O Ράιαν Χράφενμπερχ έχει εξελιχθεί στο σημαντικότερο γρανάζι στον άξονα της Λίβερπουλ. Στη δεύτερη σεζόν του στο Άνφιλντ, μετά από μία απελπιστικά μέτρια πρώτη, ο Ολλανδός μέσος έχει καταφέρει να βγάλει στο χορτάρι όλες τις αρετές του σε ένα πρώτο τρίμηνο όπου οι «κόκκινοι» έχουν πιάσει κορυφή στην Πρέμιερ Λιγκ αλλά και στο Τσάμπιονς Λιγκ. Σε αυτό φυσικά και έχει βοηθήσει ο νέος Ολλανδός προπονητής της ομάδας, Άρνε Σλοτ, αλλά και η νέα τακτική προσέγγιση της ομάδας. Ο Σλοτ δίνει μεγαλύτερη έμφαση στον έλεγχο του ρυθμού και το νέο σύστημα (4-2-3-1) με τους δύο κεντρικούς μέσους στην ευθεία (ο ένας είναι πάντα ο Χράφενμπερχ) δείχνει να βοηθά τον νεαρό και κατ’ επέκταση και την ομάδα. Ο Χράφενμπερχ ξεκίνησε από τις φημισμένες ακαδημίες του Άγιαξ και βρέθηκε μάλιστα το 2018, στα 16 του, στην πρώτη ομάδα, πραγματοποιώντας το επίσημο ντεμπούτο του 16 ετών και 242 ημερών, ο νεαρότερος στην ιστορία της ομάδας, παίρνοντας μάλιστα το ρεκόρ από τον σπουδαίο Κλάρενς Ζέεντορφ από το μακρινό 1992. Στις αρχές του 2021 μερικές εκ των κορυφαίων ομάδων της Ευρώπης όπως η Ρεάλ Μαδρίτης, η Λίβερπουλ και η Μπάγερν Μονάχου άρχισαν να εξετάζουν σοβαρά την περίπτωσή του. Ο νεαρός είχε άλλωστε ήδη δύο γεμάτες σεζόν, υπό τις οδηγίες του Τεν Χάαγκ, και είχε προλάβει να κατακτήσει 3 πρωταθλήματα και 2 κύπελλα Ολλανδίας στρέφοντας πάνω του όλα τα βλέμματα ως ένα νέο, μεγάλο ταλέντο.
Ο Ολλανδός αμυντικός μέσος είναι ψηλός, στο 1.90, έχει εξαιρετική τεχνική κατάρτιση και μπορεί να κουβαλήσει την μπάλα ενώ παράλληλα μπορεί να πασάρει με τρομερή ακρίβεια. Ένα σύγχρονο «εξάρι», σε τρομερή ηλικία, ιδανικό για ομάδες που θέλουν να έχουν την κατοχή της μπάλας, να ελέγχουν το ρυθμό και παράλληλα ο αμυντικός τους μέσος να μπορεί να κινηθεί μοναδικά τόσο ανάμεσα στους δύο κεντρικούς αμυντικούς όσο και πίσω από την επιθετική γραμμή. O Γιούλιαν Νάγκελσμαν ήταν ο προπονητής που τον έφερε από το Άμστερνταμ στο Μόναχο, το καλοκαίρι του 2022, με την Μπάγερν Μονάχου να βγάζει από τα ταμεία της 18 εκατομμύρια ευρώ (συν 5 εκατομμύρια τα μπόνους) για συμβόλαιο 5 ετών. O νεαρός προπονητής πίστευε πολύ τον Ολλανδό, αλλά δεν του έδωσε ποτέ πραγματικές ευκαιρίες στην πρώτη του σεζόν μιας και το γερμανικό δίδυμο των Κίμιχ – Γκορέτσκα δεν άλλαζε συχνά. «Έχω δύο πολύπειρους Γερμανούς διεθνείς και έναν νεαρό Ολλανδό με τεράστιο ταλέντο και προοπτική που μαθαίνει όμως ακόμα το παιχνίδι μας. Χρειάζεται υπομονή από όλους», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά όταν Γερμανοί δημοσιογράφοι τον είχαν πιέσει να δώσει εξηγήσεις για τον λόγο που ο ταλαντούχος μέσος δεν έπαιζε συχνά και άδικο δεν είχε. Οι 24 συμμετοχές στην πρώτη του σεζόν, αν τις δούμε απλά σαν ένα απλό αριθμό, δεν ήταν λίγες, όταν όμως δούμε ότι ξεκίνησε βασικός μόνο στις 4 από αυτές και αγωνίστηκε συνολικά μόνο για 704 λεπτά, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο Χράφενμπερχ άρχισε να χάνει την υπομονή του και να σκέφτεται ακόμα και την αποχώρηση. Όλοι θέλουν να παίζουν άλλωστε ειδικά αυτοί που πιστεύουν -όπως αυτός- πολύ στον εαυτό τους.
Η έλευση του Τούχελ, τον Μάρτιο του 2023, έκανε ακόμα χειρότερη την κατάσταση. Ο πολύπειρος Γερμανός θεωρούσε ότι ο Χράφενμπερχ δεν μπορούσε να βρει θέση βασικού ούτε στο δικό του σύστημα, ενώ είχε και τη διοίκηση να πιέζει για τίτλους. Κάπως έτσι η επόμενη σεζόν (2023-2024) βρήκε τον Ολλανδό να φεύγει από την Μπουντεσλίγκα και την Μπάγερν Μονάχου, ως πρωταθλητής, για την Αγγλία και τη Λίβερπουλ για να συνεργαστεί με ακόμα ένα Γερμανό, τον Γιούργκεν Κλοπ αυτή τη φορά. Το ποσό της μεταγραφής άγγιξε τα 40 εκατομμύρια ευρώ και δεν ήταν λίγοι αυτοί που θεωρούσαν πως οι Γερμανοί είχαν ουσιαστικά «κλέψει» τους Άγγλους βγάζοντας κέρδος από κάποιον που -αν και ταλαντούχος- ήταν καταδικασμένος για να αποτύχει, ειδικά στο μεγάλης έντασης ποδόσφαιρο του Κλοπ και στο σκληρότερο σωματικά παιχνίδι των αγγλικών γηπέδων.
Ο Κλοπ τον ήξερε από παλιά
O ίδιος δήλωνε πανευτυχής που βρισκόταν στην Αγγλία σε ένα τόσο σπουδαίο κλαμπ έχοντας πάρει εγγυήσεις από τον προπονητή του ότι τον πιστεύει και θα του δώσει τις ευκαιρίες για να δείξει το ταλέντο και την αξία του. Το 4-3-3 του Κλοπ με τον Αλέξις Μακ Άλιστερ στο ρόλο του βασικού στο 6, ως ο παίκτης που κινείται χαμηλά μπροστά από τους στόπερ, δεν άφησε και πολλά περιθώρια στο να πάρει πολλές ευκαιρίες ο νεαρός μέσος. Ξεκίνησε βασικός σε 12 παιχνίδια χωρίς όμως να εντυπωσιάσει παίζοντας κυρίως ως εσωτερικός μέσος. Δεν είναι μυστικό πως δεν ήταν λίγοι οι φίλοι των «κόκκινων» που στο πρόσωπό του έβλεπαν κάποιον που δεν μπορούσε να κάνει το κάτι παραπάνω. Αδυνατούσε να ηγηθεί, να αλλάξει τις ισορροπίες και φυσικά το σπουδαιότερο για τον οπαδό, να ταυτιστεί μαζί του και να κερδίσει μία σημαντική θέση στην καρδιά του. Όσο και αν η θέση στον άξονα πολλές φορές είναι αθόρυβη και ένας παίκτης μπορεί να έχει κάνει σπουδαία δουλειά, χωρίς αυτή να φαίνεται, στην περίπτωση του Ολλανδού ήταν διαφορετικά. Φαινόταν αθόρυβος επειδή ήταν ουσιαστικά αθόρυβος. Τα 1122 λεπτά στο πρωτάθλημα δεν λένε ψέματα, ούτε φυσικά οι αριθμοί του που ήταν αρκετά χαμηλοί για κάποιον που έχει το ταλέντο για να κάνει πολλές ομορφιές με την μπάλα στα πόδια. 27 συμμετοχές, 12 ως βασικός με 1 γκολ και 0 ασίστ, έχοντας 1.24 KP/90 και 0.09 XA/90 είναι πραγματικά απογοητευτικοί αριθμοί.
Στις 25 Φεβρουαρίου του 2024 ο Κλοπ θα ξεκινήσει τον Χράφενμπερχ βασικό στον τελικό του Λιγκ Καπ απέναντι στην Τσέλσι στο Γουέμπλεϊ με την ατυχία όμως να βρίσκει τον νεαρό μέσο που αποχώρησε με τραυματισμό στον αστράγαλο μόλις στο 28ο λεπτό και ενώ μέχρι εκείνο το σημείο ήταν εξαιρετικός. Η τύχη τού είχε γυρίσει την πλάτη στο πρώτο του σπουδαίο παιχνίδι με το ιστορικό αγγλικό κλαμπ. Τελικά η Λίβερπουλ θα κατακτήσει το τρόπαιο, που είναι και το πρώτο του νεαρού σε αγγλικό έδαφος, και αυτό θα μετριάσει κάπως την απογοήτευσή του. Το τέλος της σεζόν θα βρει τη Λίβερπουλ στην τρίτη θέση, πίσω από τις Άρσεναλ και Μάντσεστερ Σίτι, χωρίς τον Κλοπ που είχε ανακοινώσει μήνες πριν ότι χρειάζεται ένα διάλειμμα, με νέο προπονητή τον Άρνε Σλοτ και με μεγάλη αμφισβήτηση στα πρόσωπα αρκετών παικτών. Ο Χράφενμπερχ ήταν ένας από αυτούς. Η Λίβερπουλ έψαξε άλλωστε για ενίσχυση, ως όφειλε, στον άξονά της με τον Ισπανό Μαρτίν Θουμπιμέντι της Ρεάλ Σοσιεδάδ να αποτελεί τον πρώτο στόχο. Ο Ισπανός δεν ήρθε τελικά ποτέ στο Άνφιλντ και η Λίβερπουλ δεν ενισχύθηκε ουσιαστικά μιας και η μοναδική μεταγραφή που ολοκλήρωσε ήταν ο Ιταλός επιθετικός Φεντερίκο Κιέζα, σε μία γραμμή που η Λίβερπουλ είναι πλήρης και με έναν παίκτη που αν και εξαιρετικά ταλαντούχος ταλαιπωρείται συχνά από τραυματισμούς και στο Άνφλιντ έχουν αρχίσει να τον βάζουν ήδη δίπλα στα ονόματα των Ακουϊλάνι και Αρτούρ Μέλο. Το σύστημα του Σλοτ, όπως αναφέρθηκε, είναι το 4-2-3-1 με τους δύο αμυντικούς μέσους να παίζουν στην ευθεία σε ένα ευέλικτο σχήμα που τους θέλει να μπορούν να δημιουργήσουν και φυσικά να μπορούν να κρατήσουν και να κυκλοφορήσουν την μπάλα βάζοντας τη Λίβερπουλ σε ένα πιο χαμηλό τέμπο από αυτό που μας είχε συνηθίσει ο Κλοπ.
«Ξέρω την ποιότητά του από τα χρόνιας μας στην Ολλανδία και είναι ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής. Ξέρει να αμύνεται και να κινείται στο χώρο όταν δεν έχουμε την μπάλα, είναι όμως μοναδικός και όταν την έχει στα δικά του πόδια. Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση από τις πρώτες μας προπονήσεις εκτός της ικανότητάς του στο low builp-up (σε 4-2-2-2) και στο high build-up (σε 2-4-4) είναι ο τρόπος που φτάνει στον αντίπαλο παίκτη σε συνθήκες ένας εναντίον ενός, ο ρυθμός του, η ταχύτητα, ο τρόπος που βάζει πρώτα το σώμα του και μετά τα πόδια. Είναι απλά μοναδικός και ένας από τους καλύτερους παίκτες στη θέση του αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη» Αυτό είχε δηλώσει ο Σλοτ στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου και δύο μήνες αργότερα, όσο κι αν τότε ακουγόταν κάπως υπερβολικές αυτές οι δηλώσεις, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι είχε απόλυτο δίκιο. Η Λίβερπουλ είναι η καλύτερη ομάδα στην Αγγλία, βρίσκεται δίκαια στην πρώτη θέση με εξαιρετική επίθεση και άμυνα, με μεγαλύτερο της προσόν να ελέγχει τον ρυθμό όποτε αυτή θέλει. Είναι σημεία του παιχνιδιού που ανεβάζει την ένταση θυμίζοντας τις καλύτερες μέρες της εποχής Κλοπ είναι όμως και μεγάλα διαστήματα όπου ο ρυθμός πέφτει απότομα και καταλήγει να σε «σκοτώσει» εντελώς κυνικά και αθόρυβα σε σημεία που δείχνει να μην παίζει καλά. Φυσικά και ο Ράιαν Χράφενμπερχ είναι ο παίκτης που έχει μοναδικό ρόλο σε αυτό ως ο παίκτης που συνδέει τις γραμμές. Ένας νεαρός «μαέστρος» που διευθύνει μοναδικά μία εξαιρετική και ώριμη ορχήστρα, που είχε κάπως σκουριάσει, ξαναπαίζοντας όμως τα καλύτερά της κομμάτια πατώντας πάνω σε άλλους, πιο προσωπικούς και μοντέρνους τόνους.
O Χράφενμπεργχ έχει ξεκινήσει και στα 11 παιχνίδια της Λίβερπουλ, χωρίς να βγει αλλαγή, έχοντας ήδη 585 πάσες (με ποσοστό επιτυχίας 88,6%) ενώ πέρσι είχε σε μία ολόκληρη σεζόν 411. Είναι καλύτερος σε όλους τους δημιουργικούς τομείς έχοντας παράλληλα εκτοξεύσει και τους αριθμούς του στα αμυντικά του καθήκοντα. 46,2% είχε πέρσι στα επιτυχημένα τάκλιν 70% φέτος. 41,7% είχε πέρσι στις εναέριες μονομαχίες 84,6% φέτος, 14 ανακτήσεις είχε πέρσι, 21 φέτος μόλις σε 11 αγωνιστικές και αυτά είναι μόνο λίγα από όλα εκείνα που δείχνουν την τρομερή του βελτίωση που παρασέρνει μαζί της και την υπόλοιπη ομάδα. Ο φετινός Χράφενμπερχ (όπως και ο φετινός Χάκπο) είναι δύο εντελώς κερδισμένα στοιχήματα του Άρνε Σλοτ και αυτό που μένει να δούμε είναι η συνέχεια και η διαχείριση μιας και το ρόστερ της Λίβερπουλ δεν έχει το σπουδαίο βάθος στον άξονα και στην άμυνα και κάποιοι παίκτες δείχνουν να μη μπορούν να απουσιάσουν χωρίς αυτό να ρίχνει το αγωνιστικό της προφίλ.