«Έναν τίτλο, έναν τίτλο. Το βασίλειο μου για έναν τίτλο»

12 Μαΐου 2013. Βίκαρεϊτζ Ρόουντ. Γουότφορντ εναντίον Λέστερ. Δεύτερος ημιτελικός των πλέι οφ της Τσάμπιονσιπ. Βρισκόμαστε στo τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων. Η μπάλα είναι στημένη στην άσπρη βούλα στην περιοχή της Γουότφορντ. Ο Αντονί Νοκάρ βρίσκεται αντιμέτωπος με τον Αλμούνια. Το σκορ είναι 2-1 υπέρ των γηπεδούχων. Με δεδομένο ότι το πρώτο ματς στο Λέστερ είχε λήξει 1-0, αν μπει το πέναλτι οι φιλοξενούμενοι περνάνε στον τελικό, όπου και θα διεκδικήσουν το τρίτο και τελευταίο χρυσό εισιτήριο που οδηγεί στην Πρέμιερ Λιγκ.

Τη συνέχεια τη γνωρίζουμε όλοι. Το βίντεο με την απόκρουση του Αλμούνια, την αντεπίθεση των γηπεδούχων, το γκολ του Ντίνι και την μπούκα του κόσμου περνάει από τις οθόνες μας τουλάχιστον μια-δυο φορές κάθε χρόνο από τότε, σαν μια υπενθύμιση ότι στο ποδόσφαιρο τα πάντα μπορούν να συμβούν. Αυτό που ελάχιστοι ήξεραν, καθώς η τηλεοπτική μετάδοση δεν το έπιασε, είναι ότι λίγο πριν την εκτέλεση ο Νοκάρ είχε μια μικρή κουβέντα με έναν άλλο επιθετικό της Λέστερ που, παρά το νεαρό της ηλικίας του και το ότι δεν λογιζόταν ως βασικός (εκείνη τη μέρα μπήκε αλλαγή στο δεύτερο ημίχρονο), ήθελε να χτυπήσει αυτός το πέναλτι. Ο Γάλλος υπερίσχυσε ως λίγο πιο «παλιός» και χάρη σε αυτή την κατάληξη της διαφωνίας τους τα επόμενα δυο λεπτά θα μνημονεύονται για αρκετά χρόνια ακόμα. Το όνομα του άλλου επιθετικού; Χάρι Κέιν.

Ο Τρόι Ντίνι θυμάται: “Ο κόσμος συχνά το ξεχνάει αλλά εκείνη η Λέστερ που αντιμετωπίσαμε είχε τον Κέιν δανεικό από την Τότεναμ, τον Βάρντι στον πάγκο και μερικούς πολύ καλούς παίκτες για τα επίπεδα της Τσάμπιονσιπ. Εκ των υστέρων, το ότι ο Νοκάρ βάρεσε τελικά το πέναλτι και δεν το άφησε στον Κέιν είναι μια από τις μεγαλύτερες ευλογίες στη ζωή μας.”

Στα 19 του τότε, ο Κέιν βίωσε στο πετσί του την πιο πικρή πλευρά του ποδοσφαίρου. Αυτή δεν ήταν η πρώτη σφαλιάρα που του επεφύλασσε το παιχνίδι. Στα 9 του η Άρσεναλ του έδειξε την πόρτα της εξόδου από τις ακαδημίες της γιατί “ήταν γεματούλης και όχι πολύ αθλητικός” και τον έκανε να πιστέψει προσωρινά ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρει σε αυτό το χώρο. (Κι επειδή κάποιες φορές η ζωή φτιάχνεται με τέτοιες καταστάσεις, αρκετά χρόνια μετά έγινε ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των ντέρμπι Τότεναμ-Άρσεναλ.) Στη συνέχεια αντιμετώπισε τη δυσπιστία της Τότεναμ, που προτιμούσε την κλασική λύση των δανεισμών μέχρι ο παίκτης να βρει τα πατήματα του και να αποδείξει πως αξίζει. Το αγροτικό του περιλάμβανε αρκετές στάσεις και ένα ακόμα πισωγύρισμα στην αρχή εκείνης της σεζόν όταν έσπασε το πόδι του φορώντας τη φανέλα της Νόριτς.

Μέσα στα επόμενα χρόνια ξεπέρασε όλα τα παραπάνω εμπόδια, δούλεψε πάρα πολύ μόνος του σε όλα τα επίπεδα (από τα τελειώματα του μέχρι τη διατροφή του και το σώμα του), εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις ευκαιρίες που του έδωσε ο Τιμ Σέργουντ, σε μια εποχή που λίγοι τον υπολόγιζαν σοβαρά ακόμα και μέσα στην ομάδα του, και κατάφερε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους σκόρερ της Πρέμιερ Λιγκ. Η πίκρα που γεύτηκε όμως σε εκείνο το τρελό ματς στην έδρα της Γουότφορντ ήταν μόνο η αρχή των απογοητεύσεων που του επεφύλασσε η καριέρα του.

Την άνοιξη του 2015 και λίγο πριν το τέλος της πρώτης του πειστικής σεζόν, στην οποία βρήκε δίχτυα 31 φορές σε όλες τις διοργανώσεις, η Τότεναμ έφτασε στον τελικό του Λιγκ Καπ. Για έναν σύλλογο που οι τίτλοι δεν ήταν ποτέ το φόρτε του αυτή ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να επαναλάβει το θρίαμβο του 2008. Τότε είχε κατακτήσει το τελευταίο του τρόπαιο, δυο χρόνια πριν ο Κέιν υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Αντίπαλος ήταν ξανά η Τσέλσι που ναι μεν έκανε μια εξαιρετική σεζόν αλλά λίγο καιρό πριν είχε ηττηθεί με 5-3 στο Γουάιτ Χαρτ Λέιν. Ο Κέιν έμεινε άσφαιρος σε εκείνο το παιχνίδι, η Τσέλσι βρήκε ένα γκολ στο φινάλε του πρώτου ημιχρόνου κι ένα στις αρχές της επανάληψης και η κούπα κατέληξε στα χέρια του Τζον Τέρι.

Τα επόμενα δυο χρόνια η ομάδα του Ποτσετίνο παρουσιάστηκε ακόμα πιο ισχυρή, φάνηκε έτοιμη να διεκδικήσει το πρωτάθλημα, μάζεψε τους περισσότερους πόντους σε αυτό το διάστημα (11 περισσότερους από την επόμενη), έβαλε τα περισσότερα γκολ και δέχτηκε τα λιγότερα αλλά με κάποιο μαγικό, τοτεναμίστικο τρόπο δεν κέρδισε τον τίτλο καμία από τις δυο σεζόν! Την πρώτη χρονιά, με τις περισσότερες διεκδικήτριες σε κρίση, έχασε τη μεγάλη ευκαιρία και τερμάτισε πίσω από την απίθανη Λέστερ αλλά και την Άρσεναλ. Την επόμενη σεζόν ανέβηκε μια θέση αλλά και πάλι έχασε τον τίτλο, αυτή τη φορά από την ανεβασμένη Τσέλσι του Κόντε. Ο Κέιν τέλειωσε και τις δυο διοργανώσεις ως πρώτος σκόρερ αλλά τα 54 γκολ του δεν συνοδεύτηκαν από κάποιο πανηγύρι.

Τα χρόνια περνούσαν, η Τότεναμ παρέμενε ανταγωνιστική, ο Κέιν συνέχιζε να βάζει γκολ με το τσουβάλι, διαψεύδοντας όλους όσους πίστεψαν ότι ήταν ένα ακόμα πυροτέχνημα που του έκατσαν 1-2 καλές σεζόν, αλλά κάθε φορά που πλησίαζε σε κάποιο κατσαρολικό κάτι στράβωνε. Την 1η Ιουνίου του 2019 οι «Σπερς» βρέθηκαν για πρώτη φορά σε έναν τελικό Τσάμπιονς Λιγκ αλλά με τον μεγάλο τους σταρ φανερά ανέτοιμο και επηρεασμένο από μια δύσκολη χρονιά γεμάτη τραυματισμούς έχασαν τον τίτλο από τη Λίβερπουλ.

Η τρίτη και φαρμακερή με τη φανέλα της Τότεναμ ήρθε την άνοιξη του 2021, όταν έφτασε ξανά στον τελικό του Λιγκ Καπ, απέναντι στη Μάντσεστερ Σίτι αυτή τη φορά. Η Τότεναμ το πάλεψε όσο μπορούσε, η επίθεση έμεινε για άλλη μια φορά στο μηδέν (τρίτος τελικός χωρίς γκολ), η άμυνα άντεξε ως το 82′ αλλά σε εκείνο το σημείο η ομάδα του Πεπ σκόραρε με τον Λαπόρτ και η σεμνή τελετή έλαβε τέλος.

Το κακό για τον Κέιν ήταν ότι και σε επίπεδο εθνικών ομάδων η μοίρα του δεν ήταν διαφορετική, αφού ούτε η εθνική Αγγλίας φημιζόταν ποτέ για την ικανότητα της να σηκώνει τρόπαια. Αν και τα καλά χρόνια του συνέπεσαν με την ανέλιξη μιας καλής φουρνιάς Άγγλων παικτών, η κατάληξη της συγκεκριμένης εθνικής σε κάθε διοργάνωση μοιάζει προδιαγεγραμμένη. Στο Μουντιάλ του 2018 έφτασε ένα βήμα πριν τον τελικό, πριν τη στείλει σπίτι της με ανατροπή η «πολύ σκληρή για να πεθάνει» Κροατία των 3,5 εκατομμυρίων κατοίκων. Στο Euro του 2021, που έγινε και εντός έδρας, ο Κέιν έκανε για άλλη μια φορά ό,τι περνούσε από τα πόδια του, βρήκε δίχτυα τέσσερις φορές και ευστόχησε και στο πέναλτι του στον τελικό αλλά η διπλή αλλαγή του Σάουθγκειτ στο 120′ αποκλειστικά για τα πέναλτι δεν απέδωσε καρπούς. Οι Άγγλοι έφυγαν για πολλοστή φορά φαρμακωμένοι από το γήπεδο και ο άτυχος πρωταγωνιστής αυτού του άρθρου έφτασε τους τέσσερις χαμένους τελικούς.

Κι αν στο Euro μπορούσε τουλάχιστον να πει ότι αυτός το καθήκον του το έκανε, το Μουντιάλ του 2022 του επεφύλασσε μια διπλή στεναχώρια, αφού γύρισε σπίτι έχοντας την ταμπέλα του μοιραίου. Στο 84′ του προημιτελικού με τους Γάλλους και με το σκορ στο 1-2, είχε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία να ισοφαρίσει. Το πέναλτι του όμως κατέληξε στην κερκίδα. Και όχι σε κάποια από τις χαμηλές σειρές. Κάποιοι συμπατριώτες του που λατρεύουν να υπερ-αναλύουν τα πάντα και ειδικά τις αποτυχίες, ισχυρίστηκαν πως τον επηρέασε το ότι λίγο νωρίτερα είχε ευστοχήσει από τα 11 μέτρα. Ο ίδιος διαφωνεί: “Όχι. Δεν ήταν θέμα προετοιμασίας. Πριν από κάθε αγώνα προετοιμάζομαι για όλα τα ενδεχόμενα, ακόμα και για το να εκτελέσω δυο πέναλτι. Πάντα έχω μια ιδέα το τι θέλω να κάνω. Το πρώτο πήγε τέλεια. Το δεύτερο όχι. Ήταν από τις πιο δύσκολες στιγμές. Μάλλον θα το θυμάμαι για το υπόλοιπο της ζωής μου, αλλά αυτό είναι μέρος του παιχνιδιού. Δεν πρόκειται να με επηρεάσει ως παίκτη ή ως άτομο.”

Στα 30 του πλέον ο Κέιν δεν έχει να αποδείξει τίποτα ως προς τις ικανότητες του και στο σκοράρισμα αλλά και στη δημιουργία ευκαιριών. Πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Τότεναμ, πρώτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Αγγλίας, δεύτερος σκόρερ στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ. Αυτή η πρόταση αρκεί για να πειστεί μελλοντικά ο οποιοσδήποτε για το αν ήταν πολύ καλός παίκτης. Η έλλειψη τίτλων όμως αποτελεί ένα μικρό στίγμα στην καριέρα του. Κι αν για πολλούς ποδοσφαιρόφιλους αυτό δεν παίζει τόσο μεγάλο ρόλο, για αρκετούς άλλους παίζει. Απ’ότι φαίνεται ο ίδιος ο Κέιν ανήκει ξεκάθαρα στη δεύτερη κατηγορία, κάτι που είχε φανεί κι από την απεγνωσμένη προσπάθεια του το 2021 να πάρει μεταγραφή στη Σίτι.

Γι’αυτό και το καλοκαίρι άφησε τα γνώριμα λημέρια της Τότεναμ και την αγάπη του κόσμου της, έβαλε στην άκρη έναν από τους μεγάλους στόχους του, δηλαδή να ξεπεράσει τον Άλαν Σίρερ και να γίνει ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ, και υπέγραψε στη Μπάγερν. Οι Γερμανοί του πρόσφεραν πολλές περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει κάποιο τρόπαιο (ή πολλά τρόπαια) και του εξασφάλιζαν μια σταθερή παρουσία στο Τσάμπιονς Λιγκ, κάτι που όπως δήλωσε ήθελε πολύ ο ίδιος.

Άλλη χώρα, άλλο ποδόσφαιρο, άλλη γλώσσα, πρώτη ριζική αλλαγή περιβάλλοντος μετά από πολλά χρόνια στα ίδια μέρη. Παρ’όλα αυτά, η περίοδος προσαρμογής στο Μόναχο δεν κράτησε πολύ. Με 42 γκολ και 11 ασίστ σε 42 παιχνίδια κανένας δεν μπορεί να πει ότι ο Άγγλος δεν κάνει σωστά τη δουλειά του. Την κάνει δε τόσο εξαιρετικά που θεωρητικά προλαβαίνει ακόμα και να σπάσει το ρεκόρ γκολ της Μπουντεσλίγκα που κατέχει ο Λεβαντόφσκι! Κάποια πράγματα όμως είναι πάνω από τις δυνάμεις μας. Είτε το πεις «κατάρα», είτε «μοίρα», είτε «ατυχία», η ουσία του δεν αλλάζει. Λίγο πριν το φινάλε της πρώτης του σεζόν σε μια από τις πιο πετυχημένες ομάδες του πλανήτη που έχει να μείνει μια χρονιά χωρίς τρόπαιο από το 2012, ο Κέιν δεν έχει καταφέρει ακόμα να φορέσει το πρώτο του χρυσό μετάλλιο.

Το καλοκαιρινό σούπερ καπ με τη Λειψία ήταν μάλλον το κερασάκι σε μια λίστα αποτυχιών. Ένα θεωρητικά βατό ματς θα του έδινε μια κούπα, έστω και μειωμένης αξίας. Δυο μόλις μέρες μετά την ολοκλήρωση της μεταγραφής του η Μπάγερν τον δήλωσε στην αποστολή, τον χρησιμοποίησε και ως αλλαγή στο δεύτερο ημίχρονο αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με όλους τους προηγούμενους τελικούς του. Η ομάδα του έφυγε ηττημένη και ο Κέιν έφτασε τους πέντε χαμένους τελικούς (συν άλλες έξι φορές που η πορεία του προς την πρώτη θέση σταμάτησε άδοξα στα ημιτελικά). Ακολούθησε ένα αλησμόνητο πατατράκ στο κύπελλο από τη Ζααρμπρίκεν, μια ομάδα 3ης κατηγορίας, και το ξενέρωμα ολοκληρώθηκε με μια επίδειξη αδιανόητης γκαντεμιάς. Αν και η Μπάγερν θα τελειώσει τη χρονιά με περισσότερους πόντους από όσους μάζεψε πέρσι που αναδείχθηκε πρωταθλήτρια, ο τίτλος έχει ήδη κριθεί εδώ και καιρό καθώς η πρώτη σεζόν του Κέιν στη Γερμανία έμελλε να είναι και η καλύτερη σεζόν της Μπάγερ Λεβερκούζεν. Στα 120 χρόνια της ιστορίας της!

Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία ή, όπως λένε οι Γερμανοί, «τίποτα δεν έχει τελειώσει αν δεν βγει να τραγουδήσει η χοντρή κυρία». Η πρόκριση της Μπάγερν στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ σημαίνει ότι βρίσκεται μόλις τρία ματς μακριά από έναν τίτλο και μάλιστα από τους πιο σημαντικούς. Το να πετύχεις εκεί τη Ρεάλ, τη μετρ της διοργάνωσης που ακόμα και στις άσχημες μέρες της μοιάζει απέθαντη, δεν είναι και ό,τι καλύτερο αλλά η Μπάγερν δεν είναι από τα μεγέθη που επηρεάζονται από ονόματα και ιστορίες. Λίγο πριν το φινάλε μιας πολύ αποτυχημένης εντός των συνόρων χρονιάς, ο Κέιν έχει μια ακόμα ευκαιρία να εγκαινιάσει επιτέλους την τροπαιοθήκη του.

Ακόμα κι αν δεν τα καταφέρει φέτος, μοιάζει μάλλον απίθανο να μη συμβεί κάποιο από τα επόμενα χρόνια, αφού εκτός απροόπτου έχει μπροστά του τουλάχιστον 3-4 παραγωγικές σεζόν. Από την άλλη όμως, απίθανο έμοιαζε και το ενδεχόμενο να κερδίσει η ομάδα του πέναλτι στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων και 22 δευτερόλεπτα και τέσσερις πάσες αργότερα να βρίσκεται η μπάλα στα δικά της δίχτυα και η αντίπαλος της στον τελικό.