Δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που ένα γνώριμο όνομα ήρθε ξανά στην επικαιρότητα χάρη σε ένα γκολ. Η πρώτη αντίδραση διαβάζοντας για το σπουδαίο γκολ που πέτυχε ήταν: “μα καλά παίζει ακόμα μπάλα αυτός;”. Όπου αυτός, ο Φάμπιο Κουαλιαρέλα. Η δεύτερη αντίδραση ήταν: “τι έβαλε πάλι αυτός”. Το “πάλι” γιατί η καριέρα του είναι γεμάτη καταπληκτικά γκολ, υψηλής τεχνικής, όπως αυτό απέναντι στη Νάπολι με το τακουνάκι. Ένα γκολ-ποίημα, σαν αυτά που μας έχει συνηθίσει εδώ και χρόνια ένας αρτίστας που πέρασε μια καριέρα με τεράστιες δυσκολίες που κανείς μας δεν θα πίστευε, αλλά κατάφερε να κερδίσει την αναγνώριση από τη συντριπτική πλειοψηφία του κοινού.
Το μαγικό γκολ απέναντι στη Νάπολι, ως συνήθως δεν το πανηγύρισε.
Γεννημένος σχεδόν πριν από 36 χρόνια στη Στάμπια λίγο έξω από τη Νάπολη, μεγάλωσε εκεί παίζοντας καθημερινά μπάλα στο δρόμο και σπάζοντας πολλές λάμπες από τα φώτα της γειτονιάς. “Το θυροτηλέφωνό μας δεν σταματούσε να χτυπάει”, θυμάται. Ήταν τα παιδιά της γειτονιάς που ήθελαν να παίξουν μαζί του, περιζήτητος από τότε. Το ταλέντό του όμως, μπορεί να μην το είχε μάθει κανείς αν δεν γλίτωνε την τελευταία στιγμή από μία παραλίγο τραγωδία. Ο Φάμπιο ήταν το μικρότερο από τα τέσσερα αδέρφια της οικογένειας, ένα μωρό που δεν έτρωγε, δεν κοιμόταν κι έκλαιγε συνέχεια. Ανήσυχο πνεύμα από τότε. Μια σχεδόν μοιραία ημέρα, η μητέρα του τον είχε αφήσει μόνο στο κρεβατάκι του και είχε βγει έξω για ψώνια. Εκείνη την περίοδο γίνονταν εργασίες για την ενίσχυση των κτηρίων με “ενέσεις τσιμένου” μετά από έναν ισχυρότατο σεισμό στην περιοχή. Άγνωστο τι ακριβώς έγινε, τι λάθος συνέβη, αλλά όταν η μητέρα του Φάμπιο γύρισε σπίτι, βρήκε το κρεβάτι γεμάτο με τσιμέντο και το παιδί της σχεδόν καλυμμένο από αυτό. Αν αργούσε λίγο ακόμα δεν θα προλάβαινε.
Κι αν ο Φάμπιο γλίτωσε, δεν γλίτωσε κάποια χρόνια αργότερα ένας καλός του φίλος. Ο Νικολό Γκάλι, ο γιος του ιστορικού τερματοφύλακα της Μίλαν Τζιοβάνι Γκάλι, ήταν ένα από τα πιο ταλαντούχα σέντερ μπακ στην Ιταλία και συμπαίκτης του Κουαλιαρέλα στις μικρές εθνικές της Ιταλίας και στις ακαδημίες της Τορίνο. Τον Γκάλι τον ανακάλυψε κι ο Αρσέν Βενγκέρ και τον πήρε στο Λονδίνο και την Άρσεναλ. Ο Αλσατός τον πίστευε πολύ και τον θεωρούσε τεράστιο ταλέντο. Ο Γκάλι για να ολοκληρώσει τις σπουδές του γύρισε δανεικός στην Μπολόνια και μια μέρα του Φεβρουαρίου του 2001, καθώς επέστρεφε από την προπόνηση της ομάδας με το δίκυκλό του βρήκε τραγικό θάνατο σε τροχαίο. Ο Κουαλιαρέλα δεν τον ξέχασε ποτέ και μόλις βρήκε το νούμερό του ελεύθερο σε ομάδα το πήρε. Τότε δέχτηκε το τηλεφώνημα από τον μπαμπά Γκάλι αμέσως. “Το ξέρεις ότι το 27 ήταν του Νικολό, έτσι δεν είναι;“, ρώτησε ο συγκινημένος πατέρας, γνωρίζοντας ήδη την απάντηση. Ο Κουαλιαρέλα έδωσε την υπόσχεση να το φοράει πάντα και το τήρησε με εξαίρεση τη Γιουβέντους όπου έφτασε λίγο αργότερα από τον Κράσιτς και δεν το πρόλαβε.
Ο Κουαλιαρέλα, αν και ουσιαστικά Ναπολιτάνος, έπαιξε κι έμαθε μπάλα στα βόρεια και το Τορίνο. Εκεί έκανε το ξεπέταγμα, εκεί μαθεύτηκε το όνομά του. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε ένα γαϊτανάκι αλλαγής ιδιοκτησίας και δανεισμών που τον ακολούθησε μέχρι και πρόσφατα. Δυο δανεισμοί από την Τορίνο σε Φιορεντίνα (στα πέτρινα χρόνια των υποβιβασμών στη Γ’ εθνική) και σε Κιέτι. Μετά, η οικονομική καταστροφή της Γκρανάτα κι η μετακίνηση στην Άσκολι, η μεταγραφή στην Ουντινέζε που έδωσε το 50% στην Άσκολι και τον έστειλε δανεικό εκεί και τελικά η νέα συνιδιοκτησία της Ουντινέζε με τη Σαμπντόρια. Η κορυφαία σεζόν του το 2006-07 ήταν στη Γένοβα. Η σεζόν που τον έβαλε για τα καλά στον ποδοσφαιρικό χάρτη, όχι απλά επειδή έβαλε αρκετά γκολ, αλλά γιατί όπως και σήμερα, τα περισσότερα από αυτά είναι αξέχαστα. Γιατί όταν ο Φάμπιο σκοράρει, λες και θέλει να τον θυμάσαι.
Σουτ λίγο έξω από το κέντρο, ψαλιδάκια, τακουνάκια, ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς…
Με διαβατήριο εκείνη τη χρονιά, είχαμε και την γνωστή (σε όσους παίζουν Μάνατζερ) ιταλική γραφικότητα της συνιδιοκτησίας να οδηγείται σε… πλειστηριασμό για να δουν πού θα καταλήξει όταν οι δυο ομάδες δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν. Ουντινέζε και Σαμπντόρια έκαναν κρυφές προσφορές που ανοίχτηκαν κι αυτή που έδωσε τα περισσότερα (η Ουντινέζε τελικά) τον κέρδισε. Ο Φάμπιο έμεινε στο Ούντινε για δύο χρόνια και στη συνέχεια έκανε ένα όνειρό του πραγματικότητα. Να γυρίσει στην πατρίδα του και να παίξει στη Νάπολι. Μια μεταγραφή που πανηγυρίστηκε από οπαδούς και παίκτες. Μόνο που το όνειρο έγινε εφιάλτης σύντομα.
Για όσους δεν γνωρίζουν τη συγκλονιστική ιστορία και το… μαρτύριο που πέρασε ο Φάμπιο, περιληπτικά έχει ως εξής: Ο Κουαλιαρέλα δεχόταν κάποια ανώνυμα μηνύματα. Το είπε σε έναν φίλο του από τη γειτονιά που κι εκείνος κατά σύμπτωση αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα και τον έφερε σε επαφή με έναν γνωστό του αστυνομικό. Ο αστυνομικός ανέλαβε να διερευνήσει την υπόθεση διακριτικά. Η ζωή του Κουλιαρέλα όμως γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Έστελναν σε αυτόν και στους γονείς του ένα σωρό γράμματα και μηνύματα που έλεγαν ότι είναι ναρκομανής, ότι έχει σχέσεις με τη Μαφία, ότι παίρνει μέρος σε σεξουαλικά όργια, ότι είναι παιδόφιλος κι ό,τι άλλο άρρωστο μπορεί να φανταστεί κανείς. Αντί να αφοσιωθεί στο ποδόσφαιρο, έπρεπε να βλέπει αυτόν τον οχετό να επηρεάζει την καθημερινότητά του. Τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο δύσκολα όταν κάποιες από τις φήμες κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο. Η έρευνα του αστυνομικού προχωρούσε μεν, αλλά χωρίς να βρίσκεται ο ένοχος. Τα μηνύματα έφτασαν τελικά μέχρι τη διοίκηση της Νάπολι και τον ντε Λαουρέντις.
Από τις λίγες χαρούμενες στιγμές στη Νάπολι
Χωρίς βέβαια αποδείξεις, αλλά έστω και με αυτή την επιμονή, οι άνθρωποι της ομάδας κλονίστηκαν. Ο Κουαλιαρέλα δεν μπορούσε να αποκαλύψει τίποτα για να μη χαλάσει η έρευνα, η Νάπολι δεν ενημέρωσε απευθείας τον παίκτη και τελικά ο Κουαλιαρέλα αναγκάστηκε να φύγει από την ομάδα πηγαίνοντας στη Γιουβέντους. Μια μεταγραφή για να μπορέσει ο ίδιος να ηρεμήσει κι η ομάδα να διώξει στα “κρυφά” έναν παίκτη που ίσως να είχε νομικά θέματα. Το κοινό της Νάπολι το είδε σαν μια τεράστια προδοσία. Ο άνθρωπος που έκανε δηλώσεις χαράς για την επιστροφή στην πατρίδα, όχι απλά έφυγε, αλλά πήγε στη μισητή Γιουβέντους. Οι γονείς του παίκτη γίνονταν αντικείμενο ύβρεων από τους τιφόζι, ο Φάμπιο όταν γύριζε πίσω για διακοπές κυκλοφορούσε συχνά μεταμφιεσμένος για να αποφύγει την οργή και κυρίως, το πρόβλημα με τα μηνύματα δεν είχε λυθεί ακόμα και μετά τη φυγή στο Τορίνο. Από μία σύμπτωση τελικά και μετά από καιρό, ο Κουαλιαρέλα ανακάλυψε ότι πίσω από όλα αυτά βρισκόταν ο ίδιος ο αστυνομικός, ο οποίος όχι μόνο δεν είχε κάνει καμία έρευνα, αλλά ήταν αυτός που έστελνε τα μηνύματα, κάτι που είχε κάνει και σε άλλους ανθρώπους.
Ο Φάμπιο έχασε ίσως μερικά από τα πιο παραγωγικά του ποδοσφαιρικά χρόνια εξαιτίας ενός παράφρονα, έχασε την ευκαιρία να γίνει ίνδαλμα στην αγαπημένη του ομάδα, πέρασε τα πάνδεινα γιατί δεν μπορούσε να πει την αλήθεια. Στη Γιούβε συνέχισε να σκοράρει γκολάρες, αλλά δεν ήταν πρώτη επιλογή, συχνά ήταν και τριτοτέταρτη, ειδικά με τον Αντόνιο Κόντε, ενώ είχε και προβλήματα τραυματισμών. Επέστρεψε στην Τορίνο και από το 2016 ξανά στη Σαμπντόρια. Πάντα σοβαρός, χωρίς να προκαλεί ή να θέλει να εκδικηθεί. Αποφεύγει να πανηγυρίζει απέναντι στις πρώην ομάδες του, ακόμα και γκολ σημαντικά όπως αυτό που έδωσε τη μοναδική νίκη της Τορίνο σε τοπικό ντέρμπι τα τελευταία 20 χρόνια. “Δεν το βρίσκω κακό να πανηγυρίσει κάποιος, απλά εγώ δεν θέλω να το κάνω” είχε δηλώσει. Ένας άνθρωπος που εκτιμούν σχεδόν σε όλες τις ομάδες που έχει περάσει, που χειροκροτούν σε ένα σωρό γήπεδα. Τόσο για τα υπέροχα γκολ του, όσο και για τον χαρακτήρα του.
Κι αν δεν πιστεύετε τα δικά μας λόγια, πιστέψτε την εκτίμηση άλλων ανθρώπων. Των οπαδών της Γιουβέντους για παράδειγμα που τον χειροκρότησαν παρ’ ότι φορούσε τη φανέλα της Τορίνο. Ή την εκτίμηση του Μουρίνιο, που τον έψαχνε μετά από ένα Ουντινέζε-Ίντερ στα αποδυτήρια. Όταν τον βρήκε επιτέλους, του είπε: “Φάμπιο ανέβα στο λεωφορείο να σε πάρουμε μαζί στο Μιλάνο”. Τα λόγια και την αγάπη που του έχει δείξει ο Μπουφόν πολλές φορές. Άλλωστε ο Φάμπιο έχει δηλώσει κι αυτός ότι θαυμάζει τον Τζίτζί κι ότι θέλει να του μοιάσει, να παίζει για όσο θα νιώθει καλά.
Κι όπως φαίνεται νιώθει καλά. Ο προπονητής του ζήτησε να προστατευτεί από την… UNESCO, ο αθλητικός διευθυντής της Σαμπ τον αποκάλεσε “φάρο” της ομάδας, όχι μόνο ως παίκτη, αλλά και ως προσωπικότητα αφού φωτίζει τη Σαμπντόρια. Δεν είναι όμως απλά ένα γκολ με τακουνάκι τον Σεπτέμβριο. Ο Φάμπιο έχει φτάσει τα 12 γκολ στη σεζόν, με τα 10 από αυτά να είναι σε 9 συνεχόμενα ματς, πιάνοντας το ρεκόρ του Νταβίντ Τρεζεγκέ και αγγίζοντας το ρεκόρ του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα από το μακρινό 1994-95 με 11. Κατά διαβολική σύμπτωση, αν θέλει να πιάσει τον Μπατιγκόλ θα πρέπει να το κάνει απέναντι στην τότε ομάδα του Αργεντίνου, τη Φιορεντίνα, που αντιμετωπίζει η Σαμπντόρια. Έτσι κι αλλιώς όμως, ακόμα και να μη βάλει άλλο γκολ μέχρι το τέλος της χρονιάς, έχει κάνει μια εξαιρετική επίδοση και έχει κερδίσει την ανανέωση του συμβολαίου για ακόμα έναν χρόνο. Μεγαλύτερη όμως σημασία έχει το γεγονός ότι παρ’ ότι πέρασε από τόσες ομάδες, έχει αφήσει παντού φίλους και πανέμορφα γκολ. Κι ότι στα 36 του, γνωρίζει ότι μόχθησε πολύ, ίσως και παραπάνω από όσο έπρεπε με βάση την αξία του. Κι αυτοί οι μικροί ήρωες στο ποδόσφαιρο είναι που μας κάνουν να το αγαπάμε λίγο πιο πολύ.