλά στην ουσία δεν είναι προς πώληση.” Η μεταγραφή δεν προχώρησε και ο φαν Χόιντονκ ξεκίνησε αποχή από τις προπονήσεις για ένα διάστημα, κάτι που ενόχλησε κάποιους συμπαίκτες του. Κάποια στιγμή μέσα στο φθινόπωρο επέστρεψε στο Νότιγχαμ, έπαιξε και σε κάποια παιχνίδια αλλά το σήριαλ συνεχίστηκε για μήνες, με αρκετά κωμικοτραγικά επεισόδια μεταξύ των οποίων και ένα στο οποίο οι θεατές είδαν τον Ολλανδό να σκοράρει με κεφαλιά στο παιχνίδι με τη Ντέρμπι Κάουντι και να το πανηγυρίζει ολομόναχος, αφού σχεδόν όλοι επέλεξαν να πάνε να συγχαρούν τον παίκτη που εκτέλεσε το κόρνερ!
Ο Ρον Άτκινσον όμως έδειχνε αισιόδοξος. Πίστευε πράγματι ότι μπορεί να τα καταφέρει. Είχε άλλωστε στην πλάτη του τριάντα χρόνια εμπειρίας σε αγγλικούς πάγκους και μια ξεχωριστή αύρα, που προσέγγιζε αρκετά τα επίπεδα της καλτ μορφής. Ο θρύλος λέει ότι ήταν τόσο αποφασισμένος να πετύχει που έγραψε την πρώτη του ενδεκάδα στην χαρτοπετσέτα που βρισκόταν κάτω ακριβώς από το ποτήρι με το κοκτέιλ του στο εστιατόριο στα Μπαρμπάντος. Η πορεία των γεγονότων τελικά έδειξε ότι όταν έφτασε στο Νότιγχαμ λίγες μόλις μέρες μετά δεν ήταν και τόσο καλά προετοιμασμένος για την αποστολή που είχε αναλάβει.
Η ιστορία της πρώτης δημόσιας εμφάνισης είναι πλέον καταχωρημένη με χρυσά γράμματα στην τεράστια Βίβλο της Γραφικότητας του Αγγλικού Ποδοσφαίρου. Είναι αρχές Γενάρη, η Νότιγχαμ Φόρεστ, που παλεύει για τη σωτηρία της, υποδέχεται την Άρσεναλ, που διεκδικεί το πρωτάθλημα (όπως δηλαδή θα συμβεί και το Σάββατο, στο πρώτο παιχνίδι πρωταθλήματος των δυο ομάδων στο Σίτι Γκράουντ μετά από εκείνο το ματς του 1999), και οι κερκίδες είναι γεμάτες. Οι ομάδες παίρνουν θέση στον αγωνιστικό χώρο, ο «Μπιγκ Ρον» σκάει μύτη με το καφέ παλτό του και τη μεγάλη εμπειρία του, χαιρετάει τον κόσμο, κάνει μερικές χειραψίες, χαμογελάει στους φωτογράφους και πηγαίνει να κάτσει στον πάγκο. Στον λάθος πάγκο!
Σε μια από τις πιο γραφικές και αστείες στιγμές στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ η ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση δείχνει τον Άτκινσον να στέκεται χαλαρός και ατάραχος μέσα στον πάγκο της Άρσεναλ την ώρα που ένα ολόκληρο γήπεδο αναρωτιέται τι ακριβώς κάνει και αν είναι κάποιου είδους φάρσα. Κάποιοι θεούληδες οπαδοί της Φόρεστ που βρίσκονται από πίσω χτυπάνε το προστατευτικό και του κάνουν νόημα ότι πρέπει να πάει στον άλλο πάγκο. Ο Άτκινσον παίρνει επιτέλους χαμπάρι τι συμβαίνει και χωρίς να πει κουβέντα βγαίνει από τον πάγκο και φεύγει. Χαλαρός και ατάραχος όπως πάντα. Πολλά χρόνια μετά θα περιγράψει τη σκηνή για το BBC: “Μπαίνω στο γήπεδο, χαιρετάω τους πάντες αλλά δεν έχω ιδέα που βρίσκομαι. Φτάνω στον πάγκο, κοιτάω γύρω μου και βλέπω τον Μπέργκαμπ και τον Βιειρά. Τότε σκέφτομαι «καλά πώς γίνεται να είμαστε τελευταίοι με τέτοιους παίκτες;». Τελικά ήμουν στον λάθος πάγκο.”
Η Νότιγχαμ Φόρεστ θα χάσει τελικά εκείνη τη μέρα με 0-1 με ένα γκολ του Μάρτιν Κίον αλλά τα χειρότερα δεν έχουν ακόμα έρθει. Είκοσι περίπου μέρες αργότερα, κι ενώ έχει μεσολαβήσει μια ανέλπιστη νίκη επί της Έβερτον, στο Σίτι Γκράουντ καταφτάνει η πρωτοπόρος Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η ομάδα του Άλεξ Φέργκιουσον θα προηγηθεί μόλις στο 2ο λεπτό με ένα γκολ του Γιόρκ αλλά οι γηπεδούχοι θα ισοφαρίσουν γρήγορα με τον Άλαν Ρότζερς. H περιγραφή του ίδιου του σκόρερ σε μια συνέντευξη πριν λίγα χρόνια είναι απλά υπέροχη: “Έχω την αίσθηση ότι το γκολ μου τους θύμωσε. Έκανα το 1-1 και σκεφτόμασταν «ωραία, πάμε, μπορούμε». Το πρόβλημα ήταν ότι κι αυτοί… μπορούσαν. Έχω δείξει στα παιδιά μου τις φάσεις από αυτό το ματς αλλά έκλεισα το βίντεο με το που είδαμε το γκολ μου. Δεν χρειαζόταν να δουν τι ακολούθησε.”
Τι ακολούθησε; Ένα γκολ από τον Κόουλ. Κι άλλο γκολ από τον Κόουλ. Ένα ακόμα από τον Γιορκ. Και όταν όλα έδειχναν πως έχουν τελειώσει και ο Σερ Άλεξ αντικατέστησε τον Γιορκ με τον Σόλσκιερ στο 72′ ακολούθησαν τέσσερα ακόμα γκολ. Όλα από τον Νορβηγό! Το κοντέρ σταμάτησε τελικά στα οχτώ. 1-8. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη εκτός έδρας νίκη στην ιστορία της διοργάνωσης ως τότε. Οι οπαδοί των φιλοξενούμενων το γλέντησαν με την ψυχή τους τραγουδώντας ειρωνικά “O Μπιγκ Ρον για την εθνική Αγγλίας”, παρ’ότι ο Άτκινσον είχε περάσει παλιότερα πέντε χρόνια στον πάγκο των «κόκκινων διαβόλων». Οι οπαδοί των γηπεδούχων έχουν σβήσει από τη μνήμη τους εκείνη τη μέρα. Και όχι μόνο τα 90 λεπτά.
Σε μια στιγμή παραφροσύνης, που λέει και η διάσημη ατάκα, ο Ρον Άτκινσον εμφανίστηκε χαλαρός μπροστά στους δημοσιογράφους μετά το τέλος του αγώνα και έκανε την εξής δήλωση: “Είχαμε πει πριν από το παιχνίδι ότι πρέπει να δείξουμε ένα ελκυστικό πρόσωπο και ορίστε: Είδατε ένα θρίλερ με εννέα γκολ.” Φυσικά η χιουμοριστική ατάκα δεν έκατσε καλά στα στομάχια των οπαδών που δεν είχαν ακόμα χωνέψει καλά-καλά τα οχτώ γκολ. Ο Μπιγκ Ρον όμως δεν έχασε στιγμή το χιούμορ και την θετική διάθεση του. Αρκετά χρόνια μετά δήλωσε πως την επόμενη μέρα, όταν η γυναίκα του προσπάθησε να τον ξυπνήσει ενημερώνοντας τον πως “πήγε εννιά” η ασυναίσθητη απάντηση του ήταν “όχι πάλι αυτός ο καταραμένος Σόλσκιερ”.
Η θεαματική βελτίωση που περίμεναν μετά την αλλαγή προπονητή οι αισιόδοξοι οπαδοί της Φόρεστ δεν ήρθε τελικά ποτέ. Για την ακρίβεια, δεν ήρθε οποιαδήποτε είδους βελτίωση. Στα δώδεκα επόμενα παιχνίδια μετά τη συντριβή από τη Γιουνάιτεντ η Φόρεστ μπόρεσε να κερδίσει μόνο ένα, απέναντι στην επίσης αδύναμη Γουίμπλεντον. Οι μεταγραφές που έγιναν τον Ιανουάριο αποδείχτηκαν τόσο άστοχες και αδιάφορες που κάποιους από τους παίκτες που αποκτήθηκαν δεν τους θυμούνται ούτε καν οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί.
Ο Άτκινσον δοκίμασε ό,τι τρικ είχε στη προπονητική φαρέτρα του, πειραματίστηκε με αρκετούς παίκτες σε διαφορετικές θέσεις μπας και πετύχει τη σωστή φόρμουλα αλλά τίποτα δεν άλλαξε. Ακόμα και η προσπάθεια του να ευαισθητοποιήσει τον φαν Χόιντονκ αποδείχτηκε ένα μικρό φιάσκο. Ο Ολλανδός δεν θα ξεχάσει ποτέ ένα συγκεκριμένο περιστατικό: “Η Φόρεστ ήταν στην τελευταία θέση και σε μια προπόνηση ήμουν πολύ εκνευρισμένος με την όλη κατάσταση. Τότε ο Άτκινσον μου είπε: «Αν δεν σου αρέσει, φύγε και άντε γ…σου». Σηκώθηκα να φύγω αλλά πιο πριν του φώναξα: «Ο μόνος λόγος που έπαιξες σε εκείνη τη διαφήμιση μπύρας είναι επειδή είσαι μάνατζερ στη μεγαλύτερη μπυραρία της χώρας». Το απόγευμα ο Ρον με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: «Μου άρεσε το αστείο σου. Έμειναν λίγα ματς, απλά δώσε ό,τι μπορείς σε αυτά και μετά φύγε»”. Συμπτωματικά ή όχι ο φαν Χόιντονκ δεν βρήκε ξανά δίχτυα μετά από εκείνο το τηλεφώνημα και στο τέλος της σεζόν εγκατέλειψε το Νότιγχαμ και επέστρεψε στην πατρίδα του.
Η διαφήμιση μπύρας στην οποία αναφερόταν ο φαν Χόιντονκ. Ένα καλτ διαμάντι με τον Άτκινσον να έχει την τελευταία ατάκα
Η Νότιγχαμ Φόρεστ υποβιβάστηκε και μαθηματικά λίγες αγωνιστικές πριν το φινάλε της σεζόν. Όταν τα αποτελέσματα σταμάτησαν πια να έχουν σημασία κατάφερε να κλείσει τη χρονιά με τρεις συνεχόμενες νίκες, που μπορεί να μην ήταν αρκετές για να την ξεκολλήσουν από τον πάτο της βαθμολογίας αλλά τουλάχιστον τη βοήθησαν να μη σπάσει το αρνητικό ρεκόρ πόντων της Πρέμιερ Λιγκ. Ακολούθησαν μερικά πέτρινα χρόνια και πολλές πίκρες μέχρι τη φετινή επιστροφή της στην πρώτη κατηγορία. Ο Ρον Άτκινσον αποχώρησε μετά το τελευταίο παιχνίδι του πρωταθλήματος από τον πάγκο της ομάδας και μαζί και από την προπονητική.
Εκείνοι οι τέσσερις αποτυχημένοι μήνες στο Νότιγχαμ άφησαν σαν παρακαταθήκη μόνο μερικές γραφικές ιστορίες. Το ξεκαρδιστικό μπέρδεμα με τους πάγκους, το διαβόητο ματς-θρίλερ που η μια ομάδα έβαλε ένα γκολ και η άλλη οχτώ, την πετυχημένη μπηχτή περί μπυραρίας και την ιστορία με τη μυστηριώδη βαλίτσα που σε όλους τους σινεφίλ θα θυμίσει το «Pulp Fiction» του Ταραντίνο. Ο σκόρερ του… χρυσού γκολ στη συντριβή από τη Γιουνάιτεντ, Άλαν Ρότζερς, διηγείται: “Ο Ρον Άτκινσον ήταν αυτό που αποκαλούμε «μορφή». Σε κάθε προπόνηση κουβαλούσε μαζί του μια μικρή βαλίτσα. Πάντα. Μεταξύ μας είχαμε φτιάξει με τη φαντασία μας διάφορες ιστορίες για το τι μπορεί να περιέχει. Κάποιοι πίστευαν ότι εκεί μέσα κρύβει τα μυστικά του ποδοσφαίρου. Κάποια μέρα λοιπόν που ήταν απασχολημένος με κάτι άλλο, αποφάσισα να μπω στο γραφείο του και να ανακαλύψω τι κρυβόταν σε εκείνη τη βαλίτσα. Μέσα βρήκα δυο πράγματα: Μια χρυσή πιστωτική American Express και ένα πιστολάκι μαλλιών.”