Αρχές της δεκαετίας του 1980 και στα αποδυτήρια του Βέιλ Παρκ, του γηπέδου της Πορτ Βέιλ που εκείνα τα χρόνια αγωνιζόταν στην 4η κατηγορία της Αγγλίας, δύο αδέρφια αλλάζουν φανέλες στο ημίχρονο μίας ακόμα αναμέτρησης. Αυτό ήταν ένα από τα πιο γνωστά -με μεγάλη δόση unfair- τρικ του προπονητή της ομάδας Τζον ΜακΓκραθ, για να μπερδεύει τους αντιπάλους του. Ο Μαρκ και ο Νέβιλ άλλωστε έμοιαζαν σαν δύο σταγόνες νερό κι ας μην ήταν δίδυμοι. Γεννημένοι στο Στόουκ από Τζαμαϊκανούς, μετανάστες ασχολήθηκαν από νωρίς με το ποδόσφαιρο, με το ταλέντο τους να τους οδηγεί πολύ γρήγορα σε επαγγελματικό επίπεδο σε μία εποχή που οι μαύροι ποδοσφαιριστές δεν ήταν ακόμα πολλοί και στα αγγλικά γήπεδα υπήρχαν πολύ συχνά ρατσιστικές επιθέσεις από μεγάλη μερίδα του «φίλαθλου» ποδοσφαιρικού κοινού μίας πολύ διαφορετικής εποχής. Ο Νέβιλ, που ήταν επιθετικός και είχε γίνει επαγγελματίας με τους «Γενναίους» του Στόουκ το 1977, είδε ένα χρόνο αργότερα τον 16 ετών αδερφό του, τον Μαρκ, να γίνεται και αυτός επαγγελματίας τον Αύγουστο του 1978, ως ο πέμπτος νεότερος ποδοσφαιριστής που το καταφέρνει στην ιστορία της Πορτ Βέιλ. Η εποχή των Τσάμπερλεϊν είχε μόλις αρχίσει.
Ο Μαρκ Τσάμπερλεϊν ήταν ένας ποδοσφαιριστής που έπαιζε συνήθως στη δεξιά πλευρά της ομάδας, στο κλασικό 4-4-2 της εποχής, είτε ως πλάγιος μπακ, στην αρχή της καριέρας του, είτε ως εξτρέμ. Ήταν εξαιρετικά γρήγορος και αθλητικός, αν και την περίοδο που έγινε επαγγελματίας ο τότε προπονητής της ομάδας -και παλιά δόξα της Μπόλτον- Ντένις Μπάτλερ δεν έδειχνε να τρελαίνεται με το ταλέντο του, έχοντας μία αρκετά συντηρητική προσέγγιση στον τρόπο που ήθελε να παίζει η ομάδα του. Ο Μαρκ Τσάμπερλεϊν ήταν ακόμα ένας λάτρης της ντρίμπλας, κάτι που όταν έπαιζε ως πλάγιος μπακ εξόργιζε αφάνταστα τον προπονητή του. Οι πλάγιοι μπακ άλλωστε στο μυαλό πολλών προπονητών εκείνης της περιόδου έπρεπε να ενεργούσαν πρώτα ως στόπερ, σταματώντας τις μπαλιές που έφταναν σαν κομήτες (από ψηλά) στην περιοχή τους, παρά ως κάποιοι που θα κουβαλούσαν την μπάλα με φαντεζί ενέργειες, ανεβάζοντας το ρίσκο της απώλειας της κατοχής. Με την Πορτ Βέιλ να έχει τερματίσει στην 16η θέση στο τέλος της σεζόν 1978-1979 ο Μπάτλερ θα απολυθεί και στη θέση του θα έρθει ο ΜακΓκραθ, ο άνθρωπος δηλαδή που θα διακρίνει πρώτος απ’ όλους το χάρισμα του νεαρού και θα τον μεταμορφώσει στον ποδοσφαιριστή που τα επόμενα χρόνια -κυριολεκτικά- λατρεύτηκε από μεγάλη μερίδα των ποδοσφαιρόφιλων της χώρας. Εννοείται πως αυτή η μεταμόρφωση δεν έγινε από τη μία μέρα στην άλλη αλλά μετά από αρκετή δουλειά, υπομονή και επιμονή.
Ο Τζον ΜακΓκραθ παρουσίασε το πλάνο του στη διοίκηση, ένα πλάνο που θα έκανε την ομάδα πιο ελκυστική, ρίχνοντας το βάρος στην επίθεση. Εκεί υπήρχε άλλωστε ο Νέβιλ Τσάμπερλεϊν και τα γκολ του. Η ομάδα άρχισε να παρουσιάζει επιθετικό ποδόσφαιρο ξεχνούσε όμως κάτι πολύ σημαντικό. Να αμύνεται. Η σεζόν ήταν τραγική και υπήρχαν μάλιστα σοβαρές σκέψεις από τη διοίκηση ακόμα και να απολυθεί ο νέος προπονητής γύρω στον Ιανουάριο. Η Πορτ Βέιλ δεν ήταν ποτέ εκείνη η ομάδα που θα έκανε πρωταθλητισμό και θα ανέβαινε τις κατηγορίες φτάνοντας να παίζει με ομάδες όπως η Λίβερπουλ και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αλλά δεν ήταν και για να πέσει από την 4η κατηγορία. Αυτό θα ήταν καταστροφικό. Ακόμα και για αυτούς, που πάλευαν κάθε χρόνο με τις καταστροφές. Τελικά η παραμονή την τελευταία αγωνιστική, στην ισοβαθμία με την Χέρεφορντ (που έπεσε ως 21η) στους 36 βαθμούς (σε 46 παιχνίδια), έσωσε τη δουλειά του ΜακΓκραθ. «Σας είχα πει πως η επίθεση θα μας οδηγήσει σε επιτυχίες και όχι η άμυνα» δήλωσε στους ποδοσφαιριστές του όταν έμαθε πως η ομάδα του έμεινε στην κατηγορία λόγω των 56 γκολ που είχε σκοράρει (κι ας είχε δεχθεί 70) έναντι των 38 που είχε σκοράρει η Χέρεφορντ (που είχε δεχθεί 52), με τις δύο ομάδες να βρίσκονται στο -14. Κάπως έτσι, απ’ την επόμενη χρονιά, ξεκίνησε η αγωνιστική άνοδος που έφερε και την έκρηξη στην απόδοση του νεαρού Μαρκ Τσάμπερλεϊν.
Ο νεαρός άλλαξε θέση, ανεβαίνοντας πολλά μέτρα στο γήπεδο, καθώς δεν λογιζόταν πια ως πλάγιος αμυντικός αλλά ως δεξιός εξτρέμ. Μια θέση δηλαδή που μπορούσε να ξεδιπλώσει τις ποδοσφαιρικές του αρετές, ζαλίζοντας κυριολεκτικά τους αντιπάλους αμυντικούς με τις ντρίμπλες του και σκοράροντας πολλά όμορφα γκολ. Ήταν η θέση που λάτρευε σε ένα χώρο που μπορούσε πρώτα απ’ όλα να ευχαριστηθεί το ποδόσφαιρο. Η σεζόν 1980-1981 ήταν αυτή που του έδωσε τις πρώτες σημαντικές εμπειρίες αλλά η επόμενη τον έβαλε κυριολεκτικά στον χάρτη του αγγλικού ποδοσφαίρου, στρέφοντας παράλληλα τα βλέμματα πολλών «μεγάλων» της εποχής στο άσημο Βέιλ Παρκ. «Ξαφνικά ένιωθα ως σούπερ σταρ. Εκείνο το φοβισμένο παιδί που έψαχνε λίγο χρόνο συμμετοχής ακόμα και ως αμυντικός στα τελευταία λεπτά μίας αναμέτρησης είχε μετατραπεί στον κορυφαίο παίκτη της ομάδας του. Έβλεπα τον τρόμο των αντιπάλων αμυντικών όταν έφτανα κοντά τους και γνώριζαν πως δεν πρόκειται να με σταματήσουν. Ήταν η τέλεια περίοδος για μένα και θα ευγνωμονώ πάντα γι’ αυτό τον προπονητή μου, τον Τζον ΜακΓκραθ». Φυσικά και η Πορτ Βέιλ συνέχιζε ως η ομάδα που έχει ως στόχο την παραμονή, έχοντας όμως στη σύνθεσή της τον κορυφαίο παίκτη του πρωταθλήματος. Το τέλος της σεζόν τον βρήκε στη Καλύτερη Ενδεκάδα της Κατηγορίας (με 46 εμφανίσεις και 8 τέρματα) και με μία μεταγραφή για την Στόουκ Σίτι, μαζί με τον τερματοφύλακα Μαρκ Χάρισον, που έφτασε τις 180.000 λίρες. Εκεί δηλαδή όπου θα έβρισκε για λίγα παιχνίδια και τον αδερφό του. Ο Μαρκ Τσάμπερλεϊν ήταν μόλις στα 21 του χρόνια και μετά από δύο εξαιρετικές σεζόν στα γήπεδα της 4ης Κατηγορίας θα βρισκόταν σε εκείνα της 1ης, απέναντι στους καλύτερους παίκτες της χώρας σε μία τρομερή περίοδο για το αγγλικό ποδόσφαιρο.
Η πρώτη του χρονιά με την φανέλα της Στόουκ υπό τις οδηγίες του Ρίτσι Μπάρκερ ήταν κάτι παραπάνω από εξαιρετική, με τον προπονητή του να τον φέρνει από δεξιά στην αριστερή πλευρά, δίνοντάς του τη δυνατότητα να συγκλίνει με το αντίθετο πόδι προς την αντίπαλη περιοχή. 36 εμφανίσεις και 6 τέρματα με την ομάδα να τερματίζει στη μέση της βαθμολογίας. Την ίδια περίοδο, συγκεκριμένα στις 15 Δεκεμβρίου του 1982, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την εθνική Αγγλίας, σκοράροντας μάλιστα στο Γουέμπλεϊ στο 5-0 απέναντι στο Λουξεμβούργο για τα προκριματικά του Euro-1984. Ενάμιση χρόνο αργότερα, στις 10 Ιουνίου του 1984, θα βρεθεί βασικός σε ακόμα μία σπουδαία αναμέτρηση της Αγγλίας.
Η ομάδα του Μπόμπι Ρόμπσον είχε ταξιδέψει στη Βραζιλία για το σπουδαίο φιλικό με τη Σελεσάο στο θρυλικό Μαρακανά και ο σπουδαίος Άγγλος προπονητής θα έβαζε τον νεαρό εξτρέμ βασικό, δίπλα σε παίκτες – σύμβολα της εποχής όπως ο Τζον Μπαρνς, ο Μπράιαν Ρόμπσον και ο Πίτερ Σίλτον. Ο Τσάμπερλεϊν θα αγωνιστεί και στα 90 λεπτά, ντριμπλάροντας σαν Βραζιλιάνος, με την Αγγλία να κερδίζει με 0-2 χάρη στα γκολ των Μπαρνς και Χέιτλι (αμφότεροι είχαν σκοράρει για πρώτη φορά με τα Τρία Λιοντάρια). «Ήταν κάτι μαγικό, στα όρια του υπερφυσικού» θα πει ο ίδιος «Πριν λίγους μήνες αγωνιζόμουν στα λασπωμένα γήπεδα των μικρών κατηγοριών της Αγγλίας, ψάχνοντας για ένα καλό συμβόλαιο, και σήμερα έπαιξα βασικός για την χώρα μου στο Μαρακανά, νικώντας τους Βραζιλιάνους».
Ο Μαρκ Τσάμπερλεϊν θα μείνει στην Στόουκ μέχρι και το 1986, όταν με την ομάδα να έχει υποβιβαστεί στη 2η Κατηγορία θα έρθει σε ρήξη με τον προπονητή Νικ Μιλς λόγω του τρόπου που τον χρησιμοποιούσε και θα υπογράψει με την Σέφιλντ Γουένσντεϊ πραγματοποιώντας και εκεί σπουδαίες εμφανίσεις μέχρι το 1988. Ακολούθησε μια άκρως επιτυχημένη καριέρα στην Πόρτσμουθ, κυρίως στα γήπεδα της 2η Κατηγορίας, μέχρι το 1994 πριν κλείσει οριστικά την επαγγελματική του καριέρα το 1998 ως παίκτης – προπονητής στην άσημη (σχεδόν ερασιτεχνική) Φαρχαμ Τάουν. Τα χρόνια είχαν άλλωστε περάσει και ο ίδιος δεν μπορούσε να κάνει τις κούρσες του όπως θα ήθελε.
29 χρόνια αργότερα ο γιος του, Άλεξ Οξλέιντ-Τσάμπερλεϊν, θα καταφέρει να σκοράρει και αυτός στο Μαρακανά απέναντι στη Βραζιλία, σε φιλική αναμέτρηση που είχε βρει τις δύο σπουδαίες ομάδες ισόπαλες με 2-2. Όπως έχει παραδεχτεί, δεν πρόλαβε να δει το γκολ του γιού του μιας και ήταν τόσο κουρασμένος που τον είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ κατά τη διάρκεια της αναμέτρησης. «Ξύπνησα και βρήκα ένα σωρό μηνύματα στο κινητό μου τηλέφωνο για το γκολ του μικρού. Ευτυχώς ζούμε στην εποχή του ίντερνετ και μπόρεσα να βρω και να δω αμέσως τα στιγμιότυπα» είχε δηλώσει αστειευόμενος.
Στις μέρες μας η Πορτ Βέιλ αγωνίζεται στην League One έχοντας ως πρωταρχικό στόχο να παραμείνει στην κατηγορία. Με το Λιγκ Καπ να έχει φτάσει στην προημιτελική φάση η ομάδα του Άντι Κρόσμπι υποδέχεται, ως αουτσάιντερ, την Μίντλεσμπρο, που αγωνίζεται στην Τσάμπιονσιπ με μοναδικό σκοπό να φτάσει στα ημιτελικά προσπαθώντας για ένα μικρό θαύμα που θα την οδηγήσει -γιατί όχι- ακόμα και στο Γουέμπλεϊ.