Λένε πως ο δρόμος για τη κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις. Στη περίπτωση του Ντένις Ρόντμαν, το ρητό του Δάντη βρίσκει μια πολύ καλή εφαρμογή…
Το «κακό παιδί» του ΝΒΑ. Νεαρός ήταν απίστευτα ντροπαλός και εσωστρεφής.
Ο καλύτερος ριμπάουντερ στην ιστορία του αθλήματος. Στο Λύκειο είχε ύψος 1.68μ και οι ταλαντούχες αδερφές του, τον κέρδιζαν κατά κράτος εντός των τεσσάρων γραμμών δημιουργώντας του συνεχώς ένα συναίσθημα κατωτερότητας.
Ο πέντε φορές πρωταθλητής του ΝΒΑ που τελικά έχασε πολλές, κομβικές μάχες από τον ίδιο του τον εαυτό στη ζωή…
Ο Ντένις Ρόντμαν αποτελεί αναμφίβολα μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες στην ιστορία των σπορ αποδεικνύοντας πως στη ζωή πολύ εύκολα τα δεδομένα γίνονται ζητούμενα. Τα ταξίδια από το ζενίθ στο ναδίρ ήταν μέρος της καθημερινότητας του. Βίωσε απότομες κατηφόρες και ιλιγγιώδη ύψη με κοινό παρανομαστή τη δυσκολία του να διαχειριστεί τα έντομα αυτά συναισθήματα. Κοιτάζοντας προσεκτικά όλη του τη προσωπική διαδρομή μέχρι σήμερα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Ντένις Ρόντμαν στη πραγματικότητα είναι μια ταλαιπωρημένη ψυχή που από μικρή ηλικία έψαχνε (και ψάχνει) αναγνώριση.
Ήταν μόλις τριών όταν ο πατέρας του (λοχίας στον στρατό) εγκατέλειψε την οικογένεια. «Απλά έφυγε, δε τον ξαναείδα ποτέ..» θα πει ο Ρόντμαν. Ο Philander Rodman (όπως θα δηλώσει ο ίδιος πολύ αργότερα, σε ηλικία 71 ετών) είχε κάνει συνολικά 29 παιδιά με 16 διαφορετικές γυναίκες. Άφησε τον Ντένις σε πολύ μικρή ηλικία για να πάει στον πόλεμο του Βιετνάμ. Έμεινε στις Φιλιπίννες εν τέλει, παντρεύτηκε και (φυσικά) χώρισε επιδιδόμενος στο αγαπημένο του σπορ. Ο γεννημένος στο Νιού Τζέρσεϊ Ντένις, γρήγορα μετακόμισε με τη μητέρα και τις δύο αδερφές του στο Ντάλας.
Στα 19 του, ο μετέπειτα φόβος και τρόμος των παρκέ, δούλευε ως επιστάτης σε ένα αεροδρόμιο. Ήταν τότε που έκλεψε μια σειρά από ακριβά ρολόγια και τα μοίρασε σε φίλους, γλιτώνοντας τη φυλακή γιατί αυτοί είχαν την ευαισθησία να τον βοηθήσουν επιστρέφοντας τα. Δύσκολη εποχή για τον Ντένις. Θα μείνει άστεγος για 6 μήνες καθώς η μητέρα του δεν ανέχεται τους συνεχείς καυγάδες τους και τον διώχνει. Υπήρχε όμως περιθώριο για re-bound.
Έχοντας φτάσει τα 22 του χρόνια, ο Ρόντμαν είχε τη τελευταία του ευκαιρία να αποδείξει ότι μπορεί να φτάσει κάποια στιγμή να παίξει επαγγελματικά μπάσκετ, στο Southeastern Oklahoma State, στη πόλη Durant της Οklahoma. Ήταν τότε που ο Ντένις γνώρισε τον 13χρονο Bryne Rich. O μικρόσωμος λευκός νεαρός έπασχε από κατάθλιψη. Τρείς μήνες νωρίτερα είχε πυροβολήσει κατά λάθος τον κολλητό φίλο του στο στομάχι. Τρείς ημέρες αργότερα αυτός άφησε τη τελευταία του πνοή βυθίζοντας τον Bryne Rich στη δίνη της κατάθλιψης. Ο Ρόντμαν γνώρισε τον μικρό σε ένα μπασκετικό καμπ και οι δύο τους έγιναν αχώριστοι. Οι οικογένεια του Bryne πήρε τον Ρόντμαν στο σπίτι της (σε μια πόλη με πολλά στερεότυπα αναφορικά με τους μαύρους ανθρώπους) το οποίο βρισκόταν σε μια φάρμα, δεκαπέντε λεπτά μακριά από το Durant. Ο Ντένις βρήκε το οξυγόνο που του έλειπε ως «νέος αγρότης», οδηγώντας στον ελεύθερο χρόνο του τρακτέρ και αρμέγοντας αγελάδες. Στη πραγματικότητα βρήκε στους Riches την οικογένεια που του έλειπε και τόσο ζητούσε από μικρός.
Η φήμη δεν άργησε να έρθει. Ο Ρόντμαν άνοιξε τη πόρτα του ΝΒΑ και κατέκτησε δύο πρωταθλήματα με τα «κακά παιδιά» του Ντιτρόιτ όντας, από τη θέση «3», ο καλύτερος αμυντικός της λίγκας (κέρδισε δύο φορές το σχετικό βραβείο της λίγκας: 1990, 1991). To άστρο του έλαμπε. Και η ώρα μηδέν δεν ήταν μακριά.. Τον Φλεβάρη του 1993 βρέθηκε κοιμισμένος στο φορτηγάκι του έξω από Όμπερν Χιλ Πάλας με μια γεμάτη καραμπίνα ακουμπισμένη στον λαιμό του. Ήταν μια πολύ δύσκολη περίοδος για τον Ρόντμαν καθώς από την ομάδα είχε αποχωρίσει ο μπασκετικός του πατέρας Τσακ Ντέιλι και ο ίδιος είχε χωρίσει με τη γυναίκα του μετά από έναν πολύ σύντομο γάμο. Ο Ντένις είπε ότι εκείνο το βράδυ έφτασε πολύ κοντά στην αυτοκτονία αλλά αποφάσισε να «σκοτώσει» τελικά τον άλλο του εαυτό που τον εμπόδιζε να ζήσει όπως πραγματικά θέλει. Θυμίζει λίγο το σενάριο γέννησης ενός εκ των κακοποιών του «Μπάτμαν» όμως είναι η πραγματικότητα. Ένας άλλος Ντένις κατέβηκε από το φορτηγάκι εκείνο τη νύχτα.. Και ήταν «αυτός» που θα συνέχιζε να μένει μέσα στο σώμα του μέχρι σήμερα.
Οι Σπερς, οι Μπουλς («με τον Τζόρνταν συνενοούμαστε στο γήπεδο αλλά εκτός αυτού δεν έχουμε τη παραμικρή σχέση σαν άνθρωποι») , το piercing, η πολύχρωμη κώμη, η σχέση του με τη Μαντόνα, τα συνεχή πάρε-δώσε με τον νόμο και η «μπασκετική διπλωματία» με τον Κιμ Γιόνγκ Ουν («είναι ένα μεγάλο παιδί που του αρέσει να περνάει καλά»). Ο Ντένις που τα βράδια στο Ντιτρόιτ γυρνούσε σε κακόφημες περιοχές μοιράζοντας χρήματα σε φτωχούς και μαζεύοντας αστέγους τους οποίους φιλοξενούσε σπίτι («για να κάνουν μπάνιο, να φάνε καλά και να κοιμηθούν ζεστά») ή άλλες φορές τους έπαιρνε μαζί του στα παιχνίδια των Πίστονς (τους έδινε εισιτήρια αφού πρώτα τους πήγαινε να ψωνίσουν ρούχα και φαγητό) και ο Ρόντμαν που κλωτσούμε τον κάμεραμαν στο γήπεδο, χτυπούσε τις γυναίκες που ήταν στο πλευρό του ωθούμενος, όπως ο ίδιος είχε παραδεχτεί, από τον «δαίμονα» του αλκοολισμού ή παρατούσε (όπως ο πατέρας κάποτε) όλους τους ανθρώπους που αγαπούσε. Σε όλα τα fails ζωής του τον είχε οδηγήσει ένα μονοπάτι στρωμένο από καλές προθέσεις…