Πρέμιερ Λιγκ 17/18: Αυτό το πρωτάθλημα ποιος θα το πάρει;

H Πρέμιερ Λιγκ της νέας σεζόν αρχίζει το βράδυ της Παρασκευής με τον αγώνα Άρσεναλ-Λέστερ και η κουβέντα για το ποιος θα κόψει πρώτος το νήμα, κατακτώντας το πολυπόθητο πρωτάθλημα, έχει πάρει “φωτιά” ανάμεσα στους φίλους του αγγλικού ποδοσφαίρου. Πουθενά -σε καμία άλλη μεγάλη λίγκα- δεν μπορείς να βρεις 6 ομάδες που να φαντάζουν ικανές να κατακτήσουν την πρωτιά και παράλληλα -για μεγάλη μερίδα του κοινού- να μην υπάρχει ξεκάθαρο φαβορί ανάμεσά τους (έστω και αν 2-3 έχουν ένα μικρό προβάδισμα). Η Τσέλσι του Κόντε, η Τότεναμ του Ποκετίνο, η Λίβερπουλ του Κλοπ, η Άρσεναλ του Βενγκέρ και φυσικά οι δύο ομάδες του Μάντσεστερ. Η Γιουνάιτεντ του Μουρίνιο και η Σίτι του Γκουαρντιόλα, μπορούν και θα παλέψουν για το πρωτάθλημα, μέχρι τέλους. Όπως είναι εύκολο να γίνει αντιληπτό, εκτός της μάχης ανάμεσα σε 6 σπουδαίες και ιστορικές ομάδες θα έχουμε και μεγάλη μάχη ανάμεσα σε 6 κορυφαίους προπονητές και τις τακτικές τους. Παρακάτω θα ρίξουμε μια ματιά -σηκώνοντας το σομπρέρο μας- σε αυτές τις 6 ομάδες, στα σημαντικά τους χαρακτηριστικά και στο τι πρέπει να περιμένουμε από αυτές.

Στο περσινό πρωτάθλημα η Τσέλσι -αν και ξεκίνησε κάκιστα- κατάφερε να βρει γρήγορα ισορροπία και αλλάζοντας το σύστημά της σε 3-4-3 κατάφερε να “τρέξει” ένα μεγάλο σερί νικών και εν τέλει να κατακτήσει τo 6o πρωτάθλημα της ιστορίας της. Σχετικά εύκολα είναι η αλήθεια. Φέτος θα στηριχθεί και πάλι στο ίδιο σύστημα, έχοντας όμως αλλάξει κάποια σημαντικά συστατικά στην 11αδα της. Το σημαντικότερο από αυτά είναι η έλευση του Αλβάρο Μοράτα. Ο διεθνής Ισπανός είναι παίκτης που γνωρίζει πολύ καλά τα μυστικά της μπάλας αλλά δεν θα είναι εύκολο να καλύψει το κενό του Ντιέγκο Κόστα στην επίθεση. Τεχνικά είναι καλύτερος του Κόστα αλλά δεν διαθέτει ούτε την δύναμη, ούτε έχει τις αντοχές του στο ξύλο (που πέφτει ανελέητα στα γήπεδα της Αγγλίας). Αν ο Μοράτα δεν προσαρμοστεί γρήγορα στις συνθήκες της Πρέμιερ Λιγκ τότε σίγουρα θα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα στην επίθεση των “μπλε”. Από την άλλη, η προσθήκη του Μπακαγιόκο, από την Μονακό, συνθέτει με τον Καντέ ένα απίστευτο δίδυμο αμυντικών χαφ που απ’ τη μία θα είναι δύσκολο να περάσει κάποιος αλλά απ΄την άλλη θα υστερεί αρκετά στο δημιουργικό κομμάτι, που θα πέφτει στους Αζάρ, Γουίλιαν και Πέδρο (εκτός και αν παίζει δίπλα στον Καντέ ο Σεσκ). Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Τσέλσι θα έχει και ευρωπαϊκά παιχνίδια (κυνηγώντας ό,τι καλύτερο στη διοργάνωση), κάτι που φυσικά θα της στερήσει κατά πολύ την φρεσκάδα που είχε πέρσι σε κάθε αγωνιστική, δίχως τα επιπλέον παιχνίδια και τα ταξίδια. Εν κατακλείδι: Μην περιμένετε σεζόν σαν την περσινή για τους “μπλε”.

H Tότεναμ του Ποκετίνο διανύει μια εξαιρετική περίοδο τα τελευταία δύο χρόνια. Απ’ τη μία έχει εδραιωθεί στις τέσσερις καλύτερες ομάδες του πρωταθλήματος, συμμετέχοντας και στο Τσάμπιονς Λιγκ, απ’ την άλλη όμως δεν μπορεί να κατακτήσει κάποιο τίτλο και να κάνει μια σημαντική πορεία στη Ευρώπη. Να κάνει δηλαδή επιτέλους την υπέρβαση. Είναι σίγουρα μια ομάδα με απίστευτο ταλέντο, πολύ φρεσκάδα και με αρκετά ψηλό “ταβάνι” βελτίωσης αλλά αν δεν ενισχυθεί με 1-2 παίκτες top class ως το τέλος του Αυγούστου δεν θα μπορέσει να επαναλάβει την περσινή της σεζόν. Ο πανέξυπνος Ποκετίνο πάντως έκανε ένα από τα deal του καλοκαιριού, μιας και πούλησε τον Κάιλ Γουόκερ για 50 εκατομμύρια λίρες, έχοντας “πίσω” του τον εξαιρετικό Κίραν Τρίπιερ (που θα βρεθεί βασικός). Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές η Τότεναμ δεν έχει υπογράψει κάποιο παίκτη αλλά δεν έχει χάσει και κάποιο σημαντικό γρανάζι της “μηχανής” της και αυτό είναι πολύ σημαντικό για τα “σπιρούνια”. Αυτό που μένει να δούμε είναι πως θα κλείσει το ρόστερ της (που λογικά δεν θα έχει σημαντικές προσθαφαιρέσεις). Αν καταφέρει πάντως να διεκδικήσει και πάλι το πρωτάθλημα -ή έστω να μπει στην τετράδα- θα μιλάμε για τεράστιο επίτευγμα. Βαθμός δυσκολίας τεράστιος, χωρίς κάτι τέτοιο όμως να είναι ακατόρθωτο. Ο Ίαν Ράιτ δήλωσε πρόσφατα πως η Τότεναμ πρέπει να κινηθεί για τον Μπέιλ για να ανέβει επίπεδο ή έστω κάποιον στα “κυβικά” του. Μένει να δούμε λοιπόν πως θα κλείσει το ρόστερ της. Δεδομένο πρέπει να θεωρείται το ελκυστικό και σύγχρονο ποδόσφαιρο που θα παρουσιάσει και ερωτηματικό το αν ο Ποκετίνο θα στηριχθεί στο 4-2-3-1 (που τόσο πολύ ταιριάζει στην ομάδα του) ή θα πάει και αυτός με το νέο ρεύμα της εποχής, και το 3-4-3.

Η Μάντσεστερ Σίτι δεν κατέκτησε κάποιο τίτλο την περασμένη σεζόν και παρουσιάστηκε ανήμπορη να ακολουθήσει την Τσέλσι στο κυνήγι της κούρσας για την πρωτιά, απογοητεύοντας όλους τους φίλους και τους ιδιοκτήτες της. Απ’ την άλλη, αυτή ήταν η πρώτη σεζόν που βρήκε άτιτλο και τον Πεπ Γκουαρντιόλα (ως προπονητή) πληγώνοντας τον ποδοσφαιρικό του εγωισμό. Πλέον η Σίτι και ο Καταλανός δεν θα έχουν καμία δικαιολογία σε ενδεχόμενη αποτυχία (εντός και εκτός Νησιού) μιας και αποκτήθηκαν οι κατάλληλοι παίκτες για να αποδώσει το σύστημα που έχει στο μυαλό του ο Γκουαρντιόλα και επίσης αποχώρησαν όλοι όσοι δεν μπορούσαν να ταιριάξουν σε αυτό και να αποδώσουν μέσω αυτού (αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι είναι κακοί παίκτες). Όπως περιμέναμε, έμφαση δόθηκε σε ποιοτικούς πλάγιους μπακ -αυτό ήταν άλλωστε το περσινό μεγάλο παράπονο του Καταλανού- και γι’ αυτό ντύθηκαν στα γαλάζια παίκτες όπως ο Κάιλ Γουόκερ, ο Ντανίλο και ο Μπέντζαμιν Μεντί, για να παίζουν τόσο στο 3-4-3, στο 4-3-3, ακόμα και στο 3-5-2. Σε τριάδα με μόνο ένα καθαρό στόπερ και δύο πλάγιους μπακ. Στο μυαλό του Πεπ άλλωστε υπάρχουν πολλά που δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά από τον μέσο ποδοσφαιρόφιλο μιας και μιλάμε για τον πιο σύγχρονο προπονητή των ημερών μας. Στις υπόλοιπες γραμμές η Σίτι δεν είχε και συνεχίζει να μην έχει κανένα πρόβλημα. Ο Γκουαρντιόλα πλέον γνωρίζει τις κακοτοπιές της δύσκολης Πρέμιερ Λιγκ και θα μπει στη νέα σεζόν ως το απόλυτο φαβορί για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μένει να δούμε αν θα το καταφέρει.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές στη Λίβερπουλ τα πάντα κινούνται σε ρυθμούς Κουτίνιο. Απ’ την άλλη, ο Κλοπ δείχνει να συνεχίζει στη λογική που είχε η ομάδα και πριν την έλευσή του, φτιάχνοντας δηλαδή μια ομάδα δίχως τα μεγάλα ονόματα και περιμένοντας από παίκτες που δεν ανήκουν στο “πρώτο ράφι” να μεταμορφωθούν σε τέτοιους, οδηγώντας την ομάδα του Μερσεϊσάιντ στην κορυφή. Αν είναι εφικτό κάτι τέτοιο; Όχι και πάλι όχι. Ο Γερμανός έχει δυναμώσει κατά πολύ την επιθετική γραμμή της ομάδας, έχοντας πλέον ποιοτικούς και γρήγορους παίκτες αλλά τα αμυντικά κενά και η αμυντική λειτουργία -λογικά- θα είναι και πάλι μεγάλο “αγκάθι” για τους “κόκκινους”. Αν έρθει ο Κεϊτά της Λειψίας και ο Φαν Ντάικ της Σαουθάμπτον ή παίκτες με παρόμοια χαρακτηριστικά, θα αλλάξουν πολλά προς το καλύτερο. Αν όχι, η ανισορροπία σε άμυνα και επίθεση θα είναι και πάλι αρκετά μεγάλη βάζοντας συνεχώς σπαζοκεφαλιές στον Γερμανό. Σπαζοκεφαλιές που και πέρσι δεν μπόρεσε να λύσει. Η ομάδα τρέχει ένα σερί 27 ετών χωρίς πρωτάθλημα και όπως είναι εύκολο να καταλάβει ο καθένας αυτό το σερί δεν πρέπει να συνεχιστεί. Αν ο Κλοπ μπορέσει να βελτιώσει την αμυντική λειτουργία τότε (και μόνο τότε) η Λίβερπουλ θα φαντάζει ικανή για την υπέρβαση (το πρωτάθλημα δηλαδή). Αν όχι, θα μιλάμε για μία ακόμα σεζόν με ωραίο ποδόσφαιρο, μερικές μεγάλες νίκες και άδεια χέρια από κούπες στο τέλος.

Η Άρσεναλ συνεχίζει με τον Βενγκέρ -κόντρα σε όλα τα προγνωστικά που τον ήθελαν να αποχωρεί πέρσι τον Μάη- αλλά με νέες ιδέες και νοοτροπία (επιτέλους!). Ο Αλσατός παρουσιάζει πλέον ένα 3-4-3 και με αυτό το σύστημα δείχνει να έχει βρει μετά από καιρό την ισορροπία που έψαχνε ανάμεσα στις γραμμές του. Απ’ την άλλη, με αυτό το σύστημα κέρδισε την Τσέλσι του Κόντε και στον τελικό Κυπέλλου Αγγλίας αλλά και στο Community Shield, πριν λίγες μέρες, δίνοντας και πάλι ελπίδα στους περισσότερους φίλους της ομάδας. Καθόλου άδικα. Η έλευση του Λακαζέτ δίνει κι άλλη ποιότητα στην επίθεση και δεν αποκλείεται να έρθει ακόμα ένας σπουδαίος παίκτης για να βοηθήσει μεσοεπιθετικά. Αυτό που μένει να δούμε είναι αν θα παραμείνουν στο Εμιρέιτς και τα υπόλοιπα μεγάλα αστέρια των “κανονιέρηδων” (Αλέξις, Οζίλ, Ζιρού). Η Άρσεναλ δεν θα έχει παιχνίδια για το Τσάμπιονς Λιγκ, κάτι που θα δώσει στον Βενγκέρ το δικαίωμα να ξεκουράζει πολλούς βασικούς και να παρουσιάζει ομάδες με αρκετούς αναπληρωματικούς στα παιχνίδια του Γιουρόπα Λιγκ, τουλάχιστον μέχρι τον Ιανουάριο. Αυτό φυσικά σημαίνει φρέσκα πόδια στα παιχνίδια του πρωταθλήματος. Κόντρα στις περισσότερες προβλέψεις – την πιστεύουμε. Αν η Άρσεναλ δεν έχει τραυματισμούς σημαντικών παικτών, όπως μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, ίσως καταφέρει να διεκδικήσει -επιτέλους- το πρωτάθλημα μέχρι τέλους. Αν δε το καταφέρει, τότε θα μιλάμε για ακόμα μια μεγάλη αποτυχία και -λογικά- αυτή θα είναι η τελευταία σεζόν του Βενγκέρ στον πάγκο της (για το τελευταίο δεν παίρνουμε όρκο).

Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μπαίνει στην μετά-Ρούνεϊ εποχή έχοντας ως μεγάλο στόχο την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Ενός πρωταθλήματος που έχει να κατακτήσει από το 2013 (με τις τότε αλχημείες του Σερ Άλεξ και τα “μαγικά” του Φαν Πέρσι). Η περσινή σεζόν της ομάδας του Μουρίνιο δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτυχημένη και ας κέρδισε η ομάδα το Γιουρόπα Λιγκ και το Λιγκ Καπ. Η 6η θέση (στο -24 από την κορυφή) δεν συνάδει με το όνομα, τη φανέλα και την ιστορία των “κόκκινων διαβόλων” και αυτό αναμένεται να αλλάξει τη φετινή χρονιά. Όσοι περιμένουν να δουν όμορφο ποδόσφαιρο απ’ την ομάδα του Πορτογάλου πλανώνται πλάνην οικτράν. Ο Μουρίνιο ξέρει και γι’ αυτό πέρσι “έχτισε” πάνω στην αμυντική λειτουργία. Η ομάδα του δεν κέρδιζε εύκολα αλλά δεν έχανε κιόλας και πάνω σε αυτή τη λογική θα πορευτεί και φέτος αλλά με περισσότερη ποιότητα στο επιθετικό/δημιουργικό κομμάτι. Η προσθήκη του Μάτιτς στον άξονα δίνει την απαιτούμενη ποιότητα και ελευθερώνει κι άλλο τον Πογκμπά και στο πρόσωπο του Λουκάκου ο Πορτογάλος βρίσκει τον ιδανικό επιθετικό για το ποδόσφαιρο που θέλει να παρουσιάσει. Θα γίνει σίγουρα ακόμα μία (πολυδάπανη) μεταγραφή κορυφαίου παίκτη, με τον Μπέιλ να βρίσκεται πρώτος στη λίστα, με την περίπτωσή του πάντως να θεωρείται πολύ δύσκολη. Πρωτοποριακά πράγματα δεν πρόκειται να δούμε. Το γνωστό 4-5-1 του Πορτογάλου (με τις παραλλαγές του), προσήλωση στην άμυνα και έμφαση στα στημένα για μια ομάδα που θα παλέψει με ό,τι διαθέτει για το πρωτάθλημα, έχοντας πολλές πιθανότητες να το κατακτήσει.