Ένας “νέος άνθρωπος”: η Μούσου Ρούνα των αυτοχθόνων

Οι Κέτσουα είναι ιθαγενείς της Νότιας Αμερικής που σήμερα βρίσκονται κυρίως σε τρεις χώρες: Κολομβία, Περού και Εκουαδόρ και αριθμούν περίπου 7 εκατομμύρια. Παρότι έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους, δεν διαθέτουν κάποια γενικότερη εθνική ταυτότητα. Άλλωστε, ακόμα κι η γλώσσα τους, έχει μεγάλη διαφορά από φυλή σε φυλή. Τα βόρεια κίτσουα αποτελούν τη δεύτερη πιο διαδεδομένη διάλεκτο και είναι αυτά που κατά κύριο λόγο μιλούν στον Ισημερινό. Διαθέτουν 3 φωνήεντα, 16 σύμφωνα και 3 ημιφωνήεντα. Σε άλλες περιοχές η διάλεκτος διαφέρει και λέγεται κέτσουα. Μπορεί να μην έχετε ακούσει ξανά τίποτα γι’ αυτούς, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα έχετε δει κάποια φωτογραφία με τις παραδοσιακές φορεσιές, τα ξεχωριστά πόντσο και τα καπέλα που τα υιοθέτησαν από τους Βρετανούς εργάτες στον σιδηρόδρομο στον περασμένο αιώνα.

Και αν η ερώτηση είναι «τι διάολο; εγώ μπήκα να διαβάσω για μπάλα!», φτάνουμε και εκεί. Αν κάποιος κοιτάξει τον πίνακα της βαθμολογίας του Κόπα Σουνταμερικάνα θα πετύχει μια παντελώς άγνωστη ομάδα με πολύ περίεργο όνομα. Αν ρωτούσες 100 άτομα «από πού μπορεί να είναι μια ομάδα με το όνομα Μούσου Ρούνα», η Ν. Αμερική θα ήταν πολύ χαμηλά στις απαντήσεις. Αλλά αυτός ο άγνωστος σύλλογος είναι από το Εκουαδόρ έχει ιδιαίτερη ιστορία που φαίνεται άλλωστε και στο όνομά του. Στα κίτσουα «μούσου ρούνα» (το “κ” στο τέλος του “μούσουκ” είναι σχεδόν αθόρυβο και συχνά οι άνθρωποι της τη λένε γρήγορα σε μία λέξη «μουσουρούνα» ή και «μουτσουρούνα») σημαίνει «νέος άνθρωπος» και η ομάδα που τα πάει ιδιαίτερα καλά μέχρι στιγμής στο Σουνταμερικάνα δεν κουβαλά μόνο στο όνομά της την ταυτότητα των γηγενών, αλλά και στην ίδια την ύπαρξή της.

Μμπορεί το όνομα της ομάδας να προκαλεί έκπληξη, σίγουρα δεν θα είναι έκπληξη για τους περισσότερους ότι οι Κέτσουα έχουν τραβήξει πολλά από τις κυβερνήσεις των κρατών στα οποία διαμένουν. Σύμφωνα με την έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι Κέτσουα έχουν υποστεί σημαντικές διακρίσεις εις βάρος τους. Για παράδειγμα, ανάμεσα στους κατοίκους του Περού που δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες  Υγείας, κατά σύμπτωση, το 60% είναι Κέτσουα. Δεν είναι καθόλου σπάνιο, οι σύγχρονοι Κέτσουα να μην μαθαίνουν τη γλώσσα τους στα ίδια τους τα παιδιά, φοβούμενοι ότι θα υποστούν διακρίσεις και θα έχουν προβλήματα στη ζωή τους. Η UNESCO έχει κηρύξει τα κέτσουα/κίτσουα ως μια γλώσσα ευάλωτη, μια γλώσσα που κινδυνεύει. Οι περισσότεροι Κέτσουα ζουν στις Άνδεις σε συνθήκες φτώχειας. Επί προεδρίας Φουτζιμόρι στο Περού, έλαβε χώρα ένα πρόγραμμα υποχρεωτικής στείρωσης σε περίπου 270.000 γυναίκες και 20.000 άντρες, σε άθλιες συνθήκες και στη συντριπτική πλειοψηφία σε αυτόχθονες κατοίκους.

Γυναίκες στην τοπική αγορά του Αμπάτο

Αλλά και στο Εκουαδόρ, τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Οι Κέτσουα συχνά είναι πολίτες β’ κατηγορίας, με τις διακρίσεις να είναι έντονες. Για πολύ κόσμο είναι τεμπέληδες, άχρηστοι, χαμηλής νοημοσύνης, ανίκανοι να κάνουν κάποιο σοβαρό επάγγελμα. Κάτι έπρεπε να αλλάξει και ο ιθαγενής να μπει σε μια νέα εποχή. Να γίνει ένας “νέος άνθρωπος”. Η κοοπερατίβα Μούσου Ρούνα ιδρύθηκε από τους Κέτσουα στο Εκουαδόρ και πιο συγκεκριμένα τη φυλή Τσιμπουλέο. Αριθμεί 32 γραφεία σε όλη τη χώρα και ο κύριος ρόλος της είναι ως χρηματοπιστωτικός συνεταιρισμός. Όταν ιδρύθηκε, η λέξη αποταμίευση ήταν άγνωστη, καθώς οι Κέτσουα του Εκουαδόρ δεν είχαν τη δυνατότητα να ανοίγουν λογαριασμούς στην τράπεζα. Οι τράπεζες τους θεωρούσαν ως υψηλού ρίσκου και αναξιόπιστους πιστωτές, αρνούμενες να τους κάνουν πελάτες τους. Σήμερα, χάρη στη Μούσου Ρούνα, υπάρχουν ATM σε πολλές πόλεις, ιστότοπος, εφαρμογές πληρωμών και πολλές χιλιάδες μέλη που έχουν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν υπηρεσίες από μια συνεργατική τράπεζα.

Ο στόχος βέβαια δεν ήταν απλά ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, αλλά ένας συνεταιρισμός που θα στήριζε τις πρωτοβουλίες των ανθρώπων για να μπορέσουν να κάνουν επιχειρήσεις, να βελτιώσουν τη ζωή τους απολαμβάνοντας υπηρεσίες που είναι δεδομένες για τους υπόλοιπους κατοίκους. Το 1997, η κοοπερατίβα αναγνωρίστηκε ως επίσημο ίδρυμα διαθέτοντας έξι καρέκλες, ένα γραφείο και μια γραφομηχανή σε ένα γκαράζ στην πόλη Αμπάτο και από, όπως είδαμε προηγουμένως, έκανε άλματα προόδου, χρηματοδοτώντας τις επιχειρηματικές προσπάθειες πολλών ανθρώπων που προσπαθούσαν να βγουν από τη φτώχεια. Μέσα σε όλα αυτά, το 2003 ιδρύθηκε και η ποδοσφαιρική ομάδα Μούσου Ρούνα. Έχει το όνομα και φέρει το λογότυπο της κοοπερατίβας στη φανέλα και συμβολίζει την προσπάθεια των ανθρώπων για ελευθερία και πολιτιστική έκφραση. Έχει ως στόχο την ενασχόληση των αυτοχθόνων με τον αθλητισμό, τη συμμετοχή τους σε όλες τις κοινωνικές διαδικασίες, στη συγκεκριμένη περίπτωση είτε ως οπαδοί είτε ως αθλητές. Ο πρόεδρος ήταν αρρωστάκι με την μπάλα, παίζοντας από 8 του σε παιδικές ομάδες. Ο Λουίς Τσάνγκο μαζί με τα 130 ιδρυτικά μέλη έφτιαξαν την ομάδα για να κάνουν το ποδόσφαιρο μια εφικτή διασκέδαση για τον κόσμο.

Ο σύλλογος “Νέος Άνθρωπος” ιδρύθηκε λίγο έξω από το Αμπάτο, μια πόλη 180.000 περίπου κατοίκων, δίπλα στον ομώνυμο ποταμό και περιτριγυρισμένο από τα βουνά των Άνδεων, στα περίπου 2.500 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Το “μικρό πόντσο”, όπως είναι ένα από τα παρατσούκλια της ομάδας, καθώς το σήμα δείχνει έναν αυτόχθονα με πόντσο να παίζει μπάλα, βοηθά ώστε οι Κέτσουα να ακουστούν ακόμα περισσότερο, να γίνει μια φωνή κατά του αποκλεισμού. Η ομάδα συνάντησε πολλά εμπόδια καθώς δεν είχε εγκαταστάσεις και αγωνιζόταν σε διάφορα γήπεδα. Κουβαλούσε το “στίγμα” του αυτόχθονα και πολλές φορές έβρισκε κλειστές πόρτες για να χρησιμοποιήσει κάποιο γήπεδο, οι αρχές συχνά αποφάσιζαν να κάνουν δύσκολη τη ζωή των ανθρώπων του “ποντσίτο”. Τα πρώτα χρόνια οι προπονήσεις γίνονταν σε ξερά χωράφια.

Αρχικά, ο σύλλογος είχε μόνο αυτόχθονες παίκτες και προπονητές, αλλά καθώς η ομάδα άρχισε να ανεβαίνει επίπεδο, αυτός ο “κανόνας” εγκαταλείφθηκε. Η συμπερίληψη που είναι στον χαρακτήρα του συλλόγου φέρνει μαζί αυτόχθονες, ισπανόφωνους και φυσικά αφροεκουαδοριανούς. Η ομάδα δεν σταμάτησε όμως ποτέ να είναι συνοδοιπόρος στον αγώνα των αυτοχθόνων της περιοχής. Τα πρώτα χρόνια τα πέρασε στα ερασιτεχνικά πρωταθλήματα και το 2011 κατάφερε να ανέβει στην 3η κατηγορία του ποδοσφαίρου του Εκουαδόρ. Το 2013 κατάφερε να ανέβει στην Α’ εθνική του Εκουαδόρ και να αντιμετωπίσει τις μεγάλες ομάδες της χώρας. Έμεινε τρεις σεζόν εκεί, μέχρι που υποβιβάστηκε. To 2018 πήρε ξανά την άνοδο για τα… σαλόνια κατακτώντας το πρωτάθλημα Β’ εθνικής. Παράλληλα, χάρη στο παλαβό σύστημα έδωσε μπαράζ για το τελευταίο εισιτήριο του Κόπα Σουνταμερικάνα που τότε παιζόταν ανάμεσα στην 8η της Α’ εθνικής και την… πρωταθλήτρια της Β’ εθνικής. Με 1-0 εντός επί της Αούκας και 2-2 εκτός, κέρδισε για πρώτη φορά στη σύντομη ιστορία της, την έξοδο σε μια διεθνή διοργάνωση. Έπαιξε μόλις δύο ματς, καθώς αποκλείστηκε στα πέναλτι από την Ουνιόν Εσπανιόλα της Χιλής, αλλά ήταν μια μοναδική εμπειρία.

Αν δεν βρεις εισιτήριο, μπορείς να το ρισκάρεις για μια θέση στην πλαγιά.
Το στάδιο της Μούσου Ρούνα στην κοινότητα Ετσαλέτσε, λίγο έξω από το Αμπάτο

Από το 2019, η Μούσου Ρούνα βρίσκεται ξανά σταθερά στην Α’ εθνική της χώρας. Κατάφερε ακόμα μια φορά να κερδίσει εισιτήριο για το Σουνταμερικάνα, αλλά και πάλι αποκλείστηκε στα προκριματικά. Το 2024 κατέκτησε την 6η θέση στην τελική κατάταξη και για τρίτη φορά έπαιξε σε προκριματικά. Η τρίτη ήταν και τυχερή και έτσι πέρασε για πρώτη φορά στην ιστορία της σε φάση ομίλων. Αν μέχρι τότε ο σύλλογος είχε γίνει γνωστούς σε όσους ασχολούνται με προκριματικά, φέτος παίζει στους ομίλους και η δημοσιότητα είναι ακόμα μεγαλύτερη, αφού πολύς κόσμος στη Νότια Αμερική μαθαίνει για αυτή την προσπάθεια.

Το ντεμπούτο της ήταν με μια άλλη πολύ ιδιαίτερη ομάδα της Νότιας Αμερικής με την οποία έχουμε ασχοληθεί, την Παλεστίνο. Η Μούσου Ρούνα δυστυχώς δεν μπορούσε να παίξει στην έδρα της, το γηπεδάκι των 8.000 θεατών που έχει λίγο έξω από το Αμπάτο και δεν τηρεί τις προδιαγραφές της CONMEBOL. Είναι ένα γήπεδο που βρίσκεται στα 3.250 μέτρα και χρειάστηκαν προσπάθειες 6 ετών για να χτιστεί και να εγκαινιαστεί. Δεν πήρε καμία οικονομική ενίσχυση από το κράτος, μόνο από την κοοπερατίβα και τον ντόπιο κόσμο. Η Μούσου Ρούνα προσπαθεί να είναι ένας νοικοκυρεμένος σύλλογος με προσεκτική οικονομική πολιτική. Οι μισθοί των παικτών μπορεί να μην είναι υψηλοί, μπαίνουν όμως πάντα στην ώρα τους. Όταν το ποδόσφαιρο της χώρας πέρασε πολύ δύσκολη περίοδο οικονομικά, η Μούσου Ρούνα ήταν ένας από τους μόλις τρεις συλλόγους που δεν αντιμετώπισε προβλήματα. Συνεχίζει όμως να συναντά δυσκολίες λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα της. Ο δήμαρχος της περιοχής δεν βοηθά και έτσι η Μούσου Ρούνα έχει μείνει και πάλι χωρίς στάδιο, καθώς η άδεια λειτουργίας ακυρώθηκε από τις τοπικές αρχές. Κάθε προσπάθεια για επέκταση έχει μπει στον πάγο αυτή τη στιγμή και είναι πιθανό η ομάδα να βρει μόνιμα άλλη έδρα, σε άλλον γειτονικό δήμο, όπου γίνει αποδεκτή.

Παρά τις δυσκολίες, τα κατάφερε όμως και πήρε την ιστορική πρώτη της νίκη με 3-2 επί της Παλεστίνο. Η μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας της όμως ήρθε στις 9 Απριλίου του 2025. Όταν και ταξίδεψε στο Μπέλο Οριζόντε της Βραζιλίας για να αντιμετωπίσει στο επιβλητικό Εστάδιο Μινεϊράο τη θρυλική Κρουζέιρο. Μια ομάδα με υπερπολλαπλάσιο μπάτζετ και παίκτες θρύλους όπως ο Κάσιο και Γκαμπιγκόλ. Η Μούσου Ρούνα προηγήθηκε, ισοφαρίστηκε με πέναλτι, έκανε το 1-2 και έφυγε με μια νίκη που κανείς δεν περίμενε ποτέ και πανηγυρίστηκε έξαλλα. Μια νίκη που κυκλοφόρησε σε ολόκληρη την ήπειρο, ως ένα κάζο της Κρουζέιρο, αλλά και ως μια μεγάλη επιτυχία της ομάδας από τον Ισημερινό.

Ο ιστορικός θρίαμβος μες τη Βραζιλία

Το “ποντσίτο” βασίζεται κυρίως στη φυσική κατάσταση και τα τρεξίματά του. Παίζει συνήθως με αντεπιθέσεις απέναντι σε συλλόγους με περισσότερη εμπειρία και χρήματα. Η Μούσου Ρούνα προσπαθεί με τα δικά της μέσα να διατηρηθεί στις κορυφαίες ομάδες της χώρας, αλλά παράλληλα, μέσα από τις ακαδημίες της να βγάλει ακόμα περισσότερους αυτόχθονες ποδοσφαιριστές, να κάνει το ποδόσφαιρο μια ακόμα διέξοδο για τους καταπιεσμένους επί αιώνες κατοίκους της περιοχής. «Το πνεύμα της συνεργατικότητας σε αυτόν τον σύλλογο είναι εμφανές στην ενασχόληση όλων των μελών του στις αποφάσεις και τις δράσεις. Εφαρμόζοντας τις αρχές αυτής της κοινωνίας. Υπευθυνότητα, ισότητα, αλληλεγγύη, μεταξύ άλλων, οι ίδιες αρχές που υπάρχουν από την ίδρυση του κλαμπ», θα πει μια δημοσιογράφος της Ελ Κομέρσιο, περιγράφοντας την ομάδα.

Η επίσκεψη του Σορίν πριν λίγα χρόνια

Στην προσπάθειά της αυτή έχει και έναν μεγάλο θαυμαστή και (ας πούμε) πρώην παίκτη της. Ο αγαπημένος για πολλούς Χουάν Πάμπλο Σορίν ήταν ένας διάσημος Αργεντινός αριστερός μπακ, που ξεχώριζε για τη μαλλούρα και το πάθος του. Έπαιξε στην εθνική Αργεντινής, πέρασε από ομάδες όπως Λάτσιο, Μπαρσελόνα, Λάτσιο και Βιγιαρεάλ και πέρα από το ποδοσφαιρικό του ταλέντο, συνεχίζει και σήμερα να είναι μια φοβερή φιγούρα που βοηθά σε φιλανθρωπικές ενέργειες και δείχνει ενδιαφέρον για πολλά ζητήματα. Ο Σορίν έμαθε για τον σύλλογο και το 2018 δήλωσε οπαδός της Μούσου Ρούνα, εξαιτίας της συνεργατικής της διάστασης και της στήριξης στους αυτόχθονες. Ο σύλλογος τον προσκάλεσε στο Εκουαδόρ και μάλιστα ο Σορίν στα 43 του φόρεσε και τη φανέλα της ομάδας σε ένα φιλικό.

Γνώρισε από κοντά καθημερινούς ανθρώπους της περιοχής, όπως μια αγρότισσα, τη Μανουέλα, που την είδε να διασχίζει το γήπεδο κουβαλώντας χόρτα που είχε μαζέψει. Μίλησε μαζί της (με διερμηνέα, καθώς η Μανουέλα μιλούσε μόνο κίτσουα) και έφυγε με τις καλύτερες εντυπώσεις από τους ντόπιους, αλλά και την προσπάθεια του συλλόγου. Ο Σορίν συνεχίζει να παρακολουθεί και να υποστηρίζει την ομάδα, αν και σίγουρα η νίκη επί της Κρουζέιρο του άφησε γλυκόπικρη γεύση, αφού ο Αργεντινός έπαιξε με μεγάλη επιτυχία στη βραζιλιάνικη ομάδα. Η Μούσου Ρούνα είναι μια σπάνια περίπτωση ομάδας, πιο κοντά στον τοπικό πληθυσμό, μια ομάδα που πέρα ίσως από τα αποτελέσματα μάχεται περισσότερο για την ισότητα και τα δικαιώματα ανθρώπων που βρίσκονται στο περιθώριο σε πολλά μέρη της Νότιας Αμερικής.