Αν η σχέση σου με το ποδόσφαιρο δεν είναι τελείως επιφανειακή, το πιθανότερο είναι πως θα έχεις ακούσει αρκετές ιστορίες για ποδοσφαιριστές που κατάφεραν να φτάσουν στο υψηλότερο επίπεδο ενώ λίγα χρόνια πριν έμοιαζαν φαινομενικά καταδικασμένοι να ζήσουν μια δύσκολη ζωή, όπου το πάθος τους για τη μπάλα θα έπρεπε να συνδυαστεί με την ανάγκη τους για επιβίωση. Το γεγονός ότι οι ιστορίες αυτές διαδίδονται πολύ γρήγορα και μένουν εύκολα στη μνήμη, δεν σημαίνει ότι είναι πολλές και συνηθισμένες. Το ακριβώς αντίθετο. Από τους παίκτες που έχουν φτάσει τα τελευταία χρόνια να αγωνίζονται στις κορυφαίες ομάδες και να κερδίζουν για κάποιο αγωνιστικό λόγο την προσοχή του κόσμου, αυτοί που δεν έχουν προωθηθεί από το κλασικό μονοπάτι είναι στην πραγματικότητα απειροελάχιστοι. Επίσης, για κάθε Βάρντι που τα καταφέρνει με όλα τα δεδομένα εναντίον του υπάρχουν εκεί έξω χιλιάδες άλλοι που για διάφορους λόγους μένουν για πάντα κολλημένοι σε εξαντλητικά 24ωρα που προσπαθούν να χωρέσουν το ποδοσφαιρικό όνειρο τους και τις υποχρεώσεις μιας επίπονης, πολύωρης εργασίας.
Στη Γιουβέντους, για παράδειγμα, η μοναδική τέτοια περίπτωση στη σύγχρονη ιστορία είναι ο Μορένο Τοριτσέλι. H εμβληματική αυτή μορφή των «μπιανκονέρι» αγωνιζόταν στην 4η κατηγορία και έβγαζε τα προς το ζην δουλεύοντας ως ξυλουργός σε ένα εργοστάσιο, όταν η μοίρα (και το ποδοσφαιρικό μάτι του Τραπατόνι) τον έστειλε σε χρόνο ρεκόρ στη Σέριε Α και σε μια από τις μεγαλύτερες ομάδες του κόσμου. Συμπτωματικά ή όχι, την εποχή που ο “Τζεπέτο”, όπως ήταν το παρατσούκλι του για ευνόητους λόγους, αποχωρούσε από τη Γιούβε, δηλαδή τον Ιούνιο του 1998, γεννιόταν λίγο έξω από το Τορίνο ο Φεντερίκο Γκάτι.
Ο μικρός Φεντερίκο εντάχθηκε στις ακαδημίες της Τορίνο σε ηλικία 7 ετών αλλά είδε την πόρτα της εξόδου μερικά χρόνια αργότερα όταν οι υπεύθυνοι αποφάνθηκαν πως δεν είναι αρκετά καλός για να προαχθεί στα εφηβικά τμήματα. Για να μην εγκαταλείψει πρόωρα το όνειρο του, πήγε στη γειτονική Αλεσάντρια αλλά κι εκεί σύντομα κατάλαβε πως κανένας δεν πιστεύει ότι μπορεί να τα καταφέρει. Λίγο πριν την ενηλικίωση, τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο ζόρικα.
Ο πατέρας του απολύθηκε ξαφνικά από τη δουλειά του και ο μόνος τρόπος για να τα βγάλει πέρα η οικογένεια ήταν να βρεθεί μια νέα πηγή εισοδήματος. Ο Φεντερίκο, ως γεροδεμένο μοναχοπαίδι που λάτρευε τον πατέρα του, βγήκε στη γύρα ψάχνοντας για οποιαδήποτε εργασία και τα επόμενα χρόνια κύλησαν με τον έφηβο να συνδυάζει κάθε μέρα τις βραδινές προπονήσεις με αρκετές ώρες σκληρής σωματικής δουλειάς.
“Δεν ήταν καθόλου εύκολα εκείνα τα χρόνια αλλά σίγουρα μου δίδαξαν κάποια πράγματα και συντέλεσαν στο να γίνω αυτό που είμαι σήμερα” αποκάλυψε πρόσφατα σε κάποιες από τις πολλές συνεντεύξεις που κλήθηκε να δώσει. “Δούλεψα στην οικοδομή, στις λαϊκές, σε επισκευές. Κουβαλούσα κιβώτια με φρούτα και λαχανικά, έχτιζα, έφτιαχνα παράθυρα, επιδιόρθωνα σκεπές. Έκανα ό,τι μπορούσα να κάνω για να βγάλω λεφτά. Ξυπνούσα ξημερώματα και τις μέρες που έκανε παγωνιά ήταν μια κόλαση. Αναγκαστικά έκανα προπόνηση μόνο το βράδυ. Δεν υπήρχε όμως άλλη επιλογή. Η οικογένεια είναι πάνω από όλα. Ο πατέρας μου έκανε τόσες θυσίες για μένα, έπρεπε με κάποιο τρόπο να του το ανταποδώσω”.
Οι συνεντεύξεις δεν δόθηκαν φυσικά γιατί είναι καλός γιος και εργατικό παιδί. Ο Φεντερίκο Γκάτι είναι τις τελευταίες μέρες ένα από τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Με τα γκολ που πέτυχε σε διάστημα μιας εβδομάδας, απέναντι στη Μόντσα (στο 93′) και στη Νάπολι (το μοναδικό του αγώνα), χάρισε στη Γιουβέντους δυο πολύ σημαντικές νίκες που την κρατάνε σε απόσταση βολής από την κορυφή του Καμπιονάτο. Σε μια ομάδα που σκοράρει δύσκολα και κερδίζει σχεδόν πάντα τα παιχνίδια στο νήμα (και οι έξι τελευταίες της νίκες ήταν με διαφορά ενός γκολ) τα δυο τέρματα του 25χρονου σέντερ μπακ αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη αξία. Ειδικά αν αναλογιστούμε τη θέση του αλλά και την προϊστορία του.
Ένας αμυντικός που ως τα 21 του έπαιζε στις ερασιτεχνικές κατηγορίες και ζούσε κυρίως χάρη στα χρήματα από τις χαμαλοδουλειές βρέθηκε πριν καν κλείσει τα 24 του να υπογράφει συμβόλαιο με τη Γιουβέντους! Μια χρονιά στη Serie D με τη Βερμπάνια, μια στη Serie C με τη Προ Πάτρια, μια στη Serie B με τη Φροζινόνε και από πέρσι στα μεγάλα σαλόνια με τα ασπρόμαυρα της «Μεγάλης Κυρίας» αλλά και τα μπλε της εθνικής Ιταλίας. Ο ορισμός της σταθερής ανέλιξης.
Η πρώτη χρονιά στο υψηλότερο επίπεδο λειτούργησε ως σεζόν προσαρμογής, με τον πανύψηλο αμυντικό να κερδίζει αργά αλλά σταθερά χρόνο συμμετοχής στο Καμπιονάτο, στο Τσάμπιονς Λιγκ και αργότερα στο Γιουρόπα. Η φετινή, δεύτερη χρονιά μοιάζει να είναι αυτή της καθιέρωσης. Από τα 15 παιχνίδια έχει ξεκινήσει βασικός στα 12, έχει βγάλει το 90λεπτο σχεδόν σε όλα, είναι από τους πιο σταθερούς παίκτες της ομάδας και έχει καταφέρει να βρει δίχτυα τρεις φορές, ένα νούμερο που όπως είπαμε σε αυτή την ομάδα του Αλέγκρι κάνει τη διαφορά. Μόνο ο Κιέζα (4) και ο Βλάχοβιτς (5) έχουν σκοράρει περισσότερο από αυτόν έως τώρα.
Η ξαφνική φήμη που έχει αποκτήσει, το ενδιαφέρον ξένων ομάδων και τα εγκωμιαστικά λόγια που ακούει (“Είναι ένας Κιελίνι με τα πόδια του Μπονούτσι” είχε τολμήσει να δηλώσει ο τεχνικός διευθυντής της Φροζινόνε όταν έκλεισε η μεταγραφή στη Γιούβε) δεν φαίνεται να επηρεάζουν ιδιαίτερα τον Αλέγκρι: “Η βελτίωση του είναι τρομερή αναμφίβολα. Μην ξεχνάμε ότι πριν τρία χρόνια έπαιζε στην 3η κατηγορία. Είναι πολύ επικίνδυνος στην αντίπαλη περιοχή αλλά ξέρει πολύ καλά ότι πρέπει να βελτιωθεί κι άλλο αμυντικά και κοντά αλλά και μακριά από την εστία. Καθημερινά στην προπόνηση μου δείχνει ότι έχει τη διάθεση να δουλέψει κι άλλο, οπότε πιστεύω ότι θα θα γίνει καλύτερος.”
Ο ίδιος αποφεύγει να υιοθετήσει τόσο βαριές κουβέντες: “Εντάξει, αυτές είναι υπερβολικές συγκρίσεις. Πώς μπορώ να συγκριθώ με παίκτες σαν κι αυτούς; Εγώ ακόμα είμαι στο ξεκίνημα. Ο Κιελίνι πάντως είναι σίγουρα μια πηγή έμπνευσης μου. Ειδικότερα η νοοτροπία που έχει, αυτή η διάθεση να μην εγκαταλείπεις ποτέ.” Αν και βρίσκεται ακόμα στην αρχή της επαγγελματικής καριέρας του ο Γκάτι έχει επιβεβαιώσει πως ούτε αυτός τα παρατάει εύκολα. “Ο τρόπος παιχνιδιού μου και η νοοτροπία μου είναι επηρεασμένα από τον πατέρα μου αλλά και από τον θυμό που έχω μέσα μου από εκείνα τα χρόνια που όλοι με απέρριπταν.” Λίγο μετά το κρίσιμο γκολ του απέναντι στη Νάπολι την Παρασκευή μια κάμερα τον κατέγραψε να δείχνει προς την κερκίδα, εκεί που καθόταν ο πατέρας του. Οι θυσίες του κυρίου Λουντοβίκο Γκάτι δεν πήγαν χαμένες.