Ο άνθρωπος που μεταμόρφωσε τη Βραζιλία

Ιούνιος 1970. Σ’ένα μικρό σπίτι κάπου στη νότια Βραζιλία μια ολόκληρη οικογένεια είναι συγκεντρωμένη στο σαλόνι του σπιτιού, γύρω από το ραδιόφωνο. Η τηλεόραση αποτελεί ακόμα είδος πολυτελείας για τους περισσότερους Βραζιλιάνους κι έτσι η οικογένεια Μπάκι περιορίζεται στη ραδιοφωνική περιγραφή από τα γήπεδα του Μεξικού. Ο Αντενόρ Λεονάρντο Μπάκι ήταν τότε 9 χρονών αλλά θυμάται τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια: “Τα παιχνίδια από το ράδιο ήταν σαν να μας εξιστορούσε κάποιος μια δραματική ιστορία. Κατά τη γνώμη μου ήταν σαν είδος τέχνης, όπως ένα υπέροχο μυθιστόρημα. Η Βραζιλία ήταν στην επίθεση και ο σπίκερ ζωγράφιζε μια εικόνα στο μυαλό μας με τις λέξεις του”.

Όταν η Βραζιλία έμεινε νωρίς πίσω στο σκορ στον ημιτελικό με την Ουρουγουάη, ο πιτσιρικάς προσπαθούσε να φανταστεί με ποιον τρόπο θα καταφέρει η ομάδα του να ισοφαρίσει. “Όταν ήρθε η ισοφάρισε όλοι φυσικά πανηγυρίσαμε. Αλλά ταυτόχρονα εγώ ένιωθα προβληματισμένος. Σύμφωνα με τον σπίκερ, ο Τοστάο έκανε την πάσα και ο Κλοντοάλντο σκόραρε. Τότε αναρωτήθηκα ‘Πως γίνεται να σκοράρει ο Κλοντοάλντο, αφού αυτός παίζει πίσω, σαν αμυντικό χαφ;” Αυτή λογικά ήταν η πρώτη φορά που ο Αντενόρ Λεονάρντο Μπάκι, που πλέον είναι γνωστός ως Τίτι (ή “Τσίτσι”, όπως περίπου προφέρεται στα πορτογαλικά), ασχολήθηκε έστω και για λίγο με την τακτική προσέγγιση του ποδοσφαίρου.

Το καλοκαίρι εκείνο ακολούθησαν περίπου 20 χρόνια που ο Τίτι προσπαθούσε να γίνει αυτό που κάθε μικρός Βραζιλιάνος ονειρευόταν: επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Η καριέρα του όμως δεν κράτησε και πολύ, αφού οι σοβαροί τραυματισμοί διαδεχόταν ο ένας τον άλλον. Μόλις στα 27 του και ύστερα από 7 επεμβάσεις στο ίδιο πόδι (!) πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από τα γήπεδα. Το επόμενο βήμα ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο: “Η καριέρα μου είχε ολοκληρωθεί αλλά ήμουν ακόμα ένας νέος άνθρωπος που ζούσε για το ποδόσφαιρο, γι’αυτό και πήρα το δρόμο της προπονητικής”.

Ούτε αυτός ο δρόμος αποδείχτηκε εύκολος. Για σχεδόν δυο ολόκληρες δεκαετίες ο Βραζιλιάνος προσπαθούσε να στεριώσει σε κάποια ομάδα χωρίς όμως ιδιαίτερα θετικό αποτέλεσμα. Οι επιτυχίες ήταν λιγότερες από τις αποτυχίες κι έτσι κάθε δυο περίπου χρόνια ο Τίτι έβγαινε στη γύρα για μια νέα δουλειά. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν σταδιακά από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, αρχικά όταν οδήγησε την Ιντερνασιονάλ στο Κόπα Σουνταμερικάνα και στη συνέχεια όταν ανέλαβε (για δεύτερη φορά) την Κορίνθιανς.

Παρά το γεγονός ότι στο ρόστερ της υπήρχαν ο Ρονάλντο και ο Ρομπέρτο Κάρλος η ‘Τιμάο’ βρισκόταν σε κακή κατάσταση και έψαχνε κάποιον να τη βγάλει από το τέλμα. Ο Τίτι ήταν αποφασισμένος να μην αποτύχει για δεύτερη φορά αλλά η αρχή μόνο ενθαρρυντική δεν ήταν. Μια αναπάντεχη ήττα από την Τολίμα στην Κολομβία, άφησε την ομάδα εκτός Λιμπερταδόρες και από την οργή του κόσμου για τον ντροπιαστικό αποκλεισμό δεν γλίτωσε κανείς.

Όταν η αποστολή επέστρεψε στο Σάο Πάολο βρήκε ένα πάρκινγκ γεμάτο σπασμένα τζάμια. Οι οπαδοί είχαν πετάξει τούβλα στα αυτοκίνητα και είχαν γράψει απειλητικά συνθήματα προς όλους, με το όνομα του Τίτι να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας. Κάποιοι παίκτες έβαλαν τα κλάματα, κάποιοι άλλοι ήθελαν να αποχωρήσουν. Ο ίδιος ο Τίτι θυμάται τον εαυτό του να επιστρέφει σπίτι του, οδηγώντας ένα αμάξι με σπασμένο το πίσω τζάμι, και να αναρωτιέται αν θα έχει δουλειά την επόμενη μέρα.

Παραδόξως, η επόμενη μέρα τον βρήκε στη θέση του. Ο πρόεδρος της Κορίνθιανς τον στήριξε και δεν το μετάνιωσε ποτέ. Ένα χρόνο μετά, η ομάδα πανηγύριζε το πρώτο της πρωτάθλημα μετά από 6 χρόνια και λίγο αργότερα το πρώτο Κόπα Λιμπερταδόρες στην ιστορία της. Το βράδυ μετά την κατάκτηση του Λιμπερταδόρες, δεκάδες οπαδοί συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι του Τίτι και τραγουδούσαν το όνομα του. “Ήταν τόσο σουρεαλιστικό όλο αυτό που το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν ‘Κοίτα πόσα μπορούν να αλλάξουν σ’ένα χρόνο'” θυμάται ο ίδιος.

Παρά την εντυπωσιακή του επιτυχία στην ‘Τιμάο’ ο Τίτι εξέπληξε του πάντες τον Νοέμβριο του 2013 όταν ανακοίνωσε ότι δεν θα ανανεώσει το συμβόλαιο του. Αντί να ψάξει άμεσα για νέα ομάδα, ο Βραζιλιάνος τεχνικός αποφάσισε να μελετήσει το σύγχρονο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, σε μια προσπάθεια να μάθει νέα πράγματα και να εξελίξει το παιχνίδι του, που ως τότε βασιζόταν κυρίως στη σωστή αμυντική λειτουργία (η Κορίνθιανς εκείνης της εποχής δεχόταν τα γκολ με το σταγονόμετρο). Κατά τη διάρκεια της απουσίας του από τους πάγκους ταξίδεψε στην Ευρώπη και την Αργεντινή, παρακολούθησε προπονήσεις της Ρεάλ και της Άρσεναλ και φιλοξενήθηκε από τον Αντσελότι και τον Μπιάνκι.

Όταν το καλοκαίρι εκείνο η Βραζιλία διασύρθηκε από τους Γερμανούς μέσα στο σπίτι της, ο ξεκούραστος και ανανεωμένος Τίτι ήταν σίγουρος πως θα του δινόταν η μεγάλη ευκαιρία να αναλάβει τη ‘σελεσάο’. Παρά την επιθυμία και του κόσμου όμως, το τηλέφωνο του δεν χτύπησε ποτέ. Προς έκπληξη όλων, η Ομοσπονδία επέλεξε ξανά τον, αποτυχημένο από το προηγούμενο πέρασμα του, Ντούνγκα και τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν. Στο Κόπα Αμέρικα του 2015 η ‘σελεσάο’ έμεινε εκτός από τα προημιτελικά, χάνοντας από την Παραγουάη, ενώ στο επόμενο Κόπα Αμέρικα, ένα χρόνο μετά στις ΗΠΑ, η ξεφτίλα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, αφού για πρώτη φορά από το 1987 δεν πέρασε καν τον όμιλο!

Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η κατρακύλα συνεχιζόταν και στα προκριματικά του Μουντιάλ. Η ομάδα του Ντούνγκα ήταν 6η, εκτός των θέσεων πρόκρισης δηλαδή, και σε συνδυασμό με τις αποκαρδιωτικές της εμφανίσεις παντού, οι Βραζιλιάνοι είχαν αρχίσει να ανησυχούν ότι για πρώτη φορά στην ιστορία η ‘σελεσάο’ δεν θα έδινε το παρών σ’ένα Παγκόσμιο Κύπελλο! Έστω και καθυστερημένα, η Ομοσπονδία αναγνώρισε το λάθος της και το καλοκαίρι του 2016 κάλεσε τον Τίτι (που στο μεταξύ είχε επιστρέψει στον πάγκο της Κορίνθιανς και την είχε οδηγήσει σ’ένα ακόμα πρωτάθλημα) για να σώσει την κατάσταση.

“Όταν μου πρόσφεραν τη θέση στην εθνική στην αρχή χάρηκα. Μετά όμως συνειδητοποίησα ότι με τη θέση που είχε η ομάδα αν χάναμε το επόμενο παιχνίδι με το Εκουαδόρ, θα ακολουθούσε μια απίστευτη κρίση. Για να είμαι ειλικρινής, το πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν οι μνήμες από τον αποκλεισμό από το Λιμπερταδόρες. Σκέφτηκα τότε, ‘φίλε, αν έγινε ό,τι έγινε με την Κορίνθιανς τότε, σκέψου τι θα γίνει αν η Βραζιλία μείνει εκτός Μουντιάλ'”.

Παρά την αρχική του σκέψη να απορρίψει την πρόταση, η απόφαση του ήταν τελικά θετική. Όταν σε καλεί η εθνική Βραζιλίας, άλλωστε, δεν είναι εύκολο να αρνηθείς. Ο Τίτι ανέλαβε την ‘καυτή πατάτα’ και όχι μόνο κατάφερε να επαναφέρει την ομάδα στις θέσεις πρόκρισης αλλά με εφτά νίκες στα ισάριθμα πρώτα ματς του την οδήγησε και σε μια άνετη πρωτιά. Η μεταμόρφωση της Βραζιλίας μέσα σε λίγους μήνες είναι απλά εκπληκτική. Στο διάστημα που βρίσκεται ο Τίτι στον πάγκο της, η ‘σελεσάο’ έχει δώσει 21 παιχνίδια, στα οποία μετράει 17 νίκες, 3 ισοπαλίες και μια αδιάφορη ήττα, σ’ένα φιλικό με την Αργεντινή. Στους αγώνες αυτούς έχει σκοράρει 47 φορές και έχει δεχτεί όλα κι όλα 5 γκολ! Κι όλα αυτά, την ώρα που ο Τίτι εφαρμόζει ένα παράξενο σύστημα στο θέμα του αρχηγού, δίνοντας ουσιαστικά το περιβραχιόνιο σε διαφορετικό παίκτη σε κάθε ματς!

Η άνετη πρόκριση στο Μουντιάλ, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες νίκες, έχουν μετατρέψει τον 57χρονο τεχνικό σε σούπερ σταρ στη χώρα του. Το πρόσωπο του φιγουράρει σε αρκετές διαφημιστικές πινακίδες ενώ το όνομα του συνοδεύεται παντού από εγκωμιαστικά σχόλια. Το εντυπωσιακότερο όλων είναι ότι ο Τίτι μεταμόρφωσε τη Βραζιλία χωρίς να αλλάξει ριζικά το ρόστερ της. Οι πιο αξιοσημείωτες αλλαγές ήταν η είσοδος του Παουλίνιο στο κέντρο (τον οποίο ο Τίτι ξέρει καλά από την εξαιρετική συνεργασία τους στην Κορίνθιανς) και η προσθήκη του, ανερχόμενου τότε πιτσιρικά, Γκαμπριέλ Ζεσούς στην επίθεση, κινήσεις που αποδείχτηκαν πολύ γρήγορα κάτι παραπάνω από πετυχημένες.

Σήμερα το βράδυ στο Ροστόφ, η Βραζιλία δίνει το πρώτο της παιχνίδι για το Μουντιάλ, απέναντι στην, ανεβασμένη τελευταία, Ελβετία. Αυτό ουσιαστικά είναι και το πρώτο μεγάλο επίσημο τεστ που αντιμετωπίζει ο Τίτι και η ομάδα του, μετά από δυο χρόνια προκριματικών και φιλικών αγώνων. Αν και ο Νειμάρ δεν φαίνεται να είναι ακόμα 100% έτοιμος, το κλίμα στη Βραζιλία είναι εξαιρετικό, με τους παίκτες να βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση και να ‘στάζουν μέλι’ όταν μιλάνε για τον άνθρωπο που τους πήρε σε συνθήκες διάλυσης (για τα δεδομένα της ‘σελεσάο’) και τους έκανε ξανά ομάδα που κερδίζει. Σίγουρα όχι την ομάδα που θα ήθελαν και θα φανταζόταν οι ρομαντικοί οπαδοί του joga bonito αλλά τουλάχιστον μια ομάδα πιο σοβαρή και σταθερή από εκείνο το φάντασμα της Βραζιλίας που εμφανίστηκε την περίοδο 2014-2016. Το αν θα καταφέρει ο Τίτι να επιβεβαιώσει τις προσδοκίες των συμπατριωτών του και να οδηγήσει ξανά τη Βραζιλία στην κορυφή του κόσμου, πάντως, θα το μάθουμε σε λιγότερο από ένα μήνα.