Η κινηματογραφική ζωή του ανθρώπου πίσω από το ξύλινο ποδοσφαιράκι

Ανεξάρτητα από την ηλικία σου, τα χόμπι σου ή το μέρος που μεγάλωσες είναι πολύ πιθανόν πως κάποια στιγμή στη ζωή σου μπήκες σε ένα μαγαζί με ηλεκτρονικά παιχνίδια (ή ένα καφενείο ή μια λέσχη ή οπουδήποτε), έπιασες τις μεταλλικές ράβδους και προσπάθησες με τις φιγούρες που είναι καρφωμένες πάνω τους να σουτάρεις ένα μπαλάκι προς τη μια τρύπα στην άκρη της ξύλινης κατασκευής. Αναμφίβολα, το ξύλινο ποδοσφαιράκι έχει μεγαλώσει γενιές και γενιές σε πολλές χώρες του πλανήτη και έχει προσφέρει αρκετές ώρες χαράς και διασκέδασης σε αμέτρητα παιδιά αλλά και ενήλικες.

Σε κάθε περιοχή υπήρχαν αυτοί που είχαν τελειοποιήσει το παίξιμο τους και έμοιαζαν σχεδόν ανίκητοι. Άνθρωποι που μπορεί στο πραγματικό ποδόσφαιρο να μην ήταν ικανοί να κλωτσήσουν τη μπάλα σε άδεια εστία ή να είχαν άλλα θέματα που τους ανάγκασαν να διακόψουν την ενασχόληση τους με αυτό, στο ξύλινο ποδοσφαιράκι μπορεί και να ήταν θρύλοι του μαγαζιού, της γειτονιάς ή του χωριού. Άλλωστε (και) για ανθρώπους σαν κι αυτούς ουσιαστικά δημιουργήθηκε αρκετές δεκαετίες πριν.

Βρισκόμαστε στα τέλη του 1936 σε ένα σανατόριο σε ένα βουνό λίγο έξω από τη Βαρκελώνη. Σε ένα από τα δωμάτια του φιλοξενείται ο 17χρονος Αλεχάντρο Φινιστέρε. Ο Αλεχάντρο, που το πραγματικό του ονοματεπώνυμο τελείωνε σε Κάμπος Ραμίρες, είχε γεννηθεί σε ένα παραθαλάσσιο χωριό στην άκρη της Γαλικίας ονόματι Φινιστέρε. Αυτό μεταφράζεται ως “το τέλος της γης” καθώς πριν από μερικούς αιώνες θεωρούταν το πιο δυτικό άκρο του γνωστού τότε κόσμου. Όταν ήταν μικρός οι γονείς του μετακόμισαν στην Κορούνια και στην εφηβεία αποφάσισε να πάει στη Μαδρίτη για να σπουδάσει. Ελλείψει χρημάτων, έκανε κυριολεκτικά ό,τι δουλειά έβρισκε, με απώτερο στόχο να καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Δούλεψε σε οικοδομή, έγινε τυπογράφος και συμμετείχε σε παραστάσεις ως χορευτής. Έχοντας εντρυφήσει στην αναρχική φιλοσοφία, με το ξέσπασμα του ισπανικού εμφυλίου πήρε εξ αρχής θέση απέναντι στις δυνάμεις του Φράνκο. Η συμμετοχή του στον αγώνα δεν κράτησε όμως πολύ. Μια μέρα του Νοεμβρίου του 1936, μια από τις πρώτες εβδομάδες της πολιορκίας της Μαδρίτης από τα στρατεύματα του Φράνκο, μια από τις βόμβες έπεσε στο σπίτι που βρισκόταν. Αν και καταπλακώθηκε από τα συντρίμμια κατάφερε να συρθεί έξω ζωντανός. Αμέσως διεκομίσθη στο πιο κοντινό νοσοκομείο και μέσα σε μερικές εβδομάδες μεταφέρθηκε στην Καταλονία σε πιο ασφαλές περιβάλλον.

O Φινιστέρε και το δημιούργημα του

Σε εκείνο το σανατόριο ο Φινιστέρε εμπνεύστηκε το παιχνίδι που τα επόμενα χρόνια θα σημάδευε την παιδική ηλικία αρκετών. Σύμφωνα με τις συνεντεύξεις του η ιδέα του ήρθε από έναν συνδυασμό παραγόντων. Αρχικά, ήταν η δική του ανάγκη να μείνει κοντά στο ποδόσφαιρο. Το ισπανικό πρωτάθλημα είχε διακοπεί λόγω του πολέμου (μια διακοπή που θα κρατούσε τρία χρόνια, ως το 1939) ενώ λόγω των τραυμάτων του ο ίδιος δεν μπορούσε πια να παίξει μπάλα. Πολύ περισσότερο όμως τον επηρέασε η εικόνα των τραυματισμένων παιδιών στο νοσοκομείο. Ο ίδιος ήταν στα όρια της ενηλικίωσης, οπότε μπορούσε να διαχειριστεί την άτυχη αυτή εξέλιξη. Τα μικρά παιδιά όμως που είχαν τραυματιστεί σοβαρά και είχαν βρεθεί ξαφνικά στη μέση ενός αιματηρού εμφυλίου είχαν στερηθεί το αγαπημένο τους παιχνίδι. Έπρεπε να βρει ένα υποκατάστατο.

Με τη βοήθεια ενός Βάσκου ξυλουργού που βρισκόταν την ίδια περίοδο στο νοσοκομείο, ο Φινιστέρε σχεδίασε και έφτιαξε ένα ξύλινο ποδοσφαιράκι. Η υλοποίηση του κράτησε καιρό γιατί τα διαθέσιμα υλικά εκείνη τη δύσκολη περίοδο ήταν δυσεύρετα. Το πρώτο εκείνο τραπέζι ήταν κατασκευασμένο από πεύκο ενώ η μπάλα ήταν από φελλό. Στην πραγματικότητα, το ποδοσφαιράκι υπήρχε σαν ιδέα πολλά χρόνια πριν σε κάποιες άλλες χώρες. Κάποιες αναφορές λένε ότι μια πρώιμη εκδοχή του υπήρχε στη δυτική και βόρεια Ευρώπη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Σε πιο σίγουρα δεδομένα, από τη δεκαετία του 1920 και τις αρχές της επόμενης δεκαετίας στην Αγγλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία υπήρχαν κάποιες πατέντες που έμοιαζαν λίγο με το παιχνίδι που όλοι γνωρίζουμε. Το ποδοσφαιράκι του Φινιστέρε και του Βάσκου συνεργάτη του όμως ήταν το πιο προσεγμένο, με σκαλιστές φιγούρες που έμοιαζαν πράγματι με παίκτες, και ουσιαστικά ήταν ό,τι πιο κοντινό υπάρχει σε αυτό που παίζουμε ως και σήμερα, σχεδόν έναν αιώνα αργότερα.

Βλέποντας την απήχηση που είχε η ιδέα του στα παιδιά του νοσοκομείου, ο νεαρός Ισπανός κατοχύρωσε την εφεύρεση με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στη Βαρκελώνη τον Ιανουάριο του 1937. Σε οποιαδήποτε άλλη εποχή μετά από αυτό θα ξεκινούσε μια νέα ζωή όπου θα μπορούσε να απολαύσει τους καρπούς της εφεύρεσης του. Εκείνη την περίοδο όμως υπήρχαν πολύ πιο σοβαρά θέματα για να ασχοληθεί. Στις αρχές του 1939 οι δυνάμεις του Φράνκο κατέλαβαν τη Βαρκελώνη και ο Φινιστέρε ήταν ένας από τους χιλιάδες της δημοκρατικής παράταξης που έψαξαν καταφύγιο εκτός συνόρων. Για να φτάσει ως εκεί χρειάστηκε να περπατήσει από τη Βαρκελώνη ως τη νότια Γαλλία, διασχίζοντας τα Πυρηναία με τα πόδια μέσα στο χειμώνα! Σε μια από τις πολλές καταιγίδες που συνάντησε στη διάρκεια της διαδρομής τα λιγοστά υπάρχοντα του πλημμύρισαν και το νερό κατέστρεψε το δίπλωμα της ευρεσιτεχνίας που αποδείκνυε πως ήταν αυτός που σχεδίασε το πρώτο ισπανικό ποδοσφαιράκι.

Η παραμονή στη Γαλλία δεν κράτησε τελικά “λίγο”, όπως φαντάζονταν μερικοί στην αρχή. Η προσπάθεια επιστροφής στην Ισπανία μετά το τέλος του εμφυλίου αποδείχτηκε αποτυχημένη. Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα κι αφού πάλι έκανε δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει, κατάφερε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα χρήματα για να μετακομίσει στη Ν. Αμερική, ένα μέρος που φιλοξενούσε πολλούς Ισπανούς εξόριστους. Στην αρχή πήγε στο Εκουαδόρ όπου και άρχισε να ασχολείται ακόμα πιο επαγγελματικά με την τυπογραφία και τις εκδόσεις.

Στις αρχές των 50s άλλαξε χώρα και εγκαταστάθηκε στη Γουατεμάλα. Εκεί συνεργάστηκε με κάποιον ντόπιο επιχειρηματία και μαζί προώθησαν στην τοπική αγορά το ποδοσφαιράκι που είχε σχεδιάσει σχεδόν δεκαπέντε χρόνια πριν στη Βαρκελώνη. Η έμπνευση του έκανε πάταγο και για πρώτη φορά στη ζωή του απέκτησε οικονομική άνεση. Ο πιο διάσημος οπαδός του παιχνιδιού του ήταν ένας Αργεντινός με το όνομα Ερνέστο Γκεβάρα. Ο «Τσε» έζησε για ένα διάστημα στα 50s στη Γουατεμάλα, έγινε φίλος με τον Φινιστέρε και μαζί έπαιξαν αμέτρητους αγώνες στο ξύλινο ποδοσφαιράκι του. Ο Ισπανός ισχυρίζεται πως ο Γκεβάρα κατέληγε ηττημένος σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις. Υπήρχε όμως κάποια που τους κέρδιζε και τους δυο. Η σύντροφος και μέλλουσα γυναίκα του «Τσε», η Ίλδα Γκαδέα!

Η ήρεμη περίοδος δεν κράτησε πολύ. Μετά το πραξικόπημα στη Γουατεμάλα το 1954 το στρατιωτικό καθεστώς συνεργάστηκε με τον Φράνκο και ο Φινιστέρε μπήκε στο στόχαστρο. Μια ομάδα Ισπανών πρακτόρων τον απήγαγε και χωρίς πολλά-πολλά τον έβαλε σε ένα αεροπλάνο με προορισμό τη δυτική Ευρώπη. Ξέροντας πως εκεί τον περιμένει στην καλύτερη περίπτωση η φυλακή ο 35χρονος τότε Αλεχάντρο αποφάσισε να τα παίξει όλα για όλα. Λίγο μετά την απογείωση ζήτησε να επισκεφτεί την τουαλέτα. Εκεί τύλιξε ένα σαπούνι σε αλουμινόχαρτο, το έχωσε προσεκτικά ανάμεσα στα χέρια του για να μην είναι ευδιάκριτο και με το που βγήκε έξω άρχισε να απειλεί ότι έχει μαζί του μια βόμβα και ότι θα τινάξει το αεροσκάφος στον αέρα. Ταυτόχρονα εξηγούσε στους υπόλοιπους επιβάτες πως ήταν Ισπανός πρόσφυγας και πως αν φτάσει η πτήση στον προορισμό της υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να τον εκτελέσουν. Αν και οι πληροφορίες για το τι ακολούθησε είναι συγκεχυμένες, το σίγουρο είναι ότι οι απειλές του έπιασαν τόπο. Είτε γιατί πράγματι φοβήθηκαν, είτε γιατί οι υπόλοιποι επιβάτες και ο πιλότος τον συμπάθησαν, το αεροπλάνο έκανε μια στάση στον Παναμά και ο Φινιστέρε διέφυγε. Αυτή θεωρείται μια από τις πρώτες απόπειρες αεροπειρατείας που καταγράφονται στην κεντρική Αμερική.

Τα επόμενα χρόνια πέρασε από το Μεξικό, συνέχισε να ασχολείται με τις εκδόσεις, έβγαλε εκατοντάδες βιβλία Ισπανών εξόριστων και, σύμφωνα με αρκετές πηγές, σύναψε ερωτική σχέση με τη διάσημη ζωγράφο Φρίντα Κάλο. Ένα μήνα μετά το θάνατο του Φράνκο, το 1975, επέστρεψε επιτέλους στην πατρίδα του. Ήταν πια 56 ετών.

Εκεί συνέχισε το εκδοτικό του έργο, παντρεύτηκε μια διάσημη σοπράνο και ανακάλυψε ότι το παιχνίδι που είχε εμπνευστεί στα νιάτα του είχε γίνει ένα από τα πιο αγαπητά στο ισπανικό κοινό. Ελάχιστοι όμως γνώριζαν ότι είχε κάποια σχέση με αυτό καθώς οι εταιρείες που το κατασκεύαζαν δεν έκαναν καμία αναφορά στον άνθρωπο που το πατένταρε. Τελικά με τον καιρό η συμβολή του στη δημιουργία του αποκαλύφθηκε και σήμερα θεωρείται από όλους ο άνθρωπος που έκανε την αρχή για να μπει το ξύλινο ποδοσφαιράκι στη ζωή των Ισπανών. Τον Φεβρουάριο του 2007 έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών. Ακόμα και μετά το θάνατο του όμως η ιστορία του έχει ενδιαφέρον. Σύμφωνα με αρκετά ισπανικά αφιερώματα, η διαθήκη του παρέμεινε απόρρητη ακόμα και για τη γυναίκα του καθώς λέγεται ότι περιλάμβανε πληροφορίες που χαρακτηρίστηκαν ως «κρατικά μυστικά». Κανένας δεν έμαθε ποτέ τι περιλάμβανε και πόσα κομμάτια της πορείας του δεν γνωρίζουμε.

Αυτό που ξέρουμε με βεβαιότητα είναι ότι άφησε πίσω του μια μυθιστορηματική ζωή, ένα τεράστιο έργο στον τομέα των εκδόσεων αλλά και αρκετές μικρό-εφευρέσεις. Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του όμως είναι σίγουρα αυτό το παιχνίδι με το ξύλινο τραπέζι και τις σκαλιστές φιγούρες που εμπνεύστηκε σε ηλικία 17 ετών και μέχρι και σήμερα μετατρέπει αυτόματα σε ξέγνοιαστο παιδί όποιον το παίζει.