Αν ανοίξει κάποιος τη λίστα με τους πρώτους σκόρερ της Λα Λίγκα θα δει τα κλασικά γνωστά ονόματα στις τρεις πρώτες θέσεις. Μέσι, Μπενζεμά και Σουάρες έχουν σκοράρει τα περισσότερα γκολ στο πρωτάθλημα. Ακριβώς μετά από αυτούς όμως, υπάρχει ένα παντελώς άγνωστο όνομα. Αυτό του Λουίς Εζεκιέλ Άβιλα. Ο Αργεντινός έχει σκοράρει 8 γκολ στα τελευταία 8 παιχνίδια της Οσασούνα που βρίσκεται περίπου στη μέση της βαθμολογίας πριν τον αγώνα της Κυριακής με τη Βαγιαδολίδ, οδηγώντας τη στη σωτηρία, κάτι όχι αυτονόητο για μια ομάδα που ανέβηκε και πάλι φέτος στην Πριμέρα. Ο Άβιλα έχει συνολικά συμμετοχή σε 12 γκολ της Οσασούνα στα 19 ματς που έχει αγωνιστεί φέτος. Διόλου ευκαταφρόνητο.
Και μπορεί να είναι από την ποδοσφαιρομάνα Αργεντινή και την ακόμα πιο ποδοσφαιρομάνα πόλη του Ροσάριο (πατρίδα μεταξύ άλλων και του Λιονέλ Μέσι), το όνομά του όμως δεν ήταν ποτέ σε κάποια από τις λίστες με ταλέντα που θα εκπλήξουν τον κόσμο, δεν σφάχτηκαν μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες γι’ αυτόν. Ο “Τσίμυ”, όπως είναι το παρατσούκλι του από τη σάλτσα τσιμιτσούρι (μια αργεντίνικη σάλτσα που περιλαμβάνει μαϊντανό, σκόρδο, ρίγανη, ελαιόλαδο και συχνά προστίθεται κόκκινη πιπεριά), μεγάλωσε στο Εμπάλμε Γκρανέρος, μια γειτονιά στα βορειοανατολικά του Ροσάριο. Δυστυχώς, σε αυτή την περιοχή δεν έχει φτάσει ακόμα ο 21ος αιώνας για τους περισσότερους. Πολλοί από τους χιλιάδες κατοίκους δεν έχουν πόσιμο νερό και ηλεκτρικό ρεύμα, το σύστημα αποχέτευσης υπολειτουργεί, τα χαντάκια είναι γεμάτα σκουπίδια που σπάνια συλλέγονται και μια άσχημη μυρωδιά είναι αισθητή. Όπως είναι σύνηθες, η εγκληματικότητα ζει και βασιλεύει.
«Είμαι από μια ταπεινή γειτονιά κι από μια οικογένεια που έκανε μεγάλες θυσίες. Είχα δυο μονοπάτια. Το ένα, το σκοτεινό που οδηγεί στο έγκλημα και τα ναρκωτικά και το άλλο που πρέπει να δουλέψεις και να δουλέψεις. Ο πατέρας μου με δίδαξε ότι αυτός που δεν ξέρει από πού προέρχεται, δεν ξέρει πού πάει».
Ο Τσίμυ εκτός των άλλων είχε να αντιμετωπίσει και το χωρισμό των γονιών του όταν ήταν μικρός, η μητέρα του αναγκάστηκε να μεγαλώσει εννιά παιδιά. Ήταν μια γυναίκα-μαχητής όμως που δεν το έβαλε κάτω και προσπάθησε να κρατήσει τα παιδιά στο σωστό δρόμο. Όπως ο ίδιος ο Άβιλα δηλώνει, σε αυτό το μέρος είτε θα γινόταν εγκληματίας, είτε ποδοσφαιριστής. Θα δούμε όμως στη συνέχεια ότι η γραμμή μεταξύ των δύο ήταν λεπτή. Όταν ήταν τριών ετών, ο Άγιος Βασίλης, που φαίνεται ότι φτάνει ακόμα και στις φτωχογειτονιές του Εμπάλμε Γκρανέρος για να δώσει χαρά στα παιδιά, του έφερε μια μπάλα. Από εκείνη τη στιγμή ο Εζεκιέλ έπαιζε μόνο με αυτή. Μια που τότε δεν είχε ακόμα αδερφό (οι τρεις αδερφοί του είναι μικρότεροι), χρέη τερματοφύλακα αναλάμβανε η μητέρα του, όταν δεν δούλευε ως καθαρίστρια. Όταν άρχισε να πηγαίνει σε ομάδα, έπαιρνε το ποδήλατο και έκανε για τριάντα λεπτά μια δύσκολη διαδρομή. Αργότερα έπαιζε στους μικρούς της Τίρο Φεντεράλ και δεν είχε πλέον ποδήλατο. Γι’ αυτό ζήτησε από το μικρό του αδερφό να του δανείσει το δικό του μεταφορικό μέσο. Ένα… άλογο. Το είχε κάνει δώρο ο παππούς και ο Τσίμυ μια που δεν είχε άλλο μέσο, το δανειζόταν και πήγαινε καβάλα για 20 λεπτά μέχρι να φτάσει στην προπόνηση. Όχι σαν πρίγκιπας βέβαια.
Ο Άβιλα πέρασε για ένα φεγγάρι και από τους μικρούς της Μπόκα, ενώ το ταλέντο του τον έφερε και για ένα εξάμηνο στην Ισπανία και την Εσπανιόλ στα 16 του, αλλά γύρισε τελικά στην Αργεντινή. Εκεί, βρήκε τις ευκαιρίες για να γίνει μέλος της πρώτης ομάδας της Τίρο Φεντεράλ. Τα πράγματα φαίνονταν να μπαίνουν σε μια σειρά κι οι προοπτικές μιας επαγγελματικής καριέρας άνοιγαν. Ώσπου το 2013 έγινε κάτι που του στοίχισε. Του στοίχισε δυο χρόνια ζωής, του στοίχισε δυο χρόνια καριέρας, του στοίχισε οικονομικά και ηθικά. Στην Τίρο Φεντεράλ είχε διαπιστωθεί ότι έλειπαν φανέλες και υλικό από την ομάδα. Ο σύλλογος ενημέρωσε την αστυνομία που σε μια πολύ περίεργη ιστορία συνέλαβε τον Τσίμυ ως διαρρήκτη της ίδιας του της ομάδας. Η λεπτή γραμμή μεταξύ εγκλήματος και ποδοσφαίρου που λέγαμε.
Από πιο χαρούμενες στιγμές
Ήταν μια δύσκολη στιγμή για τον Άβιλα. Ήταν ήδη παντρεμένος με τον παιδικό του έρωτα που γνώρισε στα 14 του και παντρεύτηκε στα 18 του, ενώ περίμενε ήδη το πρώτο του παιδί. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ της εποχής, ο πρόεδρος είχε ειδοποιήσει την αστυνομία και ο Άβιλα πιάστηκε ένα βράδυ που υποτίθεται προσπαθούσε να ληστέψει την ομάδα. Το μεγαλύτερο ταλέντο του συλλόγου ήταν πλέον κατηγορούμενο. Ο Τσίμυ είχε άριστες σχέσεις με τον πρόεδρο Κάρλος Ντάβολα, αλλά ήταν ο πρόεδρος που τον κατηγόρησε. Ο Άβιλα είχε συμβόλαιο για δυο χρόνια ακόμα, αλλά η ομάδα ούτε τον πλήρωνε, ούτε τον άφηνε να προπονηθεί. Κι όχι μόνο. Έδιωξαν από την ομάδα τον κουνιάδο του και τα δύο αδέρφια του που έπαιζαν κι αυτά ποδόσφαιρο.
Κάπως έτσι βρισκόταν χωρίς δουλειά, περιμένοντας την υπόθεση να καταλήξει δικαστικά και τη γυναίκα του να γεννήσει. Είχε φτάσει στα πρόθυρα της κατάθλιψης, έκλαιγε καθημερινά, πίστευε ότι δεν θα ξαναπαίξει ποτέ ποδόσφαιρο, βλέποντας παλιούς του συμπαίκτες στην τηλεόραση. Πήγε να δουλέψει στην οικοδομή μαζί με τον πατέρα του για να μπορεί να συντηρεί την οικογένειά του. Ο μάνατζέρ του κι η γυναίκα του τον στήριζαν. Του έδιναν κουράγιο. Η κορούλα του Ελουνέι γεννήθηκε υγιέστατη, αλλά στη συνέχεια, μάλλον εξαιτίας κάποιου επισκέπτη που μετέφερε μικρόβια, έπαθε μια σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού. Οι γονείς της την πήγαν στο νοσοκομείο, οι γιατροί είπαν ότι δεν υπήρχε λόγος ανησυχίας, αλλά η κατάσταση επιδεινώθηκε. Ξαφνικά, η Ελουνέι έδινε μάχη για τη ζωή της, ο Άβιλα ήταν επί της ουσίας άνεργος κι αναζητούσε χρήματα για φάρμακα. Ο σύλλογος των ποδοσφαιριστών τον βοήθησε, αλλά η κόρη του είχε τόσο σοβαρά καρδιοαναπνευστικά προβλήματα που ήταν σε πολύ κρίσιμη κατάσταση, οι πιθανότητες δεν ήταν υπέρ της. Ο ίδιος προσπαθούσε να βοηθήσει όπως μπορούσε, έκανε καθημερινά 30 χιλιόμετρα με το ποδήλατο για να πάει στη δουλειά, μια που τα χρήματα έφταναν για να ένα εισιτήριο για το λεωφορείο για τη γυναίκα του. Δηλώνει ότι η πίστη του στη θρησκεία τον βοήθησε, οι γιατροί είπαν ότι η ανάρρωση της κόρης του ήταν ένα θαύμα. Όπως και να ‘χει, εκείνη η δύσκολη περίοδος πέρασε κι η μικρούλα θεραπεύτηκε.
Η μπαλαδόφατσα. Δίπλα ο “Τσίμυ”.
Τελικά, απέκτησε την ελευθέρας του από την Τίρο Φεντεράλ, πήγε στο Σιάτλ και τους Σάουντερς, αλλά ένας τραυματισμός στον αστράγαλο του έκοψε την καριέρα εκεί. Επέστρεψε στην Αργεντινή και το 2015 πήγε στη Σαν Λορένσο, χάρη και στα καλά λόγια του Άνχελ Κορέα που ήξερε τον Τσίμυ από την Τίρο Φεντεράλ. Δοκιμάστηκε στη Β’ ομάδα και μετά ανέβηκε και στην πρώτη. Εκεί έπαιξε κυρίως υπό τις οδηγίες του Εντγκάρντο Μπάουσα, έγινε πολύ φίλος με το Νέστορ Ορτιγκόσα και κυρίως γνώρισε από κοντά τον τερματοφύλακα Λέο Φράνκο. Αυτή η γνωριμία θα του άλλαζε τη ζωή. Ο Τσίμυ δεν μάγεψε στην ομάδα του Μποέδο, έπαιξε σε 27 παιχνίδια και σκόραρε μόλις μία φορά. «Χρωστάω πολλά στη Σαν Λορένσο, ήταν η ομάδα που μου έδωσε την ευκαιρία να γίνω ξανά επαγγελματίας», δήλωσε σε συνέντευξή του στην Clarin. Κι η καριέρα του σίγουρα δεν θα είχε φτάσει εδώ που είναι σήμερα, αν ο Λέο Φράνκο στα 40 του σχεδόν δεν έπαιζε μια χρονιά ακόμα στην Ουέσκα της Ισπανίας. Ο σύλλογος τον έκανε και προπονητή κι ο Φράνκο που πίστευε πολύ στο ταλέντο του Άβιλα, τον πήρε στην Ισπανία δανεικό. Ο Τσίμυ ήταν αποφασισμένος αυτή τη φορά να πετύχει. Πρώτα έπρεπε να πείσει τη γυναίκα του, που φοβάται τα αεροπλάνα. Αφού κέρδισε την πρώτη μάχη, συνέχισε ποδοσφαιρικά. Στην πρώτη του χρονιά σκόραρε 7 φορές και ήταν βασικός συντελεστής στην άνοδο της ομάδας στην Πριμέρα. Ο κόσμος φώναζε το όνομά του ρυθμικά, την ώρα που ηλικιωμένοι κάτοικοι της πόλης έκλαιγαν από χαρά για την άνοδο. Ο Άβιλα έγινε είδωλο του συλλόγου. Έφτασε στο σημείο να μαζέψει πάνω από 300 φιλάθλους της Ουέσκα στο αγαπημένο του κρεοπωλείο για να υπογράψει εκεί αυτόγραφα, καθώς αγόραζε κρέας για τα μπάρμπεκιου που έκανε (λογικά με τσιμιτσούρι).
Την επόμενη σεζόν, η Ουέσκα επέκτεινε το δανεισμό κι αυτός, αντιμέτωπος με τους κορυφαίους παίκτες στην Ισπανία, τα πήγε ακόμα καλύτερα. Σκόραρε 10 φορές, μόχθησε, αλλά η Ουέσκα τερμάτισε 19η και υποβιβάστηκε. Μέσα σε όλα, απαλλάχθηκε και στη δικαστική διαμάχη για εκείνη την περιβόητη απόπειρα ληστείας. Οι εμφανίσεις του όμως τον έκαναν στόχο για αρκετούς συλλόγους. Η Οσασούνα έδωσε ένα σημαντικό ποσό και τον αγόρασε από τη Σαν Λορένσο. Παρά το ενδιαφέρον άλλων ομάδων, ανάμεσά τους κι η Σεβίλλη, ο Τσίμυ επέλεξε τους Βάσκους. «Για μένα τη μεγαλύτερη σημασία έχει να είναι καλά η οικογένειά μου και να είναι ήρεμη. Αυτό είναι πάνω από τα χρήματα», είπε δικαιολογώντας την επιλογή του για την ομάδα από την Παμπλόνα.
Μαζεμένο σορτσάκι ψηλά σαν να είναι ο Νίκος Γκάλης το 1987 και πάθος μέχρι τέλους.
Ο Άβιλα δεν είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσμου. Είναι αυτός που δίνει τα πάντα μέσα στο χορτάρι, το διασκεδάζει όσο δεν πάει άλλο και δεν απογοητεύεται ποτέ. Κάθε γκολ είναι φαγητό για τις κόρες του, όπως έχει πει. Είναι από τους πιο γρήγορους στη Λίγκα και γράφει πολλά χιλιόμετρα πιέζοντας και τρέχοντας. Μπορεί να μην είναι ψηλός, αλλά είναι πολύ δυνατός [όπως λέει ο ίδιος, όταν δούλευε οικοδομή, του έδιναν τη βαριά και έσπαγε τοίχους] και δεν μασάει από χτυπήματα. Παίζει συχνά μαζεύοντας τα μπατζάκια από το σορτσάκι, έτσι λέει έπαιζε μικρός, χωρίς φανέλα και με το σορτσάκι μαζεμένο. Και πανηγυρίζει κάθε γκολ του, πάντα χαιρετώντας στρατιωτικά μετά. Είναι κάτι που του ζητήσανε οι κόρες του να κάνει, γιατί είναι ο “κομαντάντε” μέσα στο σπίτι και αυτές τον χαιρετάνε πάντα έτσι. Στη ζωή του άλλωστε, τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα είναι γυναίκες. Η μητέρα του, η γυναίκα του και οι δυο κορούλες του. “Στη ζωή δεν μου χάρισαν τίποτα”, λέει σε μια από τις συνεντεύξεις του. Το όνομά του ακούστηκε για την Ατλέτικο, αλλά με όλα όσα πέρασε και τις μάχες που κέρδισε στη ζωή του, ακόμα κι αν δεν κληθεί ποτέ στην εθνική Αργεντινής ή δεν πάει σε μεγαλύτερο ομάδα, θα είναι ένας νικητής.