“I’m working on a dream
Though sometimes it feels so far away
I’m working on a dream
And I know it will be mine someday”
To ‘Working on a dream’ του Μπρους Σπρίνγκστιν κυκλοφόρησε το 2009 ως κομμάτι του ομώνυμου άλμπουμ και οι κριτικοί το χαρακτήρισαν “μια σπάνια και επίκαιρη στιγμή αμείλικτης αισιοδοξίας”. Η επιλογή των ανθρώπων της Αθλέτικ Μπιλμπάο να το χρησιμοποιήσουν τον περασμένο Απρίλιο, για να ‘ντύσουν’ το βίντεο που συνόδευε την ανανέωση της συνεργασίας τους με τον Γκαίθκα Γκαριτάνο, δεν θα μπορούσε να είναι πιο πετυχημένη.
Πρώτον γιατί ο ίδιος ο Γκαριτάνο είναι φανατικός οπαδός του ‘Boss’ (“Τα τραγούδια του έχουν σημαδέψει όλη μου τη ζωή” είχε αποκαλύψει πριν λίγα χρόνια), δεύτερον γιατί μετά από πολλούς δύσκολους μήνες η Αθλέτικ ζούσε επιτέλους τη δική της “σπάνια και επίκαιρη στιγμή αμείλικτης αισιοδοξίας” και τρίτον, γιατί αυτό που ζει ο Γκαριτάνο από τον Δεκέμβριο και μετά είναι πράγματι ένα όνειρο, σαν αυτό που έχουν εκατομμύρια οπαδοί σε όλο τον πλανήτη: Να καθοδηγήσουν κάποια στιγμή την αγαπημένη τους ομάδα.
Στη δική του περίπτωση μάλιστα, δεν ήταν απλά ένα όνειρο. Ήταν, σχεδόν, το πεπρωμένο του. Γεννημένος και μεγαλωμένος σε μια συνοικία που απείχε δέκα λεπτά από το προπονητικό κέντρο του συλλόγου, ο Γκαριτάνο αγάπησε και στήριξε την Αθλέτικ από μικρό παιδί αλλά οι δεσμοί του με αυτήν ήταν πολύ πιο δυνατοί από αυτούς ενός απλού οπαδού. Ο πατέρας του ήταν βοηθός προπονητή της Αθλέτικ, ο θείος του έπαιξε στην ομάδα για περισσότερα από δέκα χρόνια ενώ στο οικογενειακό του δέντρο υπάρχουν τρεις ακόμα άνθρωποι που υπηρέτησαν την ομάδα είτε ως παίκτες, είτε ως προπονητές! Σύμφωνα με τον ίδιο: “Όχι απλά γεννήθηκα κοντά στη Λεζάμα αλλά και όταν παντρεύτηκα το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αγοράσω ένα διαμέρισμα εκεί δίπλα, ώστε να μπορώ από το μπαλκόνι μου να βλέπω τα γήπεδα του προπονητικού κέντρου”.
Ο Γκαριτάνο έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην ακαδημία της ομάδας, πέρασε από όλα τα επίπεδα των παιδικών κατηγοριών και στα 18 του έκανε ντεμπούτο με την Μπιλμπάο Αθλέτικ, την 2η ομάδα του συλλόγου. Το ποδοσφαιρικό του όνειρο όμως σταμάτησε κάπου εδώ, αφού ποτέ δεν κρίθηκε ικανός να προωθηθεί στην πρώτη ομάδα. Παραδόξως, η μοναδική εμφάνιση του με τη φανέλα της Αθλέτικ έγινε σε ευρωπαϊκό παιχνίδι, όταν το φθινόπωρο του 1997 μπήκε αλλαγή στα τελευταία λεπτά σε ένα εκτός έδρας παιχνίδι με τη Σαμπντόρια, για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ.
Δυο χρόνια μετά, πεπεισμένος πλέον ότι δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσει μια θέση στην πρώτη ομάδα, αποχώρησε από το Μπιλμπάο αλλά όχι και από τη Χώρα των Βάσκων. Μέσα στην επόμενη δεκαετία φόρεσε τη φανέλα της Έιμπαρ, της Ρεάλ Σοσιεδάδ και της Αλαβές και δέθηκε τόσο με την πρώτη που όταν αυτή χρειάστηκε έναν προπονητή για τη δεύτερη ομάδα της, στράφηκε άμεσα στον 34χρονο τότε πρώην μέσο της. Ο Γκαριτάνο αποδέχθηκε τη θέση και αυτόματα άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του.
Η πρώτη του μεγάλη ευκαιρία στους πάγκους ήρθε λίγα χρόνια μετά. Το 2012 η Έιμπαρ, που τότε έπαιζε στην 3η κατηγορία, έμεινε χωρίς προπονητή και από το να ψάξει για κάποιον ξένο, επέλεξε να τον προωθήσει στην πρώτη ομάδα. Το πείραμα αποδείχτηκε ανέλπιστα πετυχημένο. Μόλις στα 37 του ο Γκαριτάνο οδήγησε τους Βάσκους σε δυο συνεχόμενες ανόδους που τους έφεραν για πρώτη φορά στην ιστορία τους στην Πριμέρα Ντιβιζιόν. Η επιτυχία είναι ακόμα μεγαλύτερη απ’ότι φαίνεται, δεδομένου ότι η Έιμπαρ ξεκίνησε τη σεζόν της στη 2η κατηγορία ως ένα από τα φαβορί για να υποβιβαστεί!
Όπως αναμενόταν, η πρώτη χρονιά με τους ‘μεγάλους’ της Ισπανίας αποδείχτηκε πολύ δύσκολη για ένα σύλλογο που είχε κερδίσει τον τίτλο “η μικρότερη ομάδα που αγωνίζεται ποτέ στην πρώτη κατηγορία”. Παρά τον εξαιρετικό πρώτο της γύρο, η Έιμπαρ τερμάτισε 18η, χάνοντας την παραμονή στην ισοβαθμία. Οι Βάσκοι μπορεί να γλίτωσαν αργότερα τον υποβιβασμό (έπεσε στη θέση της η Έλτσε λόγω οικονομικών προβλημάτων), αλλά ο Γκαριτάνο είχε ήδη δηλώσει την παραίτηση του. Μετά από δυο αποτυχημένα περάσματα από τη Βαγιαδολίδ και τη Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, ο Βάσκος προπονητής επέστρεψε στις ρίζες του το 2017, αναλαμβάνοντας την δεύτερη ομάδα της Αθλέτικ, αυτήν από την οποία ξεκίνησε δηλαδή την καριέρα του. Το μεγάλο βήμα προς την πρώτη ομάδα που δεν ήρθε ποτέ ως παίκτης, ήρθε τελικά ως προπονητής.
Η Μπιλμπάο ξεκίνησε την περσινή σεζόν τραγικά και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί τον Δεκέμβριο κάτω από τη ζώνη του υποβιβασμού, με 1 μόνο νίκη σε 14 παιχνίδια! Η σκέψη ότι τα ‘Λιοντάρια’ μπορεί να πέσουν για πρώτη φορά στην ιστορία τους παγιώθηκε σε όλη την πόλη, προκαλώντας φόβο αλλά και αρκετές συζητήσεις πάνω στο κλασικό θέμα των μεταγραφών και το αν πρέπει η ομάδα να αλλάξει ιδεολογία και να αγοράσει παίκτες που δεν έχουν σχέση με τη Χώρα των Βάσκων. Ευτυχώς για όλους στο Μπιλμπάο, αυτή η επίπονη συζήτηση δεν κράτησε πάρα πολύ και ο βασικότερος λόγος πίσω από αυτή την ανακούφιση ακούει στο όνομα Γκαίθκα Γκαριτάνο.
Ο 43χρονος Βάσκος προωθήθηκε έκτακτα στον πάγκο της πρώτης ομάδας στις αρχές Δεκεμβρίου και, όπως συνέβη και με την Έιμπαρ, τα αποτελέσματα ήταν άμεσα και εντυπωσιακά. Με τον Γκαριτάνο το Σαν Μαμές έγινε ξανά απόρθητο φρούριο (αυτή τη στιγμή μετράει 17 παιχνίδια χωρίς ήττα εντός έδρας) και αγωνιστική με την αγωνιστική η Αθλέτικ σκαρφάλωνε θέσεις στη βαθμολογία, φτάνοντας στο τέλος να διεκδικήσει ακόμα και την έξοδο στην Ευρώπη, την οποία έχασε στις λεπτομέρειες από την Εσπανιόλ. Η λέξη-κλειδί πίσω από αυτή την τρομερή μεταμόρφωση ήταν η “άμυνα”. Ο Γκαριτάνο ανέλαβε μια ομάδα με την 3η χειρότερη άμυνα της κατηγορίας, που δεχόταν φάσεις και γκολ με το τσουβάλι σε κάθε αγώνα, και κατάφερε μέσα σε πολύ μικρό διάστημα στο τέλος της σεζόν να έχει την 6η καλύτερη άμυνα της Ισπανίας.
Πιστή στην ιδιαίτερη φιλοσοφία της, παρά τον εφιάλτη που πήγε να ζήσει πέρσι, η Αθλέτικ αδιαφόρησε για τον μεταγραφικό χορό των εκατομμυρίων που έλαβε χώρα και αυτό το καλοκαίρι, και ολοκλήρωσε τις φετινές μεταγραφικές της κινήσεις ξοδεύοντας συνολικά… μηδέν (0) ευρώ. Μια επιλογή που καθόλου δεν στεναχώρησε τον Γκαριτάνο, που ξέρει καλύτερα από τους περισσότερους σε τι ομάδα βρίσκεται. Και μόνο η παρουσία του στον πάγκο του Σαν Μαμές άλλωστε είναι ένα όνειρο γι’αυτόν: “Είναι τεράστια τιμή για μένα, ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε. Από την άλλη βέβαια υπάρχει και η ανάλογη πίεση αφού όλοι μου οι φίλοι, η οικογένεια μου και η γυναίκα μου είναι κανονικοί οπαδοί. Οπότε είναι πολύ δύσκολο για μένα όταν χάνουμε ένα παιχνίδι και πρέπει να γυρίσω σπίτι και να δω τη γυναίκα και τα παιδιά μου στεναχωρημένους. Κάποιες φορές είναι αρκετά δύσκολο να είσαι και προπονητής και οπαδός ταυτόχρονα”.
Για την ώρα το όνειρο αυτό δεν λέει να τελειώσει. Η Αθλέτικ ξεκίνησε τη νέα σεζόν φουριόζα, όπως ακριβώς ολοκλήρωσε την προηγούμενη δηλαδή. Πέντε αγωνιστικές μετά την πρώτη σέντρα της χρονιάς βρίσκεται στην κορυφή της βαθμολογίας, ισόβαθμη με τη Ρεάλ, μια θέση στην οποία μπορεί να παραμείνει για μερικές μέρες ακόμα, αφού το βράδυ της Τετάρτης αντιμετωπίζει εκτός έδρας την ουραγό Λεγανές.
Όπως ακριβώς και πέρσι, ο Γκαριτάνο έχει στηρίξει το πλάνο του στην άμυνα και αυτή δεν τον έχει απογοητεύσει. Το ασφυκτικό πρέσινγκ των παικτών του και η άψογη τακτική προσέγγιση τους στο αμυντικό σκέλος έχουν ‘στραγγαλίσει’ όλους τους αντιπάλους τους έως τώρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει υπάρξει ακόμα αγώνας στον οποίο οι Βάσκοι έχουν δεχτεί πάνω από 2 σουτ εντός εστίας! Η Αθλέτικ έχει μόλις 1 γκολ παθητικό σε 5 παιχνίδια, μια εκπληκτική επίδοση που τη φέρνει στην πρώτη θέση στα πέντε κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης, έχοντας αφήσει πίσω της ένα ματς με τη Μπαρτσελόνα και δυο τοπικά ντέρμπι με τη Ρεάλ Σοσιεδάδ και την Αλαβές.
Το πρωτάθλημα βέβαια βρίσκεται ακόμα στην αρχή του και όλοι γνωρίζουν πως το ντεφορμάρισμα των Ρεάλ, Μπαρτσελόνα και Ατλέτικο, πολύ δύσκολα θα κρατήσει για καιρό. Αυτό δεν μειώνει όμως την μέχρι τώρα επιτυχία της ομάδας του Γκαριτάνο, που πριν από 10 μόλις μήνες κοιτούσε πανικόβλητη τον πάτο της βαθμολογίας και συζητούσε για το ενδεχόμενο ενός ιστορικού υποβιβασμού, και τώρα βρίσκεται στην κορυφή του πίνακα για πρώτη φορά μετά το 1993, τότε που προπονητής της ήταν ο Γιουπ Χάινκες και στην δεύτερη ομάδα της έκανε ντεμπούτο ένας πιτσιρικάς που ονειρευόταν πως κάποτε θα την οδηγήσει στις επιτυχίες, ακούγοντας στο κασετόφωνο του τον Μπρους Σπρίνγκστιν να τραγουδάει “I’m working on a dream and I know it will be mine someday”.