Η μέρα που άλλαξε η ζωή του Τζιανλουίτζι Λεντίνι

Ένα διαχρονικό απόσταγμα σοφίας λέει ότι η ζωή σου μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Ο Τζιανλουίτζι Λεντίνι το κατάλαβε αυτό τη δεύτερη μέρα του Αυγούστου του 1993, την ώρα που οδηγούσε το αμάξι του κατευθυνόμενος από τη Γένοβα προς το Τορίνο. Τη μια στιγμή ήταν η πιο ακριβή μεταγραφή όλων των εποχών, πρωταθλητής Ιταλίας, διεθνής με την εθνική ομάδα και ένας ανερχόμενος ποδοσφαιρικός σούπερ σταρ που στα 24 του είχε σχεδόν όλο τον κόσμο στα πόδια του. Την επόμενη στιγμή τίποτα από όλα αυτά δεν είχε σημασία γιατί βρισκόταν στην εντατική, δίνοντας μάχη για τη ζωή του.

Μεγαλωμένος στις ακαδημίες της Τορίνο, ο Λεντίνι είχε πάρει τις πρώτες του ευκαιρίες στη μεγάλη ομάδα στα 20 του, όταν και επέστρεψε από έναν δανεισμό στην Ανκόνα. Αν και η ‘γκρανάτα’ αγωνιζόταν τότε στη ζόρικη 2η κατηγορία ο πιτσιρικάς κατάφερε να δείξει γρήγορα σημάδια του ταλέντου του και να αφήσει υποσχέσεις για το μέλλον. Ταχύτατος, τεχνίτης, με πολύ καλή σέντρα και με ιδιαίτερη ικανότητα στο ένας εναντίον ενός, ο εξτρέμ της Τορίνο εξελίχθηκε σε βασικό όπλο της ομάδας στην προσπάθεια της να επανέλθει στο προσκήνιο.

Μια προσπάθεια που στέφθηκε από ανέλπιστα μεγάλη επιτυχία αφού η Τορίνο εξασφάλισε την έξοδο της στην Ευρώπη από την πρώτη κιόλας χρονιά που επέστρεψε στο Καμπιονάτο. Οι εντυπωσιακές εμφανίσεις του Λεντίνι συνεχίστηκαν και τη δεύτερη σεζόν του στη Σέριε Α και μαζί με την κλήση για την εθνική ομάδα ήρθαν και οι πρώτοι ενδιαφερόμενοι. Την ώρα που ο ανερχόμενος σταρ οδηγούσε την Τορίνο στον τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και τη βοηθούσε σημαντικά να πλασαριστεί για μια ακόμα χρονιά στις πρώτες θέσεις της Ιταλίας, στο παρασκήνιο Μίλαν και Γιουβέντους κονταροχτυπιόνταν για το ποια θα αποτελέσει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του.

Το σήριαλ της μεταγραφής του κράτησε μήνες, αφού αρχικά η διοίκηση και ο παίκτης δεν ήταν διατεθειμένοι να χαλάσουν αυτό που είχε δημιουργηθεί τα τελευταία δυο χρόνια. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Λεντίνι, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι έστειλε δυο φορές το ελικόπτερο του σε μια προσπάθεια να τον πείσει να πει το ‘ναι’ στην πρόταση του. Όταν όμως άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα οικονομικά προβλήματα λόγω κακοδιαχείρισης, το κλίμα στην Τορίνο άλλαξε.

Τα λεφτά που έδινε η Μίλαν ήταν αδιανόητα πολλά για εκείνη την εποχή και όπως αποδείχτηκε ήταν αρκετά για να κάμψουν τις όποιες άμυνες των ανθρώπων της ‘γκρανάτα’. Όπως είπε και ο προπονητής της, Εμιλιάνο Μοντονικο: “Δεν θέλω να τον χάσω αλλά έτσι όπως είναι η κατάσταση η Μίλαν και η Γιουβέντους κάνουν ό,τι θέλουν ενώ όλες οι υπόλοιπες ομάδες κάνουμε απλά ό,τι μπορούμε”. Η μεταγραφή ολοκληρώθηκε στις αρχές του καλοκαιριού του 1992 και ήταν η ακριβότερη στον κόσμο. Το ποσό που δαπανήθηκε για χάρη του έγινε αντικείμενο συζήτησης στην Ιταλία, μιας και πολλοί πίστευαν ότι δεν είναι σωστό να δίνονται τόσα χρήματα για έναν ποδοσφαιριστή. Στη δημόσια συζήτηση συμμετείχε ακόμα και η εφημερίδα του Βατικανού που αποκάλεσε το κόστος της μεταγραφής “προσβολή απέναντι στην αξιοπρέπεια της εργασίας”!

Η φυγή του μεγάλου αστεριού της ομάδας προκάλεσε πολλές αντιδράσεις και στον κόσμο της Τορίνο που βγήκε στους δρόμους για να διαμαρτυρηθεί. Εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία της ομάδας και αυτό που ξεκίνησε σαν μια ειρηνική διαμαρτυρία κατέληξε σε κανονική μάχη οπαδών-αστυνομικών, με τραυματίες και αρκετές υλικές ζημιές. Εκτός από τη διοίκηση, οι οπαδοί της Τορίνο τα είχαν και με τον πρώην παίκτη τους, που τους προηγούμενους μήνες δήλωνε δημόσια ότι δεν θέλει να φύγει από την ομάδα. Ο ίδιος πάντως επιμένει πως δεν ήθελε να αποχωρήσει και πως τον έπεισαν να υπογράψει λέγοντας του ότι η ομάδα είχε ανάγκη τα χρήματα της μεταγραφής.

Η πρώτη του σεζόν στη Μίλαν ολοκληρώθηκε με την κατάκτηση του πρωταθλήματος, με τον Λεντίνι να σκοράρει 7 φορές και να βοηθάει σημαντικά παρά το τεράστιο ψυχολογικό βάρος που συνόδευε την ταμπέλα της “πιο ακριβής μεταγραφής στην ιστορία του ποδοσφαίρου”. Την ίδια εποχή οι εμφανίσεις του με την εθνική Ιταλίας ήταν θετικές και η συμμετοχή του στο Μουντιάλ των ΗΠΑ έμοιαζε σχεδόν δεδομένη. Μέχρι που ξημέρωσε εκείνη η αποφράδα ημέρα του Αυγούστου.

Ο Λεντίνι συμμετείχε σε ένα εορταστικό, φιλικό τουρνουά της Τζένοα, η οποία γιόρταζε τα 100 χρόνια ιστορίας της. Όταν μπήκε στο αμάξι του για να επιστρέψει στο Τορίνο το μόνο που είχε κατά νου ήταν να φτάσει εκεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Ο λόγος; Η Ρίτα Μπονακόρσο, που εκείνη την εποχή ήταν γνωστή ως Ρίτα Σκιλάτσι, αφού είχε παντρευτεί τον παίκτη-αποκάλυψη της Ιταλίας στο Μουντιάλ του 1990, Σαλβατόρε Σκιλάτσι. Ο παράνομος δεσμός του Λεντίνι με τη γυναίκα του Σκιλάτσι ήταν κοινό μυστικό στην Ιταλία, από τότε που ο Λεντίνι έπαιζε στην Τορίνο και ο Σκιλάτσι στη Γιουβέντους. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ που ακολούθησαν το ατύχημα, ο Λεντίνι θα συναντούσε εκείνο το βράδυ τη Ρίτα, γι’αυτό και το πόδι του δεν ξεκολλούσε εύκολα από το γκάζι. Όπως είπαμε όμως και στην αρχή, η ζωή σου μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη, ειδικά όταν οδηγείς στα όρια.

Λίγο πριν φτάσει στο Τορίνο, και πιο συγκεκριμένα στο ύψος της κωμόπολης Βιλαφράνκα Ντ’ Αστι, το αμάξι του ξέφυγε για λίγο από το δρόμο, λόγω ενός προβλήματος με το ένα λάστιχο, χτύπησε στις μπαριέρες ασφαλείας και τυλίχθηκε στις φλόγες. Ένας οδηγός φορτηγού εντόπισε λίγο αργότερα τον Λεντίνι χτυπημένο και αναίσθητο στο οδόστρωμα και κάλεσε αμέσως ασθενοφόρο. Η είδηση του τροχαίου προκάλεσε σοκ στην Ιταλία και η κατάσταση της υγείας του τις πρώτες μέρες μετά το ατύχημα ήταν το πιο σημαντικό θέμα της χώρας.

Όπως αποδείχτηκε ο Λεντίνι είχε σοβαρά τραύματα στο κεφάλι που του είχαν βυθίσει σε ένα ελαφρύ κώμα από το οποίο επανήλθε μετά από δυο μέρες. Η κατάσταση του ήταν τέτοια που έπρεπε να περάσουν μερικές ακόμα μέρες για να μπορέσουν να πούνε με σιγουριά οι γιατροί πως έχει αποφύγει κάθε κίνδυνο για τη ζωή του. Μια από τις πρώτες ερωτήσεις που τους έγιναν μετά, αφορούσε το αν θα μπορέσει να επιστρέψει ξανά στα γήπεδα. Η θετική απάντηση τους προκάλεσε ικανοποίηση στις τάξεις της Μίλαν αλλά και της εθνικής αλλά η πραγματικότητα τους προσγείωσε όλους σύντομα.

Η αποθεραπεία του κράτησε περισσότερο απ’όσο υπολογιζόταν, αφού για πολλούς μήνες μετά το ατύχημα ο Λεντίνι υπέφερε από μικρές απώλειες μνήμης, έντονες ζαλάδες και προβλήματα με την όραση αλλά και την ομιλία. Ακόμα κι όταν αυτά ξεπεράστηκαν σε μεγάλο βαθμό, οι πρώτες προπονήσεις του με τη μπάλα έδειξαν αυτό που πολλοί φοβόταν. Ο νέος Λεντίνι δεν είχε καμία σχέση με τον παλιό ούτε σε ταχύτητα, ούτε σε αντίληψη, ούτε στην ψυχολογία. Όπως είπε και ο Μαρσέλ Ντεσαγί: “Μπορούσες να δεις τη διαφορά στις ικανότητες του, το πως ήταν πριν και το πως ήταν μετά το ατύχημα. Ήταν όλα τελείως διαφορετικά”.

Όταν επέστρεψε στην αγωνιστική δράση, η σεζόν ήταν ήδη στα τελειώματα της, κάτι που σήμαινε πως είχε χαθεί και η ευκαιρία να βρεθεί στην αποστολή της Ιταλίας για το Μουντιάλ. Η χρονιά έκλεισε για τη Μίλαν με ένα ακόμα πρωτάθλημα και την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ απέναντι στη Μπαρτσελόνα αλλά ο Λεντίνι ήταν παρών-απών από όλα αυτά. Η προσπάθεια του να επιστρέψει στην ενδεκάδα την επόμενη χρονιά δεν απέδωσε καρπούς καθώς ο Φάμπιο Καπέλο δεν τον υπολόγιζε πλέον σοβαρά. Αυτό ήταν και το τελειωτικό χτύπημα στην φιλόδοξη καριέρα του: “Δυο χρόνια μετά το ατύχημα ήμουν δυνατός ξανά και γι’αυτό πίστευα ότι θα παίξω στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ με τον Άγιαξ. Χωρίς καμία εξήγηση όμως, ο Καπέλο με άφησε στον πάγκο. Τότε κατέρρευσαν όλα μέσα μου και έχασα κάθε όρεξη για το ποδόσφαιρο. Η καριέρα μου τέλειωσε ουσιαστικά εκείνη τη μέρα”.

Οι δρόμοι της Μίλαν και του Λεντίνι χώρισαν τελικά το 1996, όταν ο 27χρονος συμφώνησε με την Αταλάντα. Ένα χρόνο αργότερα επέστρεψε στην αγαπημένη του Τορίνο, την οποία και βοήθησε στη συνέχεια να επανέλθει στο Καμπιονάτο. Αφού πέρασε από πολλές ημι-επαγγελματικές και ερασιτεχνικές ομάδες, ο Τζιανλουίτζι Λεντίνι κρέμασε τελικά τα παπούτσια του στα 43 του.

Σήμερα ζει στη γενέτειρα του, μια πόλη 29 χιλιόμετρα νότια του Τορίνο, έχει ανοίξει ένα μπαρ με τους φίλους του και εκεί περνάει τις μέρες του παίζοντας μπιλιάρδο ή παρακολουθώντας στην τηλεόραση τους αγώνες των δυο ομάδων που υποστηρίζει, αυτές δηλαδή που σημάδεψαν και την καριέρα του, τη Μίλαν και την Τορίνο. Αν και ξέρει καλά πως εκείνη τη μέρα του Αυγούστου του 1993 θα μπορούσε εύκολα να είχε χάσει τη ζωή του, είναι απλά αδύνατο να μη σκεφτεί και το πως θα εξελισσόταν η καριέρα του, αν δεν είχε βρεθεί εκτός γηπέδων για τόσους μήνες πάνω που αυτή είχε πάρει τα πάνω της: “Μετά από τόσα χρόνια δεν το σκέφτομαι αρκετά αλλά πιστεύω πραγματικά ότι θα μπορούσα να καταφέρω πολλά περισσότερα”. Η τελική αποτίμηση του πάντως δεν είναι αρνητική. “Ακόμα κι έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, νιώθω ότι έχω κάνει κάτι σημαντικό στη ζωή μου. Στο τέλος, αργά ή γρήγορα, το μπαλόνι πάντα ξεφουσκώνει και όλοι γίνονται ξανά κοινοί θνητοί”.