Η μέρα που ο Ροναλντίνιο «κρέμασε» τον Σίμαν

Το βράδυ του Σαββάτου ένα από τα σπουδαιότερα φιλικά αυτών των ημερών θα διεξαχθεί στο Γουέμπλεϊ. Εκεί η Αγγλία θα υποδεχτεί τη Βραζιλία, σε μια αναμέτρηση που μπορεί να μην θεωρείται κλασική αλλά σίγουρα συμπεριλαμβάνεται στις πιο ελκυστικές του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Σήμερα θα κάνουμε μια βουτιά στο παρελθόν, θα προσπεράσουμε τα διάφορα φιλικά που έπαιξαν τα προηγούμενα χρόνια και θα θυμηθούμε την τελευταία φορά που συναντήθηκαν σε επίσημο παιχνίδι.

21 Ιουνίου 2002. Στην πόλη Σιζουόκα της Ιαπωνίας ξεκινάει η φάση των προημιτελικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου και το ορεκτικό τυχαίνει να είναι και το πιο πολυαναμενόμενο ματς του διημέρου εκείνου. Μόνο που αντί για ορεκτικό εδώ μιλάμε ξεκάθαρα για πρωινό, αφού ο αγώνας ξεκίνησε στις 7.30 το πρωί ώρα Αγγλίας. Για χάρη του ποδοσφαίρου οι περισσότερες επιχειρήσεις επέτρεψαν στους εργαζόμενους τους να πάνε λίγο πιο αργά στη δουλειά τους εκείνη τη μέρα ενώ κάποιες από αυτές, για να τους πείσουν τουλάχιστον να είναι στο χώρο εργασίας, έβαλαν τηλεοράσεις στα γραφεία και οργάνωσαν πρωινά πάρτι. Κάτι αντίστοιχο έγινε και στα σχολεία, όπου τοποθετήθηκαν τηλεοράσεις σε ανοιχτούς χώρους για να μη χρειαστεί να κάνουν κοπάνα οι μαθητές για να δούνε το παιχνίδι. Για όλους τους υπόλοιπους, περισσότερες από 25.000 παμπ και μπαρ άνοιξαν έκτακτα από τις 7 το πρωί για να υποδεχτούν αγουροξυπνημένους πελάτες που έμπαιναν για πρώτη φορά στην άβολη διαδικασία να διαλέξουν ανάμεσα σε μπύρα ή καφέ για συνοδευτικό ενός μεγάλου ματς (σύμφωνα με τα ρεπορτάζ πολλοί προτίμησαν τη μπύρα κι ας μην είχαν φύγει ακόμα οι τσίμπλες από τα μάτια).

Από τη μια πλευρά του προημιτελικού βρισκόταν η Βραζιλία του Λουίς Φελίπε Σκολάρι και των «Τριών Ρ», όπως έμεινε τελικά γνωστή. Τα κατορθώματα των Ρονάλντο-Ριβάλντο-Ροναλντίνιο στα γήπεδα της Ασίας λογικά τα θυμούνται όλοι όσοι τα έζησαν. Αυτό που όμως αρκετοί πιθανόν να μην έχουν συγκρατήσει, γιατί τέτοιες λεπτομέρειες ξεχνιούνται με την πάροδο του χρόνου και την έλευση της κλασικής παρελθοντολατρείας, είναι ότι η «σελεσάο» με εκείνο το τρομερό ρόστερ δεν πήγε στη διοργάνωση ως ένα από τα μεγαλύτερα φαβορί (δεν ήταν καν στο Τοπ-3) αλλά ως μια προβληματική ομάδα ικανή για το καλύτερο αλλά και το χειρότερο.

Η κατάσταση στο εσωτερικό της ομάδας ήταν τόσο άσχημη που στα προκριματικά της Ν. Αμερικής που είχαν προηγηθεί είχε κινδυνέψει για πρώτη φορά να μείνει ακόμα και εκτός Μουντιάλ καθώς έκανε 6 ήττες! Η ομοσπονδία αναγκάστηκε να αλλάξει τρεις προπονητές στη διάρκεια των προκριματικών για να καταφέρει τελικά μόλις την τελευταία αγωνιστική να πάρει την πρόκριση (τερματίζοντας πίσω ακόμα και από το Εκουαδόρ) και να αποφύγει την αδιανόητη ξεφτίλα να δει το τουρνουά από την τηλεόραση. Αυτή θα ήταν η δεύτερη τεράστια σφαλιάρα μέσα σε ένα χρόνο, αφού το προηγούμενο καλοκαίρι είχε καταφέρει να αποκλειστεί από τα προημιτελικά του Κόπα Αμέρικα από την Ονδούρα, με ένα 2-0 που έχει μείνει στην ιστορία ως μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις του τουρνουά.

Ένας από τους βασικότερους λόγους που η εθνική βρισκόταν σε τέτοια κρίση ήταν και η κατάσταση της διάσημης τριάδας των «Ρ». Ο Ρονάλντο για την ακρίβεια δεν υπήρχε καν. Το διάστημα από το 1999 έως την πρώτη σέντρα του Μουντιάλ οι τραυματισμοί είχαν σακατέψει τα πόδια του και είχαν παγώσει για τα καλά την καριέρα του. Από το φθινόπωρο του 1999 μέχρι λίγο καιρό πριν την έναρξη του Μουντιάλ, δεν είχε παίξει ούτε ένα ματς με την εθνική ομάδα και κανένας δεν ήξερε σίγουρα αν θα μπορέσει κάποτε να επανέλθει σε υψηλά στάνταρ. Ο Ροναλντίνιο από την άλλη ήταν ωσεί παρών. Αν και θεωρητικά βρισκόταν σε ανοδική πορεία σε συλλογικό επίπεδο, οι εμφανίσεις του στα προκριματικά ήταν ελάχιστες και όχι ιδιαίτερα εκθαμβωτικές. Έτσι, όλο το βάρος έπεφτε στον Ριβάλντο που όμως χωρίς σοβαρά στηρίγματα δίπλα του αδυνατούσε να κάνει τη διαφορά. Οι Βραζιλιάνοι τον κατηγορούσαν πως έδινε μεγαλύτερη έμφαση στην καριέρα του με τη Μπαρτσελόνα, αδιαφορώντας για την εθνική, και έφτασαν ακόμα και να τον αποδοκιμάσουν έντονα σε ένα από τα τελευταία παιχνίδια των προκριματικών. Ο «Ρίμπο» εξοργίστηκε από τις αντιδράσεις και απείλησε ότι δεν θα αγωνιστεί ξανά με την εθνική, απόφαση που τελικά πήρε πίσω μετά από πιέσεις του Σκολάρι, που είχε κληθεί εσπευσμένα ένα χρόνο πριν το Μουντιάλ να σώσει την κατάσταση.

Όχι πως ο «Μπιγκ Φιλ» περνούσε καλύτερες μέρες από το 10αρι του. Μπορεί η Βραζιλία να εξασφάλισε έστω και καθυστερημένα την πρόκριση αλλά η κριτική που δεχόταν από τα ΜΜΕ και τον κόσμο ήταν τεράστια. Η ομάδα κέρδιζε με το ζόρι, είχε σοβαρά προβλήματα στο επιθετικό κομμάτι και στον τομέα του θεάματος και, το χειρότερο όλων, ο προπονητής της σχεδόν ειρωνευόταν τις εκκλήσεις όλων για ένα λίγο πιο ελκυστικό ποδόσφαιρο. “To επιθετικό ποδόσφαιρο ανήκει στο παρελθόν. Αν χρειάζεται να παίξουμε άσχημα για να κερδίσουμε θα το κάνουμε” δήλωνε με στόμφο ο προπονητής που στο παρελθόν είχε κατηγορήσει τους παίκτες του ότι δεν κάνουν αρκετές καθυστερήσεις όταν νικάνε ενώ δεν είχε διστάσει ακόμα και να πετάξει ο ίδιος μπάλες στον αγωνιστικό χώρο για να ανακόψει τον ρυθμό των αντιπάλων.

Παρά τις αδυναμίες και την ιδιορρυθμία του, ο Σκολάρι αποδείχτηκε κομβικός στο να εμφανιστεί η Βραζιλία μεταμορφωμένη εκεί που έπρεπε, δηλαδή στα γήπεδα της Ασίας. Η επιλογή του να παίξει 3-5-2 διόρθωσε αρκετά από τα προβλήματα που εμφάνισε η «σελεσάο» τα προηγούμενα χρόνια ενώ η επιμονή του στην κλήση συγκεκριμένων παικτών και στη μη κλήση άλλων δικαιώθηκε πανηγυρικά. Η επιλογή και στήριξη του ξεκάθαρα ανέτοιμου Ρονάλντο είχε προκαλέσει πολλές συζητήσεις (που κατέληξαν σε μια επική ατάκα σε μια συνέντευξη τύπου, όταν σε ερώτηση γιατί τον κάλεσε ενώ δεν ξέρει αν θα είναι 100% έτοιμος, ο μυστακοφόρος τεχνικός απάντησε “Γιατί είμαι τρελός”!) ενώ η απόρριψη του αγαπημένου του λαού Ρομάριο, τον έφερε για πολλοστή φορά στο στόχαστρο. Και μιλάμε κυριολεκτικά, αφού οι εξαγριωμένοι θαυμαστές του επιθετικού του την έπεφταν φραστικά σε κάθε ευκαιρία ενώ μια φορά έφτασαν ακόμα και να προξενήσουν ζημιές στο αμάξι του!

Χωρίς τις παραξενιές και τη φημισμένη απειθαρχία του Ρομάριο, η τριπλέτα της επίθεσης λειτούργησε άψογα στα πρώτα παιχνίδια της διοργάνωσης, εκμεταλλευόμενη και το γεγονός ότι οι αντίπαλοι στον όμιλο ήταν αρκετά βατοί. Δυο γκολ στους Τούρκους, τέσσερα απέναντι στους Κινέζους, πέντε με την Κόστα Ρίκα και ένα ζόρικο αλλά αποτελεσματικό 2-0 επί του Βελγίου στη φάση των 16, ανέβασαν γρήγορα τους Βραζιλιάνους πιο ψηλά στη λίστα με τα φαβορί, ειδικά μετά τους σοκαριστικούς αποκλεισμούς της Γαλλίας και της Αργεντινής. Ρονάλντο και Ριβάλντο ήταν σε μεγάλα κέφια και με τα γκολ και τις ατομικές εμπνεύσεις τους αλλά και τη συνδρομή του νεαρού Ροναλντίνιο (που ως τότε δεν είχε τον ίδιο πρωταγωνιστικό ρόλο με τους άλλους δυο) έβρισκαν τρόπο να καμουφλάρουν τις υπόλοιπες αδυναμίες του συνόλου. Η συνάντηση με την Αγγλία στα προημιτελικά έδειχνε πως είναι το τελευταίο μεγάλο εμπόδιο πριν τον τελικό.

Μια Αγγλία που είχε κι αυτή τα δικά της θέματα. Θέματα τόσο βρετανικά που αν είχαν γεύση σίγουρα θα ήταν μια ανάμειξη από μπέικον, φασόλια, λουκάνικο και μπύρα. Χαρακτηριστικά, τα δυο πιο μεγάλα ζητήματα λίγο πριν την έναρξη του Μουντιάλ ήταν το πόδι του Μπέκαμ και τα γκομενικά του Έρικσον. Για το πρώτο, η ανησυχία και ο ντόρος δεν ήταν κάτι παράλογο. Στα 27 του ο μέσος της Γιουνάιτεντ ήταν το μεγάλο αστέρι της εθνικής και ο κόσμος στήριζε πολλά πάνω του. Όταν στις αρχές Απριλίου χτύπησε σοβαρά στο πόδι σε έναν αγώνα Τσάμπιονς Λιγκ με τη Ντεπορτίβο λα Κορούνια, στα αγγλικά ΜΜΕ σχεδόν κόπηκαν εκτάκτως όλες οι άδειες. Τα πρώτα ιατρικά ρεπορτάζ έλεγαν πως ο τραυματισμός είναι τόσο σοβαρός που μπορεί να χάσει και το Μουντιάλ, μια σκέψη που τρομοκρατούσε τόσο τους Άγγλους που για αρκετές μέρες κυριαρχούσε η τόσο γραφική βρετανική θεωρία ότι δεν μπορεί να είναι τυχαίο που τον τραυμάτισε ο Άλντο Ντάσερ, ένας Αργεντινός αμυντικός. Άλλωστε το Αγγλία-Αργεντινή στους ομίλους ήταν το ματς που περίμεναν όλοι.

Τελικά ο Μπέκαμ πρόλαβε οριακά τη διοργάνωση (και πρωταγωνίστησε σε μια μικρή ιστορία εξιλέωσης με το εύστοχο πέναλτι στην Αργεντινή) χάρη στις προσπάθειες των γιατρών αλλά και τη θετική ενέργεια των συμπατριωτών του. Πώς εκφράστηκε αυτή; Με έναν άκρως αγγλικό τρόπο: Μια εφημερίδα κυκλοφόρησε με εξώφυλλο τη φωτογραφία του λαβωμένου ποδιού και προέτρεπε τους αναγνώστες της να ακουμπήσουν τα χέρια τους στη φωτογραφία και να προσευχηθούν για να επισπεύσουν την ανάρρωση του. (Ο ορισμός του «Δεν περιγράφω άλλο».)

Κι αν το να χαϊδεύεις τη φωτογραφία ενός ποδιού σε μια εφημερίδα δεν είναι αρκετά γραφικό για τα γούστα σας, υπάρχει πάντα και το θέμα που ανέκυψε με τον Σβεν Γκόραν Έρικσον. Ο Σουηδός προπονητής μπορεί να είχε κερδίσει την κοινή γνώμη με τις εμφανίσεις της εθνικής στα προκριματικά (ειδικότερα με εκείνη την αλησμόνητη πεντάρα μέσα στη Γερμανία) αλλά μερικές εβδομάδες πριν το μεγάλο ραντεβού τα τσιλημπουρδίσματα του ανησύχησαν τους Άγγλους. Για μερικές εβδομάδες το φλερτ του γόη Σουηδού με μια νεαρή παρουσιάστρια της Σουηδικής τηλεόρασης ήταν το βασικό θέμα σε πολλά πρωτοσέλιδα και όχι μόνο στις κίτρινες φυλλάδες.

«Ο Σβεν μάλλον έχει άλλα στο μυαλό του και όχι το 4-4-2» έγραφε μια από αυτές και συνόδευε τον τίτλο με ολόκληρη ανάλυση για το πώς μπορεί να επηρεαστεί η συγκέντρωση της ομάδας από το γεγονός ότι ο προπονητής της είχε επιβεβαιώσει τις φήμες που έλεγαν πως είναι μεγάλος γυναικάς. “Είπαν ότι η αδυναμία μου ήταν ότι μου αρέσουν οι γυναίκες. Σε ποιον δεν αρέσουν;” ωρυόταν μερικά χρόνια αργότερα ο Έρικσον. “Η γυναίκα με την οποία ήμουν τότε δεν ήταν παντρεμένη. Εγώ δεν ήμουν παντρεμένος. Σε όλες τις άλλες χώρες δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα με κάτι τέτοιο. Δεν είναι ότι έχασα κάποιον αγώνα ή κάποια προπόνηση γιατί είχα σχέση.”

Παρά τις ανησυχίες και τις υπερβολές των Άγγλων, η εθνική τους προχώρησε δίχως κανένα πρόβλημα ως τα προημιτελικά, χαρίζοντας μάλιστα μια μεγάλη χαρά στους συμπατριώτες της με τη νίκη και τον μετέπειτα πρόωρο αποκλεισμό της Αργεντινής. Μια πρόκριση επί των Βραζιλιάνων θα άνοιγε για τα καλά το δρόμο προς τον τελικό, αφού το άλλο ζευγάρι ήταν Τουρκία-Σενεγάλη. Αυτή ήταν η χρυσή ευκαιρία τους και η εμφάνιση τους στην αρχή του αγώνα δείχνει ότι το είχαν αντιληφθεί για τα καλά.

Με ένα κέντρο βγαλμένο από τα πινακάκια του Άλεξ Φέργκιουσον, με Μπατ, Σκόουλς και Μπέκαμ, και μια επίθεση πολύ γνώριμη στην περιοχή του Λίβερπουλ, με δίδυμο Όουεν και Χέσκι, η Αγγλία κλείδωσε για τα καλά τα αστέρια των Βραζιλιάνων, απειλήθηκε ελάχιστα ως καθόλου και κατάφερε να ανοίξει και το σκορ στο 23′ όταν ο εξαιρετικός κατά τα άλλα Λούσιο έκανε λάθος υπολογισμό και ουσιαστικά χάρισε στον Όουεν ένα τετ-α-τετ από το πουθενά. Η Αγγλία μπήκε μπροστά και έδειχνε να έχει το πάνω χέρι. Μέχρι που αποφάσισε να εμφανιστεί στο γήπεδο ο Ροναλντίνιο.

Στο δεύτερο λεπτό των καθυστερήσεων του πρώτου ημιχρόνου, ο Βραζιλιάνος της Παρί πήρε τη μπάλα στο χώρο του κέντρου, έκανε κατά μέτωπο επίθεση ξεφεύγοντας ωραία από την πίεση του Άσλει Κόουλ και την κατάλληλη στιγμή πάσαρε δίπλα του στον Ριβάλντο που είχε ήδη «οπλίσει» το αριστερό του. Το καλοζυγισμένο σουτ κατέληξε στη γωνία του Σίμαν και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα όλη η σιγουριά και η αυτοπεποίθηση που έχτιζαν τόση ώρα οι Άγγλοι πήγε περίπατο. Τα χειρότερα όμως δεν είχαν έρθει ακόμα.

Η κλασική αγγλική στιγμή που όλοι περιμένουν σε κάποια μεγάλη διοργάνωση, αυτή που κάποιος θα κάνει μια απερισκεψία ή κάποιο λάθος υπολογισμό και θα πληγώσει μια ολόκληρη χώρα που ζει γι’αυτές τις μέρες, ήρθε εκείνη τη φορά στο 50ο λεπτό του προημιτελικού. Η Βραζιλία κέρδισε ένα φάουλ αρκετά έξω από την περιοχή και κοντά στην πλάγια γραμμή και ο ορεξάτος Ροναλντίνιο ανέλαβε την εκτέλεση. Όλοι πήραν θέσεις κοντά στο σημείο του πέναλτι για να διεκδικήσουν την κεφαλιά αλλά η μπάλα πήγε τελικά συστημένη κατ’ευθείαν στα δίχτυα του Ντέιβιντ Σίμαν, που ζούσε τον ίδιο εφιάλτη για δεύτερη φορά. Το 1995 στον τελικό του Κυπελλούχων, Άρσεναλ-Σαραγόσα, τον είχαν «κρεμάσει» από μια σχετικά παρόμοια θέση στο τελευταίο λεπτό της παράτασης!

Όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε αυτού του είδους τα γκολ, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τον παράγοντα τύχη. Μια συζήτηση στην οποία με τα χρόνια συμμετείχαν σχεδόν όλοι όσοι έπαιξαν εκείνη τη μέρα στη Σιζουόκα. Αναμενόμενα, όλοι οι Άγγλοι ποδοσφαιριστές ισχυρίζονται ότι ο «Ρόνι» δεν ήθελε να πάει απ’ευθείας και ότι η τύχη έπαιξε άσχημο παιχνίδι στον πολύ καλό σε εκείνη τη διοργάνωση Σίμαν. Οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι (με εξαίρεση τον Ριβάλντο) πιστεύουν πως ο Ροναλντίνιο είδε τον Άγγλο χαλαρό λίγο έξω από την εστία του και προσπάθησε επίτηδες να τον τιμωρήσει. Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, που είναι μανούλα σε κάτι τέτοια, δήλωνε για χρόνια πως ήθελε και το έκανε και πως η μόνη συνεισφορά της τύχης εντοπίζεται στο ότι αυτός είχε στοχεύσει την άλλη γωνία της εστίας αλλά η μπάλα πήρε περισσότερα φάλτσα απ’όσα υπολόγιζε και κατέληξε στην αριστερή πλευρά. Έπρεπε να φτάσουμε στο 2022, μια εικοσαετία μετά το γκολ, για να παραδεχτεί σε μια συνέντευξη του στο Παρίσι ότι το φάουλ δεν προοριζόταν να κατευθυνθεί προς την εστία και ότι ήταν τυχερός που η μπάλα κατέληξε στα δίχτυα. Φυσικά, τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει σημασία. Τυχερό ή όχι, το γκολ μπήκε, η Βραζιλία γύρισε το ματς και το μόνο που χρειαζόταν πια ήταν να ακολουθήσει το αμυντικογενές πλάνο του ειδικού σε τέτοια θέματα Σκολάρι.

Στο πλάνο αυτό πιθανόν δεν συμπεριλαμβανόταν το ενδεχόμενο να δει κόκκινη κάρτα ο κορυφαίος παίκτης του ως τότε, αν και στη συνέχεια ο Σκολάρι περηφανευόταν πως είχε δουλέψει αρκετές φορές στην προπόνηση το ενδεχόμενο να χρειαστεί να αμυνθεί η ομάδα του παίζοντας με παίκτη λιγότερο. Στο 57ο λεπτό ο Ροναλντίνιο χώθηκε καθυστερημένα σε μια διεκδίκηση της μπάλας και αντί γι’αυτήν πέτυχε το πόδι του Ντάνι Μιλς. Αν και το ριπλέι έδειξε ότι η επαφή ήταν μικρή και παρ’ότι ακόμα και οι Άγγλοι θεωρούν πως η απόφαση ήταν υπερβολικά αυστηρή, ο διαιτητής δεν δίστασε να βγάλει κόκκινη κάρτα.

Όσο ο Βραζιλιάνος κρατούσε απαρηγόρητος το κεφάλι του, ο Μιλς λίγο πιο δίπλα χαμογελούσε συνωμοτικά στον Πολ Σκόουλς. Το γιατί το αποκάλυψε μερικά χρόνια μετά σε συνέντευξη: “Η αλήθεια είναι ότι δεν με βρήκε πολύ, δηλαδή δεν ήταν με τίποτα κόκκινη. Μετά το τάκλιν ετοιμαζόμουν να σηκωθώ γρήγορα για να μη χάσουμε άλλο χρόνο. Ήρθε όμως τότε από πάνω μου ο Σκόουλσι και μου ψιθύρισε «μείνε κάτω, ετοιμάζεται να βγάλει κάρτα, μείνε κάτω»! Δεν νιώθω ότι έκανα κάτι κακό. Ήταν φάουλ και ήμουν ήδη στο έδαφος. Ούτε τσίριζα, ούτε κυλιόμουν στο χόρτο για να δείξω πως πονάω. Απλά έκανα τον ψόφιο.”

Δυστυχώς για τους Άγγλους η αριθμητική υπεροχή για σχεδόν μισή ώρα δεν ήταν αρκετή για να ισορροπήσουν ξανά το ματς. Ο πανέτοιμος για τέτοια ενδεχόμενα Σκολάρι έβγαλε τον Ρονάλντο για να βάλει στη θέση του τον ξεκούραστο Εντίλσον που μπορούσε να τρέξει και να πιέσει περισσότερο στην επίθεση και κράτησε χωρίς μεγάλη δυσκολία το 2-1 έως το τέλος. Μερικές μέρες αργότερα η κούπα πετούσε μαζί με την αποστολή προς το Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου χιλιάδες Βραζιλιάνοι αποθέωναν τους νικητές, ακόμα κι αυτούς που μερικούς μήνες πριν έκραζαν και έβριζαν.

Στη μεριά των χαμένων, η προσπάθεια του Έρικσον να γίνει πιο επιθετικός στο τελευταίο δεκάλεπτο με την είσοδο των Σέριγχαμ και Βασέλ δεν απέδωσε και για άλλη μια φορά τα «Τρία Λιοντάρια» γύρισαν νωρίς σπίτι για να ξεκινήσουν τις ετοιμασίες για το επόμενο τουρνουά, που ίσως να είναι επιτέλους το τυχερό τους. Παρά τη φιλότιμη προσπάθεια των παικτών να υπερασπιστούν με κάθε τρόπο τον Σίμαν, υπενθυμίζοντας το πόσο είχε συμβάλλει στο να φτάσει η ομάδα ως εκεί, ο τερματοφύλακας της Άρσεναλ χρεώθηκε από τους περισσότερους τον αποκλεισμό και δεν δίστασε να πάρει πάνω του την ευθύνη, κάνοντας δηλώσεις μετά το τέλος του αγώνα με δάκρυα στα μάτια. Σαν γνήσιοι, υπερβολικοί και στη χαρά και στην πίκρα, Άγγλοι πάντως, κάποιοι αναζήτησαν και άλλους μοιραίους για θάψιμο και, όπως αρμόζει η παράδοση, κατέληξαν ξανά στον Μπέκαμ γιατί η φάση της ισοφάρισης, που ουσιαστικά άλλαξε το μομέντουμ του αγώνα, ξεκινάει λίγο πίσω από το κέντρο με αυτόν να πηδάει επιδεικτικά πάνω από τη μπάλα για να αποφύγει ένα τάκλιν. Τόσο Άγγλοι…